Η Άννα Παντζέλη έχει παίξει σε πολλές επιτυχημένες σειρές, αλλά τα τελευταία χρόνια απέχει από τη μικρή οθόνη. Ωστόσο, συνεχίζει να κάνει αδιάκοπα θέατρο, κάνοντας σημαντικές συνεργασίες και παίζοντας σε σπουδαίες παραστάσεις. Ηθοποιός χαμηλών τόνων, έχει σημειώσει μεγάλες επιτυχίες.
Η θεατρική παράσταση, ο “Ένοικος”, της οποίας υπογράφει το κείμενο, ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά στο θέατρο Αλκμήνη. Η επιτυχημένη αυτή παράσταση πραγματεύεται ζητήματα που αφορούν όλους μας, όπως η οικογένεια ως σύστημα, εντός του οποίου αναπτύσσονται δεσμοί άλλοτε ισχυροί άλλοτε όχι και που συχνά ακροβατούν μεταξύ αγάπης και μίσους.
Συνέντευξη στην Χριστίνα Πραβιτσιώτη
-Τι αντιπροσωπεύει η συγκεκριμένη παράσταση για εσάς;
Ο “Ένοικος” αντιπροσωπεύει ουσιαστικά την ψυχή μας, το εγώ μας, τα θέλω μας… Ο Μάρκος που είναι ένοικος στο σπίτι δύο αδερφών, της Μαρίας και της Στέλλας, είναι η αφορμή για τις συμπεριφορές τους, αστείες ή θλιβερές αλλά και η αιτία της καθημερινής τους επαφής και διαμάχης.
Γαντζώνονται σαν κισσοί στον “Ένοικό” τους – τον Μάρκο- και προσπαθούν να βρουν λόγους για να συνεχίσουν να ζουν, να πορευτούν και το σπουδαιότερο να υπάρχουν σαν να ήταν απαραίτητες στη ζωή κάποιου.
– Πόσο δύσκολη ήταν η σκηνοθεσία αυτής της παράστασης;
Αν παρατηρήσετε, δεν υπάρχει κάπου αναφορά στη σκηνοθεσία. Και ο λόγος είναι ότι στον “Ένοικο” είχαμε την τύχη να παίζει η ίδια η συγγραφέας, δηλαδή εγώ. Έτσι, διάλεξα τη σπουδαία θεατρίνα, Λίνα Μαρκάκη για να συμπορευτούμε στο θεατρικό αυτό ταξίδι της παράστασης.
Είμαστε τόσο κοντά στην προσέγγιση της έννοιας θέατρο, που το μόνο που κάναμε στις πρόβες ήταν η μια να αναδεικνύει τα καλά της άλλης και να αφαιρεί ό, τι περιττό, υπερβολικό ή ψεύτικο! Ήταν μια ευτυχής συγκυρία που ξαναβρεθήκαμε πέρυσι, μετά από πολλά χρόνια κι αυτό πραγματικά ήταν μαγικό. Αυτό σε ό,τι αφορά το σκηνοθετικό της υποκριτικής.
Τώρα, αν πρέπει να απαντήσω για το όλο στήσιμο της παράστασης σαν ευθύνη, για τους συντελεστές, ναι, εκεί διάλεξα σκηνογράφο, ενδυματολόγο, φωτιστές, μουσικούς κλπ. Όχι για κανέναν άλλο λόγο, απλά επειδή είχα την ευθύνη των κειμένων και ήθελα ανθρώπους που ήξερα χρόνια…
Όπως ήθελα και τη Λίνα Μαρκάκη, έτσι και με τους άλλους συντελεστές που από τα χρόνια στη δουλειά τους, γνώριζα και ήμουν σίγουρη πως αν κάτι τους αρέσει δίνουν τα πάντα, και δεν έπεσα σε κανέναν έξω… Όλοι τους δούλεψαν λες και ήταν πληρωμένοι από παραγωγή του Χόλιγουντ!
Τους ευχαριστώ από καρδιάς. Τον Γιάννη Μυρσιώτη, τον λατρεμένο μου, για τα υπέροχα σκηνικά του, που μαζί με τους ατμοσφαιρικούς φωτισμούς του Τάκη Μπαρδάκου έκαναν την σκηνή να δίνει τη μυρωδιά και τις αναμνήσεις του πατρικού σπιτιού των δύο γυναικών. Τι να πρωτοπώ για τον ταλαντούχο συνθέτη μας, τον Χρίστο Τσαπάρα, για την κλασσική πρωτότυπη και ταξιδιάρικη στο παρελθόν μουσική του. Έγραψε πρωτότυπη μουσική για τον “Ένοικο”, με τόση αγάπη και με τέτοιες εικόνες που δεν πίστευα πως μπορεί ένας τόσο νέος συνθέτης, μόλις 22 χρόνων, να μπορεί να “κουβαλά τις νότες” του σε εικόνες άλλων ηλικιών!
Στο τέλος υπάρχει κι ένα τραγούδι σε στίχους δικούς μου και φυσικά κι εδώ μουσική του συνθέτη μας, μοναδικά ερμηνευμένο από την Αθηνά Μπαρδάκου, μόλις 19 ετών αλλά με ψυχή που κουβαλάνε οι ηρωίδες του “Ενοίκου”!
Ακόμα, ένα μεγάλο ευχαριστώ στην ενδυματολόγο μας Λένα Μηνά, που έντυσε ακριβώς όπως είχα φανταστεί τη Μαρία και τη Στέλλα. Διάβασε το έργο και σχεδόν δεν χρειάστηκε να ζητήσω ενδυματολογικά τίποτε παραπάνω απ’ ό,τι δημιούργησε.
Και τέλος, ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Αντώνη Συμεωνάκη για τις υπέροχες φωτογραφίες του σε παρουσιάσεις, πρόγραμμα, αφίσες και για όλη του τη συμπαράσταση και ανοχή στις παραξενιές μας.
– Ποιο είναι το μήνυμα του έργου;
Ο καθένας από τους θεατές, κάτι έχει να μας πει, που του χτύπησε κατευθείαν στην καρδιά…
Νομίζω η Μαρία (εγώ) λέει στη Στέλλα (Λίνα) μια φράση που αυτό της σημάδεψε τη ζωή: «Μόνο ο απελπισμένος μοιράζει τα «ναι» του απλόχερα, ασυλλόγιστα… Και τα δίνει τόσο εύκολα στους ανθρώπους που είναι δίπλα του, που αντί να του τελειώσουν τα «ναι», του τελειώνουν οι άνθρωποι… και μένει μόνος του στο τέλος… Τους φοβίζουμε τους ανθρώπους, Στέλλα και φεύγουν μακριά μας… Προσπαθούμε αμέσως να τα δώσουμε όλα κι αυτό τους κάνει να μην εκτιμήσουν τίποτα».
– Πώς προετοιμάζεστε για να σκηνοθετήσετε ένα έργο;
Δεν προετοιμάζεις ποτέ κάτι ίδιο. Καλό θα ήταν να υπήρχε μια συνταγή και να την ακολουθούσαμε. Έτσι, θα κάναμε όλοι μας μόνο επιτυχίες!
Στο θέατρο είναι εκείνη η μαγική στιγμούλα που θα βρεθούνε όλοι να έχουν το ίδιο σκεπτικό και που απλά ο σκηνοθέτης θα πάρει την μπαγκέτα του σαν τον μαέστρο και θα διευθύνει και το αποτέλεσμα πρέπει να βγει αρμονικό από όλους, σαν μουσική, με κανέναν παράφωνο ή με άλλο τέμπο. Και πάλι δεν ξέρεις τι γίνεται…
Ο Νίκος Ρίζος κάποτε στα καμαρίνια, που ερχόταν και μας έλεγε ιστορίες από τη ζωή του κι εμείς άγουρες ακόμα στο σανίδι τον ακούγαμε με ευλάβεια, είπε μια φράση για την εμπειρία του σαν θεατρικός επιχειρηματίας που μου είχε κάνει εντύπωση. Είπε: “Στο θέατρο βάζεις λεφτά από την πόρτα και τα πετάς από το παράθυρο”. Τον ρώτησα τι εννοεί και μου εξήγησε πως ό,τι και να κάνεις στο θέατρο, όσα και να ρίξεις μόνο το κοινό μπορεί να σου επιστρέψει τον ιδρώτα σου και κυρίως το όνειρό σου! Μεγάλη κουβέντα! Γι’ αυτό και συνεχίζουμε και φέτος δεύτερη χρονιά στο Αλκμήνη. Γιατί ο κόσμος αγκάλιασε αυτό το όνειρο και το έκανε κομμάτι του.
– Το θέατρο είναι η κύρια εργασία σας ή ασχολείστε και με κάτι άλλο;
Στο θέατρο δεν κάνεις εργασία αλλά δουλειά… ή μάλλον δουλεία. Πρέπει να σκεφτείς τα πάντα, ακόμα κι αν σ’ έχουν φωνάξει στη μεγαλύτερη παραγωγή…
Ο ηθοποιός ή καλύτερα ο θεατρίνος μιας και μιλάμε για θέατρο, πρέπει να νοιάζεται και να υπηρετεί την παράσταση. Πρέπει να αγαπά. Ακόμα κι αν δεν θα το έκανε έξω από τη σκηνή, στο θέατρο θα πρέπει να αγαπά τους συναδέλφους του, τους τεχνικούς, το καμαρίνι του, τις θέσεις που θα δεχτεί το κοινό, την αυλαία, όλα…
Λογικά θα με ρωτήσεις τώρα που δεν παίζω στην τηλεόραση, ζω με το θέατρο; Όχι βέβαια… Το θέατρο δεν το υπηρετείς για τα χρήματα, αν έρθουν εννοείται καλοδεχούμενα, αλλά ακόμα και στις καλές θεατρικές εποχές, τότε που είχαμε μια Δευτέρα για να ξεκουραστούμε μετά από οκτώ παραστάσεις την εβδομάδα, μόλις τελείωνε η σεζόν έπρεπε να περιμένεις 3-4 μήνες μέχρι την επόμενη. Οπότε και πάλι έμενες ταπί…
Τότε ήταν η τηλεόραση και οι αμοιβές ήταν πολύ καλές. Τώρα κάνω ό, τι μου προκύψει, και πίστεψέ με, με πολύ ζόρι. Αλλά δεν το λέω με παράπονο. Κάνω ό, τι μπορώ από δω κι από κει για να ζω με αξιοπρέπεια.
Το 2013 και 2014 πήγαινα στις μαμάδες δύο φίλων μου και καθάριζα. Θυμάμαι η μία δεν ήθελε να με πάρει επειδή λέει ντρεπόταν να της καθαρίζω εγώ, που με έβλεπε στην τηλεόραση και στα θέατρα… Είδε κι έπαθε η φίλη μου να την πείσει πως πάνω από την ντροπή της ήταν η ανάγκη μου.
Τώρα εδώ και δυο χρόνια κάνω ό,τι βρω αλλά πάντα σχετικό με τη δουλειά μου. Το γράψιμο τώρα είναι κυρίαρχο στην καθημερινότητά μου επειδή με λυτρώνει. Είναι μοναχικό αλλά και υπέροχο, μιας και κανένας δεν σου λέει τι να σκεφτεί ο νους για να γράψει. Αφήνω τη φαντασία μου να τρέξει μέχρι να μην φαίνεται στον ορίζοντα και μετά την κυνηγάω για να την κάνω φράσεις, να την κάνω έργο.
– Η επόμενη δουλειά στο θέατρο που προγραμματίζετε ποια είναι;
Δεν είμαι υπολογιστής για να προγραμματίζω, δεν κάνω πρόγραμμα. Το μόνο που κάνω πια είναι να γράφω και να ονειρεύομαι το ανέβασμα των γραπτών μου σε παράσταση.
Τώρα έχω εμμονή με ένα θεατρικό που εδώ και δυο μήνες με παιδεύει και όλο το αλλάζω, και ξέρω και ποιος μεγάλος ηθοποιός θέλω να το διαβάσει και να παίξει τον πρωταγωνιστικό ρόλο!
– Θα σας ενδιέφερε να ασχοληθείτε με τα κοινά;
Αλίμονο στον καλλιτέχνη που δεν ασχολείται με τα κοινά και δεν εννοώ απαραίτητα να κατέβει στην πολιτική. Εννοώ να μην έχει ιδέα για τα γεγονότα που συμβαίνουν στον πλανήτη του, το μέλλον αυτής της έρμης γης, τα προβλήματα της πατρίδας του.
Να μην κατέχει τι γίνεται στον Δήμο του, στη γειτονιά του; Δεν είναι καλλιτέχνης αν δεν τον ενδιαφέρουν, ή να στο πω αλλιώς δεν είναι άνθρωπος. Δεν γίνεται να μην σε νοιάζει τι γίνεται δίπλα σου, γιατί αν δεν σε νοιάζει σήμερα πού είναι και τι έπαθε ο άλλος, αύριο θα έρθει η σειρά σου και αυτόν τον “άλλον” δεν θα τον βρεις δίπλα σου γιατί απλά δεν θα υπάρχει!
Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ τα έχει πει σχεδόν όλα στα λιγότερο από 60 έτη ζωής του, αλλά μου φαίνεται πως οι περισσότεροι τον διαβάζουν σαν εικόνα από τις σκέψεις σοφών και μεγάλων χωρίς καν να κάτσουν να σκεφτούν και να υιοθετήσουν αυτό που αναρτούν! Έγραψε λοιπόν: “Ο χειρότερος αγράμματος είναι ο πολιτικά αγράμματος. Δεν ακούει τίποτα, δεν βλέπει τίποτα, δεν μετέχει στην πολιτική ζωή. Δεν δείχνει να γνωρίζει ότι το κόστος διαβίωσης, η τιμή των φασολιών, του αλευριού, του ενοικίου, των φαρμάκων, όλα βασίζονται σε πολιτικές αποφάσεις. Νιώθει ακόμη και περήφανος για την πολιτική του αμορφωσιά, φουσκώνει το στήθος και λέει πως μισεί την πολιτική. Δεν γνωρίζει, ο ηλίθιος, πως απ’ την έλλειψη συμμετοχής του στα κοινά προέρχεται η ύπαρξη της πόρνης, το παρατημένο παιδί, ο κλέφτης και, χειρότερα απ’ όλα, οι διεφθαρμένοι αξιωματούχοι, οι λακέδες των εκμεταλλευτριών πολυεθνικών εταιρειών”.
– Πως θα σκηνοθετούσατε τον κόσμο για να φαίνεται καλύτερος;
Τι να σκηνοθετήσω σ’ έναν μαύρο, μισαλλόδοξο κόσμο; Μπορώ να σκηνοθετήσω όλο το σύμπαν που έχει φως, αλλά όχι μαύρες ψυχές. Αν εμείς οι άνθρωποι αγαπήσουμε ποτέ τους ανθρώπους και τη ζωή, τότε φωνάξτε με! Όχι για να σκηνοθετήσω αλλά για να παίξω έστω και σαν κομπάρσος!
το μαύρο ψύχος
Βασιλιάς το μίσος
σε ένα μέρος που ο χρυσός
έχει αξία μεγαλύτερη κι από την τιμή του
σε μια πόλη αφιλόξενη στους ξένους
σε μια πόλη που μισεί όσους αγαπούν
σε μια πόλη που το χρώμα του Παρθενώνα
χάθηκε άξαφνα,
εκεί που μας φώτιζε… έσβησε…
Πότε ήταν η τελευταία φορά
που ζεστάναμε τις ψυχές μας;
Ο ένας με τον άλλο κι όλοι μαζί
Αχ… δεν θυμάμαι…
σκοτάδι ο νους μου
Απορία στα χείλη μας
Γιατί κρυώνουμε όλοι σ αυτήν την πόλη
Γιατί κρυώνουμε όλοι σε τούτη τη χώρα
Μα ήρθε το μαύρο…
Έξω από την πόρτα σου είναι
και το έχεις ήδη καλωσορίσει
της Άννας Παντζέλη