Ο Αλέξανδρος Λάιος είναι ζωγράφος γεννημένος το 1979. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Καλών Τεχνών της Αθήνας, και μέλος της εικαστικής ομάδας “Under Construction”, ενώ έχει πραγματοποιήσει πολλές εκθέσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό.
Η έκθεση «Flipping Coin», που διοργανώνει ο ΟΠΑΝΔΑ σε επιμέλεια του Χριστόφορου Μαρίνου, παρουσιάζεται στο Κέντρο Τεχνών του Δήμου Αθηναίων έως τις 27 Νοεμβρίου.
Το άπλετο φως, το απόλυτο φως, σε συνδυασμό με το δίπολο αδυναμία/δύναμη του ανθρώπινου ματιού, δηλαδή της όρασης, είναι κεντρικό στοιχείο της έκθεσης Flipping Coin του Αλέξανδρου Λάιου. Ο τίτλος αναφέρεται στη στιγμή της αιώρησης, όταν κοιτάζουμε το νόμισμα να αιωρείται πριν πέσει στο έδαφος, και όχι στην τυχαιότητα που υποδηλώνει η ίδια η χειρονομία.
Ταυτόχρονα, ο τίτλος είναι ένα έμμεσο σχόλιο για την αμφίσημη στάση μας απέναντι στην επιστήμη, η οποία, κατά τον Λάιο, δεν αποτελεί πανάκεια για όλα τα δεινά και τις δυσκολίες της σύγχρονης ζωής, αλλά είναι μια ενεργή αφήγηση με αβέβαιη έκβαση, όπως το πέταγμα του νομίσματος.
Συνέντευξη στη Ζέτα Τζιώτη
-Αλέξανδρε, «Flipping Coin». Πώς και επιλέξατε αυτόν τον τίτλο για την έκθεσή σας;
-Μια πολύ κοντινή μετάφραση του «Flipping Coin» θα μπορούσε να είναι το «κορόνα ή γράμματα», που όμως αναφέρεται περισσότερο στο τυχαίο. Ήταν και μία από τις συζητήσεις που είχαμε με τον επιμελητή της έκθεσης, Χριστόφορο Μαρίνο, καταλήγοντας πως το «πέταγμα του νομίσματος» ήταν η αντιστοίχιση του αγγλικού τίτλου που χρειαζόμασταν. Ο λόγος ήταν πως ήθελα να κοιτάξω περισσότερο τη στιγμή που το νόμισμα είναι στον αέρα, την κατάσταση που περιγράφει καλύτερα την αμφιβολία, ίσως και αγωνία πριν από τη πτώση του.
Αναφέρομαι σε αγωνίες αλλά και ελπίδες που πολλές φορές έχουμε και καλλιεργούμε μέσα σε μικρότερες ή μεγαλύτερες αφηγήσεις. Στην έκθεση επιλέγω ως αφήγηση την επιστήμη και ιδίως το ποιητικό κομμάτι της, που είναι η επιστημονική φαντασία, ένα καλλιτεχνικό είδος έκφρασης που από τη γέννησή του παράγει οράματα και ουτοπίες αλλά και υπαρξιακά διλήμματα. Διαποτίζει με αυτόν τον τρόπο ευρύτερα την κοινωνία με ερωτήματα για το κοινό μας μέλλον, ενώ αποτελεί στην ουσία μια πτυχή του παρόντος χρόνου καθώς γεννιέται μέσα από τη σκωπτική ερμηνεία του.
-Και πώς εμπνευστήκατε;
-Από τον ήλιο. Και το έντονο τσίμπημα που μένει για λίγο στα μάτια όταν κάποιος τον κοιτάξει απευθείας. Η σκέψη για τον ήλιο και το φως του επανέρχεται στη δουλειά μου τα τελευταία χρόνια με διαφορετικές έννοιες και τρόπους έκφρασης. Σε αυτή την έκθεση, μέσα από το απόλυτο φως, αφηγούμαι μια ιστορία επιστημονικής φαντασίας.
Και πιστεύω πως σε αυτό βοήθησε και η περίοδος της καραντίνας. Νομίζω όλους μας επηρέασε με κάποιον τρόπο. Πήραμε όλοι μέρος σε μια δυστοπική υπόθεση σεναρίου με αβέβαιη έκβαση, ακόμα και σήμερα.
Η πορεία της σύγχρονης τέχνης εξελίσσεται, όπως άλλωστε και σε κάθε εποχή. Είναι παράγωγο του γενικότερου πλαισίου. Ανατρέχει στα μέσα και τα εργαλεία της εποχής της ή επαναδιαπραγματεύεται τις «σταθερές» της αξίες με σκοπό να εντοπίσει έναν νέο τρόπο επικοινωνίας, γιατί η επικοινωνία είναι και το ζητούμενο.
-Μιλήστε μας για τα επιτοίχια έργα σας μικτής τεχνικής και τη σειρά γλυπτών, τα οποία λειτουργούν ή ενεργοποιούνται με την παρουσία του φωτός. Τι ρόλο παίζει το φως στα έργα σας;
-Τα επιτοίχια έργα με τίτλο «Wrinkled Portraits» αναφέρονται στην αίσθηση που έχουμε όταν κοιτάζουμε τον ήλιο. Τη μορφή που παίρνει δηλαδή το πρόσωπό μας εκείνη τη στιγμή. Με ενδιέφερε το ζάρωμα. Δουλεύω περίπου στη διάσταση μιας αφίσας κινηματογράφου, όπου συνθέτω μια φιγούρα κάθε φορά. Η διαδικασία μου ξεκινάει από την οργάνωση της εικόνας με ένα πρόχειρο κολάζ στη θήκη ενός slide επάνω σε μια φωτοτράπεζα. Ύστερα προβάλλω την εικόνα και αποφασίζω για τη συνέχεια.
Η εικόνα που βλέπω αρχικά στη φωτοτράπεζα είναι πολύ διαφορετική από αυτή που βλέπω στην προβολή αλλά και από αυτή που έχω στο τελικό στάδιο μετά το σκανάρισμα του slide. Η ανάλυση γίνεται πολύ μεγαλύτερη στο τελευταίο στάδιο και εκεί εμφανίζονται σκόνες και ίχνη από τη ζωή στο εργαστήριο, που όμως δεν φαίνονται με γυμνό μάτι.
Οπότε ολόκληρη η πρώτη φάση εξαρτάται σχεδόν απόλυτα από το φως. Με τεχνητό ή φυσικό φως στην αρχή, αναλογικά στη συνέχεια και τέλος ψηφιακά. Η δυσκολία ήταν στη σχεδίαση πολύ μικρών μορφών με μικρά κομματάκια από φίλτρα θεάτρου μέσα σε μια θήκη slide. Αυτό έδωσε στα πορτρέτα ένα πρωτόλειο σχήμα και με κάποιον αφαιρετικό τρόπο έφερναν στη σκέψη μου τεχνικές εφαρμογές και δυσκολίες στις αρχές του κινηματογράφου, όταν το τελικό αποτέλεσμα ήταν πολύ πιο craft και για αυτόν τον λόγο πολύ έντονα εικαστικό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ταινία «Αελίτα» (1925) του Γιάκοφ Προταζάνωφ, η πρώτη ίσως του είδους της επιστημονικής φαντασίας.
Σε μια ενδιάμεση φάση γίνονται οι όποιες εφαρμογές στην πίσω όψη του έργου. Βασικό υλικό στην επεξεργασία είναι ο αυτοκόλλητος καθρέφτης που μου επέτρεψε να κινηθώ χειρονομιακά στην αποτύπωση του ζαρώματος επιστρέφοντας πίσω ταυτόχρονα το φως που έπεφτε επάνω στην επιφάνειά του. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκε μια δυσκολία ανάγνωσης και στον ίδιο τον θεατή λόγω των αντανακλάσεων. Πρόθεσή μου ήταν να αναφερθώ στην αλλοίωση των χαρακτηριστικών, με τρόπο όμως που να αναδεικνύω το φαινόμενο και όχι την περιγραφή. Αυτή ήταν και η δυσκολία από την αρχή. Πόσο πορτρέτο.
Όσο για τα γλυπτά, το υλικό εκτύπωσης είναι πανί τεντοποιίας, πολύ εύκαμπτο και ανθεκτικό, με έντονη γλυπτικότητα σε κάθε του κίνηση. Το χρησιμοποιώ ως μέσο σε κάποια γλυπτά και σε ένα από αυτά τοποθετώ στο εσωτερικό του φως.
Ο τεχνητός φωτισμός είναι ένα μέσο που χρησιμοποιώ αρκετά στη δουλειά μου με διαφορετικές εφαρμογές κάθε φορά. Άλλοτε προσπαθώ μέσα από αυτό να εντείνω την παρατήρηση, ενώ μπορεί να χρησιμοποιηθεί και αυτόνομα σε κάποια άλλη περίπτωση. Η ενασχόλησή μου με το φυσικό και το τεχνητό φως τα τελευταία χρόνια είναι αποτέλεσμα της μελέτης που κάνω για τα στάδια της ημέρας και τα επεισόδια που μπόρεσα να παρατηρήσω κατά τη διάρκειά της. Κάθε επεισόδιο είναι και μια διαφορετική ιστορία και πολλές φορές χρειάζεται για κάθε ιστορία ένας διαφορετικός τρόπος προσέγγισης.
-Πώς βλέπετε την πορεία της σύγχρονης Τέχνης και τι νομίζετε ότι ένας νέος καλλιτέχνης αποκομίζει από την κλασική παραστατική ζωγραφική;
-Η πορεία της σύγχρονης τέχνης εξελίσσεται, όπως άλλωστε και σε κάθε εποχή. Είναι παράγωγο του γενικότερου πλαισίου. Ανατρέχει στα μέσα και τα εργαλεία της εποχής της ή επαναδιαπραγματεύεται τις «σταθερές» της αξίες με σκοπό να εντοπίσει έναν νέο τρόπο επικοινωνίας, γιατί η επικοινωνία είναι και το ζητούμενο. Έχει προκλήσεις, αλλά νομίζω πάντα είχε. Αυτό δεν τη σταμάτησε από το να εξελίσσεται. Τώρα, αν πρέπει ή όχι ένας νέος καλλιτέχνης να περνάει από το στάδιο της ακαδημαϊκής εκπαίδευσης είναι κάτι που δεν το γνωρίζω, γιατί οι σπουδές μου την εμπεριείχαν.
Δεν μπορώ να απαντήσω τι θα είχα κάνει αν δεν είχα περάσει μέσα από αυτό. Όμως μιλάμε για μια γλώσσα, και πολλές φορές ανατρέχουμε ή ακόμα αναφερόμαστε και έμμεσα σε αυτήν μέσα από το έργο μας. Είναι ένα από τα αντιληπτικά εργαλεία, και πιστεύω πως έχει όφελος κάποιος να το γνωρίζει, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν άλλοι τρόποι διδασκαλίας της τέχνης.
-Μιλήστε μας για την ομάδα Under Construction που ιδρύσατε το 2008.
-Η ομάδα ιδρύθηκε το 2008, μέσα από το μεταπτυχιακό τμήμα της Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας. Ως φοιτητές του ΜΕΤ αποφασίσαμε να προσπαθήσουμε να δουλέψουμε μαζί σε ένα κοινό έργο. Η αρχή έγινε με τη συμμετοχή μας στο Πεδίο Δράσης Κόδρα το 2008, όπου παρουσιάσαμε το έργο «άντερ κονστράξιον». Ένα γλωσσικό σχόλιο στην αρχή της εποχής της κρίσης, το οποίο παρουσιάσαμε και μια δεύτερη φορά στην Μπιενάλε της Αθήνας «Ομόνοια» το 2015. Είχαμε πολλές συζητήσεις και παρουσιάσαμε αρκετά έργα σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα. Ασχοληθήκαμε κυρίως με το πολιτικό στην τέχνη. Σήμερα η ομάδα, αν και ανενεργή, αποτελείται από τους Μάρω Φασουλή, Δημήτρη Φουτρή και εμένα.
-Έχει επενδυτική χροιά η σύγχρονη τέχνη;
-Στην Ελλάδα τουλάχιστον όχι στον βαθμό που θα έπρεπε. Πιστεύω πως η πολιτεία δεν έχει κατανοήσει τη σημασία της αλλά ούτε και τις δυνατότητές της στο σύγχρονο πλαίσιο, γι’ αυτό και οι όποιες κινήσεις τόνωσης και υποστήριξης είναι λίγες και σπασμωδικές. Φαίνεται πως δεν υπάρχει κάποιος προγραμματισμός που να επικεντρώνεται στην προώθηση και υποστήριξη της καλλιτεχνικής παραγωγής και στον ίδιο τον καλλιτέχνη. Ως επακόλουθο αυτής της πολιτικής, οι θεσμοί που εκπροσωπούν την τέχνη είναι λίγοι και με περιορισμένες δυνατότητες.
Αν υπήρχε μια πιο ώριμη και μεθοδική διαχείριση, το επενδυτικό αποτύπωμα θα ήταν πολύ πιο έντονο. Πιστεύω -και νομίζω δεν είμαι ο μόνος- πως κάτι πρέπει επιτέλους να αλλάξει και να επενδύσουμε σοβαρά σε μια παραγωγική πολιτική διαχείρισης με όραμα, διάρκεια και σταθερή δράση.
-Οι Έλληνες συλλέκτες είναι αρκετά υποστηρικτικοί στους συγχρόνους καλλιτέχνες;
-Σε ό,τι αφορά την ιδιωτική πρωτοβουλία, οι μεγάλοι συλλέκτες είναι λίγοι και στρέφουν το βλέμμα τους κυρίως στο εξωτερικό, ενώ και ο κορμός των συλλεκτών που στήριζε επενδυτικά την αγορά έχει υποχωρήσει λόγω των οικονομικών δυσκολιών, κινούμενος πιο συντηρητικά ή και καθόλου.
Η πρόθεση είναι εδώ, απουσιάζει όμως και σε αυτό το κομμάτι η πολιτεία, που θα έπρεπε με κάποιον τρόπο να παρέχει ελαφρύνσεις και κίνητρα σε κάποιον που με την αγορά ενός έργου Τέχνης βοηθά στη συνέχιση της παραγωγής. Μια κυκλική ανταποδοτική σχέση που στην ουσία έχει μικρό κόστος για το κράτος, αφού με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να τονωθεί η αγορά σε ένα ευρύτερο φάσμα, ενώ το ίδιο θα είχε έσοδα από την έμμεση φορολόγηση, καθώς η παραγωγή θα είχε μια διαφορετική οικονομική εμβέλεια.
-Ποιους σύγχρονούς ξένους καλλιτέχνες ξεχωρίζετε;
-Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις σύγχρονων ξένων καλλιτεχνών που η δουλειά τους με ενδιαφέρει. Αν θα έπρεπε να αναφερθώ σε μια μικρή ομάδα, θα επέλεγα τους Katarina Grosse, Thomas Hirschhorn, June Crespo, Olafur Elliason, Marcus Schinwald, Carla Black και Tony Cragg.