Γράφει η Μαράη Γεωργούση, Δρ. Ιστορικός τέχνης, επιμελήτρια εκδόσεων και εκθέσεων
Ο Ουίλλιαμ Χόγκαρθ γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 15
Νοεμβρίου του 1697 και πέθανε το 1764. Η θεματολογία του είναι πλούσια και ενδιαφέρουσα. Στηλιτεύει μέσα από τα έργα του τα κακώς κείμενα της εποχής του. Επιλέγει προσεκτικά τα θέματά του, τα οποία εν τέλει αποδεικνύονται ότι ταλανίζουν τις διάφορες κοινωνίες διαχρονικά. Αποδίδει με τρόπο δυναμικό τα μηνύματά, που επιθυμεί να περάσει εναντίον της υποκρισίας της Βρετανικής κοινωνίας, της άγνοιας, της απληστίας για την πολυτέλεια, την δόξα, τα χρήματα…
Η πρωτοτυπία του συνίσταται στο ότι ήταν ικανός να μεταπλάθει δημιουργικά τα ερεθίσματα, που δεχόταν. Ωστόσο, λόγω του ανοίκειου τρόπου, με τον οποίο διαχειρίζεται και συνθέτει τις εικόνες, ειδομένες πάντα μέσα από ένα δικό του πρίσμα, δεν έγινε ο ίδιος οικείος.
Από πολύ νωρίς λόγω οικογενειακών συνθηκών αναγκάστηκε να στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις. Η ζωή του μας παραπέμπει στο πιο γνωστό και ακριβοπληρωμένο έργο του: «Ο Ντέιβιντ Γκάρικ ως Ριχάρδος Γ’», όπου ο ηθοποιός Ντέιβιντ Γκάρικ απεγνωσμένα κρατιέται από την κορνίζα του πίνακα.
Το 1731 για πρώτη φορά δημιουργεί την σειρά του με Σύγχρονα ηθικά θέματα, τα οποία διακωμωδούσαν τα ήθη της εποχής. Ο Χόγκαρθ άρχισε την σταδιοδρομία του με ένα θεατρικό θέμα. Ζωγράφισε μια σκηνή από την Όπερα του ζητιάνου, του Τζών Γκαίη. Μετέπειτα έκανε χαρακτικές αναπαραγωγές των ζωγραφικών του έργων. Έγιναν τότε αρκετά κλεψίτυπα με αποτέλεσμα ο καλλιτέχνης να καθυστερήσει την επόμενη σειρά έργων του, μέχρι την έγκριση από το Κοινοβούλιο, το 1735, του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Μάλιστα κατέθεσε ο ίδιος το κείμενο, που ψηφίστηκε.
Στον Γάμο της μόδας σειρά του 1743-45 στηλιτεύει τους γάμους από υπολογισμό, οι οποίοι συχνά λάμβαναν χώρα στην υψηλή Αγγλική κοινωνία της εποχής. Θεματικά στην σειρά αυτή ξεκινά με σκωπτική διάθεση για το συμβόλαιο του γάμου και συνεχίζει με τις επιπτώσεις του, όπως ανία, μοιχεία, θάνατο, μονομαχία… Τις αναπαραγωγές αυτών των έργων τις ανέθεσε σε Γάλλους χαράκτες και τις πούλησε πιο ακριβά από την πρώτη σειρά. Ακολούθησαν τρείς ακόμα, ενώ η τελευταία του σειρά ζωγραφικής είχε τον τίτλο Εκλογές (Μουσείο Σόουν, Λονδίνο), το 1755.
Τίποτα δεν είναι τοποθετημένο τυχαία στους πίνακές του
Οι πίνακές του μοιάζουν να σφύζουν από ζωή και βρίθουν μηνυμάτων. Ένα συνονθύλευμα αντικειμένων, όπως βάζα που γέρνουν, τράπουλα πεταμένη στην στάχτη του τζακιού, παρτιτούρες, κρεμάστρες, όλα είναι τοποθετημένα έτσι, ώστε να υποδηλώνουν κάτι. Το μέλλον του γάμου ενός προικοθήρα με μια άσχημη κληρονόμο, φανερώνεται από τους δύο σκύλους στη γωνία με τα μυτερά νύχια. Ένας άλλος σκύλος κοιτάζει κάποια χρεόγραφα.
Τίποτα δεν είναι τοποθετημένο τυχαία στους πίνακές του. Τα ζωγραφικά έργα του έχουν εξαιρετική χρωματική ποικιλία και βασίζονται στην έντονη αντίθεση ψυχρών και θερμών χρωμάτων, τα οποία χρησιμοποιεί για να τονίσει τις ψυχολογικές μεταπτώσεις των προσώπων. Έτσι οι ιστορίες που παρουσιάζονται στους πίνακές του ενδύονται έναν σημαντικό ηθικοδιδακτικό ρόλο.
Ένας πίνακάς του, ειδικότερα μια προσωπογραφία: ο Γκάρεκ στον ρόλο του Ριχάρδου Γ’ πληρώθηκε με την μεγαλύτερη αμοιβή, που είχε δοθεί μέχρι τότε για αγγλική προσωπογραφία. Το έργο ουσιαστικά παρουσιάζει μια ψυχολογική ερμηνεία του Ριχάρδου και μας μεταφέρει πέρα από τα όρια της σκηνής.
Ενδιαφέρον παράλληλα παρουσιάζει ο μισοτελειωμένος πίνακάς του με τον τίτλο: «Το κορίτσι που πουλάει γαρίδες», στον οποίο η νεαρή κοπέλα με το καλάθι στο κεφάλι αποδίδεται με πορσελάνινα χαρακτηριστικά, ενώ ο θεατής κοιτώντας το βλέμμα των ματιών της νοιώθει να διαπερνά τον πίνακα, έναν ολόκληρο κόσμο, μια ολόκληρη εποχή, μέσα από μια περαστική στιγμή τους.
Το άδειο καλάθι πάνω στο κεφάλι της νεαρής κοπέλας, αντί να λειτουργήσει επιβαρυντικά στην σύνθεση την απογειώνει μετατρέποντας την ατέλεια, με την ιμπρεσιονιστική οπτική, σε πλεονέκτημα.
Σε αντίθεση με τα ζωγραφικά του έργα, τα χαρακτικά του Χόγκαρθ είναι απαλλαγμένα από την υπερβολή. Ο καλλιτέχνης σε αυτά εστιάζει στα ζωγραφικά ζητήματα και όχι στο χρώμα, στον τόνο, την υφή. Δεν τον ενδιέφερε να αποδώσει μία ολοκληρωμένη εικόνα της ζωής. Εξάλλου υπήρχαν οι επεξηγηματικοί τίτλοι της λεζάντας, που εξυπηρετούσαν αυτό τον σκοπό.
Όσον αφορά στο βιβλίο του: η «Ανάλυση της ομορφιάς», ο καλλιτέχνης εισαγάγει δειλά τα πρώτα ίχνη του υπερρεαλισμού. Η υποδοχή του δοκιμίου όμως ήταν χλιαρή, όπως άλλωστε είχε προβλέψει και ο ίδιος. Την εξαιρετική πρωτοτυπία αυτού του βιβλίου δύσκολα θα μπορούσε να την αναγνωρίσει το κοινό. Για τον ίδιο η ομορφιά δεν είναι μια ιδιότητα, που ενυπάρχει στα πράγματα, παρόλο, που έτσι ονομάζουμε την προσωπική μας αντίδραση σε ό,τι μας ενθουσιάζει.
Στις αρχές του 19ου αιώνα θεωρήθηκε ως ο καλλιτέχνης που έδωσε νέα πνοή στην αγγλική ζωγραφική
Σύμφωνα με την άποψή του, σαν σύμβολο της ομορφιάς επέλεξε μια επιμηκυμένη καμπύλη σε σχήμαS –μια ακριβή οφιοειδή γραμμή- γιατί εξυπηρετούσε καλύτερα τις ιδιότητες, που ήθελε. Απέδιδε την ίδια αξία στην κωμική τέχνη με την σοβαρή τέχνη. Εμφατική επίσης ήταν και η αναφορά στην φύση μέσα στο βιβλίο. Ειδικότερα, θα μπορούσαμε να πούμε πως στο βιβλίο αυτό θεωρητικοποίησε έξυπνα την ατομική του μέθοδο και προσέγγισε εμπειρικά την ιστορία της τέχνης.
Οι σύγχρονοί του κριτικοί απέρριπταν το έργο του, τον νατουραλισμό του, δεν αναγνώριζαν την ευρηματικότητα του. Η φήμη του λαϊκού σατιρικού καλλιτέχνη τον ενοχλούσε, εφόσον θεωρούσε πως με τον τρόπο αυτό τον υποτιμούσαν. Απέδιδε τα θέματά του με ασυνήθιστο τρόπο, τα οποία συχνά είναι γεμάτα από εκκεντρικά όντα και παράδοξα αντικείμενα, σε μια από τις πιο ονειρικές παραθέσεις ανθρώπων και πραγμάτων, γεγονός που δύσκολα αποδεχόταν το κοινό εκείνη την εποχή.
Η φήμη του άρχισε να μεγαλώνει στις αρχές του 19 ου αιώνα. Τότε θεωρήθηκε ως ο καλλιτέχνης, που έδωσε νέα πνοή στην αγγλική ζωγραφική.