Με τον Δημοσθένη Δαββέτα , έχω τη χαρά τόσο της συνεργασίας, όσο και της φιλίας αρκετών χρόνων. Όσες φορές και να μιλώ μαζί του, είναι μια ξεχωριστή εμπειρία. Η Γκαλερί Cube, τέσσερα χρόνια μετά την ατομική έκθεση του “ ΓΡΑΦΕΣ 2, Θωρώντας τον κόσμο” φιλοξένησε δουλειά του με τίτλο “τα ελληνικά του Βούδα (Φεβρουάριος 2018)”.
Η έκθεση αυτή ήταν η συνέχεια της έκθεσης του, που πραγματοποιήθηκε στην 2η Art Thessaloniki Fair, τον Νοέμβριο 2017 σε συνεργασία με τον Κινέζο εικαστικό Liang Yi και θέμα το διάλογο μεταξύ Ελληνισμού και Βουδισμού.
Μια συνομιλία της Λιάνας Ζωζά και του Δημοσθένη Δαββέτα
-Πως συνυπάρχει η “μοναξιά” του δημιουργικού καλλιτέχνη, με το “μοίρασμα” του δασκάλου?
Η “μοναξιά ” του δημιουργού στην περίπτωση μου σημαίνει μοναχικότητα αλλά όχι απομόνωση η περιθωριοποίηση. Κάθε άνθρωπος έχει τουλάχιστον μια ζωη, την φυσική. Αυτή καλύπτεται συνήθως μέσα από την οικογένεια έτσι ώστε να μην υπάρξει απομόνωση και άρνηση διαιώνισης του είδους. Όμως, το δημιουργικό άτομο εκτός της φυσικής έχει και την δημιουργική του ζωη. Αυτή έχει μια άλλη οικογένεια ως θεμέλιο: την δημιουργική.
Που σημαίνει: Είτε μέσω Τέχνης, είτε γραμμάτων, είτε επιστημών, μπαίνουν οι βάσεις μιας άλλης οικογένειας, του Πολιτισμού, της δημιουργίας, η οποία είναι η προστασία από την απομόνωση, χάρις στη δημιουργική ζωή. Το δημιουργικό άτομο μπορεί να μετατρέψει την εγγενή ή κοινωνική του ιδιαιτερότητα σε ποιοτική καθημερινότητα, σε ποιοτική μοναχικότητα. Συνεπώς, αν και ουσιαστικά μοναχικός ο δρόμος μου, εν τούτοις δεν είμαι μόνος ή απομονωμένος, γιατί έχω πολλές δραστηριότητες που δίνουν γόνιμη ένταση στην ζωη μου.
Η ιδιαιτερότητα μου έτσι μέσω των Τεχνών, των Γραμμάτων και της διδασκαλίας γίνεται μια δημιουργική μοναχικότητα με πολλές παράλληλες δράσεις που ισορροπούν (κι ισορροπούνται ταυτόχρονα μεταξύ τους ) το χαρακτήρα μου. Χαίρομαι να κάνω πολλά διαφορετικά πράγματα κι αυτό δεν μου επιτρέπει απομόνωση.
Και κάτι ακόμα: η διδασκαλία για μένα είναι μια καλλιτεχνική πράξη, μια Περφορμανς, όπου δάσκαλος και φοιτητές συνδημιουργούν.
-Παρακολουθώντας σας, σε μιά πορεία αρκετών χρόνων, μπορεί κανείς να διακρίνει πως όλες οι παραπάνω ιδιότητές σας, βρίσκονται σε προτεραιότητα, χωρίς καμμία από αυτές να μένει στο παρασκήνιο. Πόση δυσκολία ενέχει αυτό?
Ενέχει εκ πρώτης όψεως δυσκολία, γιατί όλοι αναρωτιούνται για το πως τόσα “πρόσωπα” μου ισορροπούν δίχως να επηρεάζεται η πνευματική μου ισορροπία. Ε, λοιπόν όχι. Βρήκα τη γέφυρα ανάμεσα σε ολ’αυτά. Γιατί, αποδέχτηκα ότι μπορώ να έχω παράλληλα πολλές ζωές. Αυτό που με τρόμαζε παιδί και τρόμαζε και τους γύρω μου κατάφερα να το ελέγξω πείθοντας τον εαυτό μου ότι είναι πολυ-εκφραστικός.
Η πολύ-εκφραστικότητα έγινε η πραγματική μου φύση. Οπότε, όταν περνώ από το ένα δημιουργικό μου πρόσωπο στο άλλο, το διασκεδάζω και το απολαμβάνω. Όταν ζωγραφίζω είμαι Ζωγραφος. Όταν γράφω ποίηση ποιητής. Διήγημα ή μυθιστόρημα συγγραφέας.
Όταν διδάσκω δάσκαλος. Όταν γράφω φιλοσοφικά η πολιτικά δοκίμια φιλόσοφος ή πολιτικός. Πραγματικά, έκανα ταυτότητα μου την φράση του Αρθούρου Ρεμπω: είμαι ο (οι) άλλος (οι).
-Ξεκινήσατε ένα project που στηρίζεται στη συνομιλία του ελληνισμού με τον βουδισμό. Με το πρώτο άκουσμα, υπάρχει ένα ξάφνιασμα ακόμη και για κάποιον που γνωρίζει τις βασικές αρχές των δύο φιλοσοφιών. Πως προέκυψε η ιδέα?
-Κάποτε διάβασα τυχαία το βιβλίο “ερωτήσεις του Βασιλιά Μιλίντα”. Είναι το πρώτο βιβλίο ιστορικά (3ος αιώνας πχ), όπου επιχειρείται ένας διάλογος μεταξύ Ελληνισμού και Βουδισμού. Συνομιλούν σ’αυτό ο Βασιλιάς Μένανδρος (διάδοχος στην περιοχή τότε της Ινδίας του Αλεξάνδρου) και ένας Βουδιστής μοναχός.
Η συζήτηση με γοήτευσε, ειδικά όταν έφτασε στο θέμα των πολλών ζωών (που για μένα είναι οι πολλοί εαυτοί μας) και στην ανάγκη ξεπεράσματος του “εγώ “για να πάμε προς το “εμείς “. Ταυτόχρονα, υπήρχε η θητεία μου δίπλα στον δάσκαλο μου τον Γιοζεφ Μπους. Είχα μιλήσει πολύ μαζί του για τις ιδέες του περί Ευρασίας. Ο συνδυασμός των ανωτέρω με ώθησε να επιχειρήσω μια συνέχεια αυτής της πορείας. Βάδισα λοιπόν κι εγώ Ευρασιατικά.
Θέλησα να κάνω έναν διάλογο με έναν κινέζο καλλιτέχνη (διάλογο εικαστικό) και να εκθέσουμε μαζί. Πιστεύω ότι ελληνισμος και βουδισμός έχουν πολλά κοινά σημεία: όπως αυτό του πόνου και της οδύνης. Και τ’αναζητησα μέσα από τον εικαστικό μου λόγο.
-Η πρώτη παρουσίαση του project έγινε στην Ελλάδα, αλλά και στην Κίνα σε συνεργασία με τον Κινέζο εικαστικό Liang Yi. Θα θέλαμε να μας μεταφέρετε τις “αντιδράσεις” των θεατών και στους δύο πολιτισμούς.
-Ο κινεζος καλλιτέχνης ειναι ο Liang Yi. Πήγα στην Κίνα, μιλήσαμε, ταξιδέψαμε στον ναό του Κομφούκιου (που είναι προβουδιστική περίοδος) και γενικά μέσα από διαλέξεις και συνέργειες (εκθέσεις ζωγραφικής και Περφορμανς) γεννήσαμε έναν κοινό εικαστικό λόγο, κοινά εργα. Στην Κίνα, η υποδοχή ήταν εντυπωσιακή.
Πολλοί φοιτητές, πολύς κόσμος, επίσημοι, τύπος κλπ. Και στη Θεσσαλονίκη, που δείξαμε μέρος του πρότζεκτ δεν πήγε άσχημα (στο art Thessaloniki). Γενικά, είμαι ευχαριστημένος, γιατί η δράση αυτή έδειξε να ελκύει το ενδιαφέρον του κοινού και να μου δείχνει προσωπικά τον δρόμο για νέες διαφορετικές περιπέτειες στο άμεσο μέλλον.
-Στην Cube Gallery, φιλοξενήθηκε η έκθεσή σας με τίτλο “τα ελληνικά του Βούδα” και ουσιαστικά είναι το επόμενο βήμα στο project σας. Πιστεύετε πως ο Βούδας “μιλά” ελληνικά?
-Ναι, υπάρχει σχέση Βούδα κι Ελληνισμού, όπως είπα ήδη. Πρόκειται για την έννοια του Πόνου ως γόνιμο στοιχείο που υπήρχε στην Ελλάδα (ένας πόνος που δεν ήταν ενοχικός κι ήταν μέρος της δημιουργικής χαράς στη ζωή, όπως ο πόνος του τοκετού της μάνας) και της Οδύνης, ως βασικό στοιχείο της δημιουργικής αταραξίας που υπάρχει στον Ελληνισμό.
Επίσης, υπάρχει το στοιχείο της μετατροπής του εγώ σε πνευματική αυτογνωσία. Θα μπορούσα να μιλώ για ώρες γι αυτά, αλλά αυτά τα λίγα που αναφέρω νομίζω δίνουν μια στοιχειώδη ιδέα.
-Η γυναικεία παρουσία είναι πάντα εμφανής, ακόμη και με την απουσία της στα έργα σας. Αποτελεί πηγή έμπνευσης για εσάς?
Ναι αποτελεί, γιατί νοιώθω από παιδί ότι προσπαθώντας να καταλάβω τη γυναικεία πραγματικότητα, εμβαθύνω στον εαυτό μου και τον μαθαίνω καλύτερα. Κάθε γνωριμία με γυναίκα είναι για μένα μια άσκηση αυτογνωσίας κι αυτοακτινογράφησης.
Αλλά, υπάρχει και το θέμα της αισθητικής μαζί. Δεν μπορεί να υπάρξει η έννοια του ωραίου δίχως την γυναικεία παρουσία η ακόμα κι απουσία, όπως είπατε. Είτε ως εικόνα, είτε ως αίσθηση, είτε ως νόηση, η ψυχή, η γυναικεία ύπαρξη συνεχίζει να με ωθεί στα βάθη του ακατανόητου.
Όμως χάρις σ’ αυτό το ταξίδι της προσπάθειας “ανακάλυψης” της γυναίκας (από μάνα, αδελφή, ερωμένη, φίλη, συνεργάτη κλπ) για να μιλήσω Καβαφικά, μου δίνεται η ευκαιρία για εσωτερικό σκάψιμο και η δυνατότητα να εμβαθύνω στον εαυτό μου. Κι αυτό είναι ένα θαυμάσιο ταξίδι δίχως τέλος μέσα στην καρδιά της ζωής.
-Τόσο στα κείμενα σας, όσο και στα έργα σας, υπάρχουν κάποιες προσωπικότητες, όπως ο Joseph Beuys και ο Hermann Hesse, που κάνουν την εμφάνισή τους σχεδόν εμμονικά. Αποτέλεσμα επιρροών ή ανάγκη συμβολισμών?
-Ο Beuys υπήρξε δάσκαλος μου. Συνεργάστηκα μαζί του κι έμαθα πολλά από αυτόν. Ο Hesse επηρέασε καθοριστικά την νεότητα μου με την ήρεμη γραφή του και με τα ταξίδια του στην Ανατολή. Ήταν από τους πρώτους που δούλεψαν στον ευρασιατικό διάλογο. Και οι δυο τους είναι σύμβολα, αλλά ταυτόχρονα και πολύ προσωπικές βιωματικές ανάγκες έκφρασης μου.
Οι περφορμανς του Beuys, τα σχέδια του, οι εγκαταστάσεις του (installations), αλλά και ειδικά τα βιβλία Ο λύκος της Στέππας και ο Ντέμιαν του Hesse μ’ επηρέασαν στην δημιουργική μου πορεία καθοριστικά κι ανεπίστρεπτα.
-Δραστηριοποιείστε, εν μέρει, επαγγελματικά σε μια χώρα που βρίσκεται σε βαθιά κρίση, τόσο οικονομική όσο και κοινωνική εδώ και αρκετά χρόνια πια. Πως το σχολιάζετε?
-Η ζωή στην Ελλάδα είναι δύσκολη κι επώδυνη. Δεν υπάρχει εύκολη εργασία και οι δυσκολίες ειδικά για τους νέους είναι πολλές. Αλλά, κι η νοοτροπία του διαρκούς διχασμού κι υποψίας που υπάρχει στη χώρα (πολιτικά, κοινωνικά, ιστορικά, πολιτιστικά κλπ) είναι καταστροφικό γεγονός. Εγω, επιλέγω όμως να δουλεύω κι εδώ.
Αγαπώ την Ελλάδα σαν τόπο, φως, πολιτισμό, παράδοση και θα συνεχίσω όσο μπορώ να προσφέρω. Παροτρύνω δε και τους νέους να μείνουν εδώ και να προσφέρουν στην πατρίδα τους. Αν και ξέρω ότι δεν είναι εύκολο.
-Ποια είναι τα επόμενα σας βήματα?
Συνεχίζω τα σεμινάρια μου στην Σορβόνη. Κάνω εκθέσεις διεθνώς, δημοσιεύω βιβλία, συμμετέχω σε συμπόσια και κάνω διαλέξεις. Συνεχίζω δε την πολιτική μου συμμετοχή στα ευρωπαϊκά ζητήματα ως αναλυτής και θεωρητικός.
Θα ‘θελα να διδάξω κι ως Καθηγητης στην Ελλάδα, αλλά ως τώρα κάθε προσπάθεια μου απέτυχε. Ελπίζω κάποτε να γίνει. Πάντως, η πορεία μου συνεχίζεται και η διάθεση, αλλά κι ο ενθουσιασμός μου παραμένουν. Επόμενο ταξίδι Νέα Υόρκη, Ιαπωνία κι ίσως Νότια Κορέα. Τα ξαναλέμε μετά την επιστροφή μου. Πάντως να ξέρετε κάτι: χάρηκα τόσο πολύ την έκθεση μου στην Πάτρα.
who is who
Ποιητής και συγγραφέας, ζωγράφος και performer γεννήθηκε στην Αθήνα και ζει και εργάζεται μεταξύ Παρισιού και Αθήνας. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και είναι Διδάκτωρ Αισθητικής στο Πανεπιστήμιο Paris VIII. Διδάσκει στο IESA, στο Παρίσι και πραγματοποιεί σεμινάριο με θέμα Ποίηση καί Σύγχρονη Τέχνη στο Πανεπιστήμιο Paris IV.
Έχει διδάξει Φιλοσοφία της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, στο Strate College και στο Créapole στο Παρίσι. Ἔχει παραδώσει σεμινάρια Φιλοσοφίας της Τέχνης στο École des Beaux-Arts (Παρίσι) και Φιλοσοφία Ἐφαρμοσμένων Τεχνών στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Πανεπιστημίου Πατρών. Συχνά, δίνει διαλέξεις σε σχολές τέχνης και πανεπιστήμια.