Γράφει η Ζέτα Τζιώτη
Καλλιτέχνιδα με κύριο μέσο έκφρασης την ζωγραφική, η Ελένη Τσοτσορού χρησιμοποιεί παραδοσιακά υλικά και τεχνικές για την δημιουργία μοντέρνων και εντυπωσιακών έργων τέχνης. Έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με την σύγχρονη αφηρημένη τέχνη και μας μιλά γι αυτή.
-Ελένη, πώς βλέπετε την σύγχρονη τέχνη σήμερα;
-Αυτό που ο κάθε καλοπροαίρετος παρατηρητής της σύγχρονης τέχνης δεν μπορεί παρά να προσέξει σήμερα, είναι πως όλα τα εικαστικά ρεύματα ακμάζουν ταυτόχρονα, η καλλιτεχνική παραγωγή έχει εκτοξευτεί και παράγονται έργα υψηλοτάτου επιπέδου, αισθητικής αλλά και τεχνικής, ώστε ο κάθε φιλότεχνος να μπορεί να βρει έργα που του προσφέρουν συγκίνηση και εικαστική απόλαυση.
-Οι προτιμήσεις του φιλοτέχνου αλλάζουν με το πέρασμα του χρόνου;
-Έργα ρεαλιστικά ή φωτορεαλιστικά έχουν πάντοτε ένα σταθερό κοινό και βρίσκονται πολύ ψηλά στις προτιμήσεις των φιλότεχνων, ακριβώς διότι όσοι έχουν μια λίγο πιο στενή σχέση με την τέχνη, αναγνωρίζουν την δυσκολία του εγχειρήματος και αντιλαμβάνονται το επίπεδο της τεχνικής κατάρτισης που απαιτείται για την δημιουργία ενός παραστατικού ή φωτορεαλιστικού έργου.
Εξίσου πιστό κοινό, πρέπει να πούμε, έχουν και όλα τα υπόλοιπα εικαστικά ρεύματα, παραστατικά ή μη, νεοεξπρεσσιονιστικά, ποπ-αρτ, αφηρημένα κλπ.
-Μεγάλο μέρος των φιλότεχνων δεν αντιλαμβάνεται την μοντέρνα τέχνη.
-Πρέπει να τονίσουμε πως η δυσκολία στην δημιουργία ενός αφηρημένου/ μη παραστατικού έργου είναι μεγάλη, παρόλο που ίσως αυτό να μην γίνεται εύκολα κατανοητό. Κι αυτό διότι σε κάθε έργο ο καλλιτέχνης πρέπει να προσέξει ταυτόχρονα πάρα πολλά:
Το έργο πρέπει να έχει συνοχή αλλά και ποικιλία στις φόρμες και τα μεγέθη, ρυθμό αλλά και κάπου ένταση, ένα σημείο βαρύτητας, στο οποίο θα επικεντρώνεται η προσοχή του θεατή, αντίστιξη χρωματική ή και σχημάτων κλπ., που χρειάζεται σκέψη και προβληματισμός για να συνταιριαστούν.
-Υπάρχουν όμως και πολλοί καλλιτέχνες που ακολουθούν και παραδοσιακές μεθόδους στην Τέχνη τους.
-Βέβαια. Αυτό το οποίο όμως χαρακτηρίζει ειδικά την εποχή μας, είναι πως πολλοί καλλιτέχνες στρέφονται στην παράδοση και τις τεχνικές επεξεργασίας παραδοσιακά χρησιμοποιούμενων υλικών, όπως π.χ. το χαρτί και η τεχνική origami, το ύφασμα, το γυαλί κ.α., για να αντλήσουν έμπνευση και ιδέες, μετασχηματίζοντας όμως τις φόρμες, με αποτέλεσμα τα έργα που προκύπτουν να είναι “φρέσκα” και να αποτελούν μια πολύ μοντέρνα πρόταση, που ταιριάζει στην καθημερινότητα του σύγχρονου ανθρώπου.
Προκύπτουν έτσι έργα αφηρημένα, γεμάτα ρυθμό και κίνηση, που χαρακτηρίζονται από γεωμετρικές ή οργανικές φόρμες, που συχνά παραπέμπουν σε πλάσματα του βυθού, φυτά, πουλιά ή φίδια, που ασκούν μια υπνωτιστική επίδραση στον θεατή και τον προσκαλούν να τα παρατηρήσει διερευνητικά για ώρα πολλή.
Έργα που χαρακτηρίζονται ως – και είναι – αφηρημένα, έχοντας όμως ελάχιστη πλέον συγγένεια με τα πρωταρχικά έργα του είδους, του αφηρημένου εξπρεσσιονισμού π.χ., για να αναφερθούμε σε ένα από τα γνωστότερα αντίστοιχα εικαστικά ρεύματα, με πρωτεργάτη τον Pollock, τα έργα του οποίου χαρακτηρίζονται από καθαρή τυχαιότητα.
Εκεί, στα μέσα περίπου του 20ου αιώνα, χρώματα αφήνονταν από τον Pollock να στάξουν σε καμβάδες απλωμένους στο πάτωμα, χρώματα πετάγονταν με ορμή και άφηναν τυχαία ίχνη, και δημιουργούνταν έργα με ίχνη, που σε μια συνέντευξή του ο Κρεμονίνι, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της σύγχρονης παραστατικής ζωγραφικής του 20ου αιώνα, παρομοίασε με σωματικές εκκρίσεις, σημάδια που είναι γεμάτα πρωτόγονη ορμή αλλά στερούνται διανοητικότητας.
-Εδώ είναι που διαφέρουν τα έργα.
-Ακριβώς. Εδώ είναι που τα σύγχρονα αφηρημένα έργα διαφέρουν: Μιμούμενα τη φύση, χωρίς ωστόσο να την αντιγράφουν μόνο, χαρακτηρίζονται από οργάνωση και κίνηση, σχηματίζουν ευδιάκριτες δομές και αποτυπώνουν την πρόθεση του καλλιτέχνη να παράξει εικαστικό έργο, το οποίο αν και αφηρημένο, προέρχεται από εμφανείς διανοητικές διεργασίες και δεν είναι διόλου τυχαίο.
Προκύπτουν έτσι χάρτινα ή και υφασμάτινα γλυπτά, όπως τα έργα του Ολλανδού Peter Gentenaar, του Κροάτη Goran Konjevod, του Νοτιοκορεάτη Kwan Young Chun, ακόμη και ενδύματα κατασκευασμένα με εξαιρετική μαεστρία αλλά και φαντασία από υφάσματα διπλωμένα σε πρέσες, από την Ολλανδή Iris Van Herpen, ή την Γερμανίδα Jule Waibel, τα οποία μάλιστα εκτός από εντυπωσιακά είναι και άνετα -αν και ίσως όχι πάντοτε ευκολοφόρετα…
Μακετόχαρτα επιχρωματισμένα χρησιμοποιούνται για την δημιουργία επίτοιχων γλυπτών, που με την αίσθηση αέναης κίνησης που τα χαρακτηρίζει μαγνητίζουν το βλέμμα φτιαγμένα από την Πολωνή Anna Kruhelska.
Αυθεντικά φτερά πουλιών, μαζεμένα στην ύπαιθρο, από εξοχές, πάρκα και χωράφια οργανώνονται σε μυστηριώδεις συστρεφόμενες φιδίσιες φόρμες, που δένονται σε περίπλοκους κόμπους από την Βρεττανή Kate McGwire και μέταλλα, σύρματα και καρφιά συγκολλούνται για να δημιουργηθούν γλυπτά που παραπέμπουν σε μυστηριακά πλάσματα των ωκεανών, αχινούς, μέδουσες και κοράλλια με μια αίσθηση άγρια που παραπέμπει σε επιστημονική φαντασία από την Γαλλίδα Juliette Frescaline.
Μικροσκοπικά πλακίδια ή και λωρίδες πορσελάνης, τοποθετούνται το ένα δίπλα στο άλλο από την Γερμανίδα Fenella Elms, και μικροσκοπικά πολύχρωμα στοιχεία από φυσητό γυαλί τοποθετούνται σε πυκνούς σχηματισμούς από την Αμερικανίδα Shayna Leib, ώστε να προκύψουν σύνθετες οργανικές δομές, που λικνίζονται κυματιστά και υπνωτίζουν τον θεατή.
Πολύχρωμα νήματα χρησιμοποιούνται για την δημιουργία ονειρικών εγκαταστάσεων, που μοιάζουν με ουράνια τόξα στο χώρο και πλημμυρίζουν το δωμάτιο με φως από τον Αμερικανό Μεξικανικής καταγωγής Gabriel Dawe ή χρησιμοποιούνται για να κατασκευαστούν εύθραυστα και λεπτεπίλεπτα κεντήματα με φυτική θεματική από την Αυστραλή Meredith Woolnough.
Op Art (Optical Art, ψευδαισθησιακή τέχνη, με κύριο εκπρόσωπό της τον Ούγγρο Viktor Vasarely) και παράδοση συνεργάζονται, δίνοντας εξαιρετικά εικαστικά και διακοσμητικά αποτελέσματα.
η διακοσμητική τέχνη είναι για εμένα το προϊόν μιας διαδικασίας διαλογισμού
-Ποια η γνώμη σου για τα διακοσμητικά έργα;
-Πρέπει να παρατηρήσουμε, πως συχνά θεωρείται υποτιμητικό να χαρακτηριστεί ένα έργο τέχνης “διακοσμητικό”, διότι υποτίθεται πως εάν είναι διακοσμητικό, δεν είναι ουσιαστικό και δεν αναφέρεται στα σημαντικά ζητήματα της ανθρώπινης ύπαρξης.
Λοιπόν, θα ήθελα εδώ να ταχθώ στην υπεράσπιση αυτού του είδους τέχνης.
Πέραν του γεγονότος πως δεν θα επέλεγα εικόνες θλίψης, καταστροφής, πολέμου και πόνου να με συντροφεύουν καθημερινά στο σαλόνι ή στο υπνοδωμάτιό μου, (παρόλο που με ενθουσιασμό θα κατείχα τέτοια έργα μεγάλων καλλιτεχνών, απλά σε χώρο εκτός της κατοικίας μου, όπου θα μπορούσα να συνδιαλεχθώ μαζί τους όποιες στιγμές το επιθυμούσα), η διακοσμητική τέχνη είναι για εμένα το προϊόν μιας διαδικασίας διαλογισμού.
Η δημιουργία τέτοιων έργων ηρεμεί το πνεύμα και επιτρέπει στον καλλιτέχνη να επικεντρωθεί στα ζητήματα που εκείνη την εποχή τον απασχολούν, χωρίς απαραίτητα να φωνάζει για αυτά.
Λύσεις έρχονται ως αποτέλεσμα ενδοσκόπησης και περισυλλογής και το δημιούργημα που προκύπτει είναι πηγή χαράς. Σε αυτό το πλαίσιο πειραματισμού και δημιουργίας με παραδοσιακά υλικά και προσωπικής εξερεύνησης των δυνατοτήτων χρήσης τους στην τέχνη με νέους τρόπους, κινείται η νέα σειρά έργων μου με γενικό τίτλο “Κύματα”, με έργα φτιαγμένα από υφάσματα και ακρυλικά χρώματα.
Νομίζω πως το αποτέλεσμα αυτής της διαλογιστικής, δημιουργικής διαδικασίας επιτυγχάνει τον στόχο του, καθώς χαρακτηρίζεται από αρμονία και κίνηση και στοχεύει να αιχμαλωτίσει το βλέμμα του θεατή, οδηγώντας τον, ίσως, σε μονοπάτια αυτογνωσίας.
Who is who
Η Ελένη Τσοτσορού είναι εικαστική καλλιτέχνις με κύριο μέσο έκφρασης την ζωγραφική. Σπούδασε Φυσική στο ΕΚΠΑ και Ακτινοφυσική στο University College London και εργάστηκε ως ειδικευόμενη Ακτινοφυσικός στο νοσοκομείο Άγιος Σάββας και πήρε άδεια ασκήσεως επαγγέλματος.
Κατόπιν αποφάσισε να αλλάξει επαγγελματική πορεία και μετά από κατατακτήριες εξετάσεις εισήχθη στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου σπούδασε Ζωγραφική με την Ρένα Παπασπύρου, Ψηφιδωτό με τον Γιάννη Βαλαβανίδη και παρακολούθησε γλυπτική στο εργαστήριο του Θόδωρου Παπαγιάννη. Αποφοίτησε με Άριστα το 2000.