Υλικό και αρχετυπικό σύμβολο μιας κοσμοδαιμονικής περιπλάνησης η σχεδία, που τοποθετείται στην αρχή του ταξιδιού της επιστροφής (Οδ. ραψ. ε’). Η πρώτη χειρωνακτική πράξη του πολύτροπου ήρωα, που επιστράτευσε με κάματο την «τέχνη» του- ως μέσο εκπλήρωσης και αυτοεκπλήρωσης -για να μεταβεί στον προορισμό.
Με αναστοχαστική διάθεση και ιδιοσυγκρασία οδοιπόρου, ο Νίκος Σιαλακάς δανείζεται το όχημα του Ομήρειου ήρωα για να περιπλανηθεί σε μονοπάτια εσώτερα και αχαρτογράφητα ανά τα πέρατα του δικού του υλικού και νοητού κόσμου. Πολύπλευρος και πολυσχιδής, άλλωστε, νομικός, παιδαγωγός και πάνω από όλα εικαστικός, με μια σχέση διαρκούς πάλης με την τέχνη του, που λειτουργεί ως εξωτερικό σημάδι μιας μόνιμης ενδοσκόπησης.
Σήμα κατατεθέν της αναζήτησης αυτής, η εμβληματική σύνθεση γύρω από την οποία διαρθρώνεται η έκθεση.
Αποκαλυπτική, όσο και ειλικρινής στις προθέσεις της η σχεδία του καλλιτέχνη, ένα έργο με αναφορές από την arte povera, καμωμένη από θραύσματα υλικών, λιωμένο πλαστικό, ναυλον, πανί, ευτελή υλικά που εποπνευματώνονται πάνω σε ξύλινη σανίδα, που τυχαία βρήκε ο ίδιος «παρα θιν’ αλός», για να ανασύρει ίχνη βιωμάτων , να ναυπηγήσει την εικαστική του διαδρομή. Με δυναμική χειρονομία σχηματίζει ένα ακαθόριστο χώρο, με τους γαιώδεις τόνους να επικρατούν στην τελική εντύπωση, σαν το λεπτόγεω της ελληνικής φύσης, ένα απεριόριστο ονειρικό τοπίο που ο ίδιος δρασκελίζει για να επιστρέψει στον δικό του «αιώνιο τόπο».
Στον εικαστικό κόσμο του Νίκου Σιαλακά, η σκέψη, η μνήμη, η αφήγηση λειτουργούν με όρους εσωτερικούς, υποσυνείδητες ονειρικές συνδέσεις ανακαλούνται, φαινομενικά άτακτες και αυτοματοποιημένες, αλλά στην ουσία τους μελετημένες και αρχιτεκτονικά οργανωμένες σε μεγάλες χρωματικές επιφάνειες, όπου ο έντονος συναισθηματισμός και η βίαιη ενεργητικότητα κυριαρχούν.
Γραμμές, σχήματα και μορφώματα αποτυπώνονται σε συνεχή κίνηση, άλλοτε με διάθεση καθαρά λυρική και ρεμβαστική, με χρώματα ρευστά και λαμπερά που αποκτούν έναν ηδονιστικό χαρακτήρα, άλλοτε επικά και ερμητικά, με δονούμενες χρωματικές ενότητες που επιθετικά εναλλάσσονται, γραμμικά θέματα που αλληλοσυμπλέκονται και αλληλοσυγκρούονται, υποβάλλοντας με τον δυναμισμό τους.
Το μαύρο, προαιώνιο σύμβολο ερέβους, σαν δραματική διατύπωση που αποχαρακτηρίζει τις όποιες προσωπικές αγκυλώσεις του καλλιτέχνη, επανέρχεται ξανά και ξανά, για να διασπάσει τη ζωγραφική επιφάνεια, απωθώντας κατά περίπτωση το φως ή καλώντας το να ξεπηδήσει από μέσα του.
Το έργο του Νίκου Σιαλακά πέρα από την αισθητηριακή εντύπωση, που απροσχημάτιστα θέλγει τον θεατή, φέρει όλο το συνειδησιακό και υπαρξιακό βάρος ενός ευαίσθητου και οξυδερκή, όσο δυναμικού και ανήσυχου καλλιτέχνη. Με άνεση, ο ίδιος περνά από το σκοτάδι στο φως και αντίστροφα, παλινδρομεί ανάμεσα στις δύο ακρογωνιαίες λίθους της ανθρώπινης ύπαρξης, αποδίδοντας εύσχημα τον λυρισμό της ηδονής και τον εξπρεσιονισμό της οδύνης, τα «από» και τα «προς» που οροθετούν τη ζωή, με διάμεσο την κεντρομόλο του ουτοπική σχεδία.
Ευαγγελία Θ. Καϊράκη
Ιστορικός της Τέχνης
Μέλος της Ε.Ε.Ι.Τ.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Γεννήθηκα στα Πετράλωνα, χωριό της ορεινής Ολυμπίας. Ύστερα από σπουδές στη Νομική σχολή και στο Παιδαγωγικό τμήμα εργάστηκα σαν εκπαιδευτικός στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Παράλληλα, πήρα τα πρώτα μαθήματα σχεδίου στο φροντιστήριο του Τάσου Ρήγα και στη συνέχεια φοίτησα στην Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, στο διάστημα από 1992-2000, με δασκάλους τους Χρόνη Μπότσογλου, Τάσο Χριστάκη και Θανάση Μακρή. Έχω πάρει μέρος σε πολλές ομαδικές εκθέσεις στην επαρχία και στην Αθήνα, όπου ζω και εργάζομαι.