Στο κλασικό δοκίμιο “Ένα δικό σου δωμάτιο| A Room of One’s Own“, η Virginia Woolf, εικάζει ότι ο William Shakespeare είχε μια αδερφή, ισάξια σε ταλέντο και ευφυΐα, της οποίας η μοίρα διαφέρει ριζικά. Αυτή η φανταστική γυναίκα δεν καταφέρνει να γράψει ούτε μία λέξη και πεθαίνει μόνη, βυθισμένη στον κόσμο της μην έχοντας καταφέρει να εκφράσει ποτέ τη μεγαλοφυΐα της.
Γράφει η Λιάνα Ζωζά
Εάν είχε βρει τα μέσα και τις συνθήκες να δημιουργήσει, υποστηρίζει η Woolf, θα είχε φθάσει στα ίδια επίπεδα απόδοσης με τον “αθάνατο” αμφιθαλή της.
Η Woolf σχολιάζει το άδικο κοινωνικό περιβάλλον της εποχής της, μιας και η ίδια το αντιμετώπισε μέσα από το να μην έχει τη δυνατότητα να φοιτήσει κανονικά σε σχολείο, σε αντίθεση με τα αγόρια αδέλφια της. Το μήνυμά της είναι απλό: οι γυναίκες προκειμένου να δημιουργήσουν ελεύθερες πρέπει να έχουν ένα σταθερό εισόδημα και ένα δικό τους δωμάτιο.
Το συγκεκριμένο δοκίμιο πιό επίκαιρο από ποτέ στη σύγχρονη εποχή μας, την εποχή της οικονομικής κρίσης, αλλά και της κρίσης ιδεών και αξιών μεταφέρει το ερώτημα στο χώρο της τέχνης θέτοντας το αναφορικά με την ανάγκη του σταθερού εισοδήματος, αλλά και του “χώρου” που έχει ένας εικαστικός προκειμένου να δημιουργήσει.
Ο ορισμός του “χώρου” στις σημερινές κοινωνικές δομές και καταστάσεις, στο σημερινό άδικο κοινωνικό περιβάλλον δεν είναι μόνο θεωρητικός, αλλά παίρνει και πραγματικές διαστάσεις φέρνοντας τον εικαστικό που θέλει να δημιουργήσει, αντιμέτωπο με τον ίδιο του το εαυτό.
Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι στη σημερινή εποχή να κινηθεί ο σύγχρονος εικαστικός δημιουργικά και να φτιάξει το “δικό του δωμάτιο” που θα του δώσει τη δυνατότητα να προχωρήσει?
Ανατρέχοντας στο χρόνο, πρατηρούμε πως τα “εσωτερικά” με τη μορφή δωματίου αποτέλεσαν αφορμή για κάποια από τα πιο γνωστά έργα στην ιστορία της τέχνης, μέσα από τα οποία περιγράφεται τόσο η ζωή της εποχής που δημιουργήθηκε το κάθε έργο, όσο και η ψυχοσύνθεση του δημιουργού. Η αίσθηση της στιγμής δίνεται από την παρουσία του ανθρώπινου στοιχείου μέσα στο έργο, αλλά και από την πλήρη απουσία του σε άλλα έργα.
Στο έργο The Music Lesson (1662 – 1665), ο Johannes Vermeer, εστιάζει στις δύο φιγούρες, της γυναίκας που παίζει στο μουσικό όργανο και του άνδρα που στέκεται και την ακούει, δίνοντας μέσα από την άρτια τεχνική προσέγγιση του ζωγράφου μια ατμόσφαιρα ερωτική. Το φως που μπαίνει από τα παράθυρα και εστιάζει σε διάφορα συμπληρωματικά στοιχεία του έργου, όπως το μουσικό όργανο στο πάτωμα, η κανάτα στο τραπέζι, αλλά και σε σημεία στο πάτωμα καταφέρνει στρέψει το βλέμμα του θεατή στην κεντρική σκηνή που είναι οι δύο φιγούρες και η μεταξύ τους σχέση.
Ανάμεσα στα έργα του Henri Matisse, συναντάμε και το ομότιτλο του Vermeer, The Music Lesson (1917), ένα έργο μεγάλων διαστάσεων 245,1 x 210,8 cm, στο οποίο απεικονίζεται ο γιός του ζωγράφου Pierre να κάνει μάθημα μουσικής με την εποπτεία μια γυναίκας, ενώ το έργο πίσω τους στον τοίχο μας παραπέμπει στο έργο του Matisse, Woman on a high stool (1914).
Στο έργο του Bowl With Red Fish, 1914, η γυάλα που φιλοξενεί το χρυσόψαρο εντάσσεται θεματικά στο εσωτερικό ενός παρισινού δωματίου με θέα.
Ο Edward Hopper, στο έργο του Room in New York, 1932, περιπατητής και παρατηρητής στους δρόμους της Νέας Υόρκης δημιουργεί μια νυχτερινή σκηνή κρυφοκοιτάζοντας στο εσωτερικό ενός διαμερίσματος.
Παρ’ όλο που η σκηνή και οι χαρακτήρες μοιάζουν συγκεκριμένοι είναι το αποτοτέλεσμα πολλών ωρών, αλλά και διαφορετικών σκηνών παρατήρησης και ερεθισμάτων, όπως ο ίδιος λέει.
Ο David Hockney, ζωγράφισε τους γονείς του ένα χρόνο πριν το θάνατο του πατέρα του, εστιάζοντας όμως μέσα από το έργο του My parents, 1977, όχι μόνο στο χώρο, αλλά κυρίως στους χαρακτήρες. Αυτό το βλέπουμε τόσο από τη στάση στις δύο φιγούρες, η μητέρα ευθυτενής και χαμογελαστή, ο πατέρας σκυφτός διαβάζει το βιβλίο Art and Photography, όσο και από τα συμβολικά στοιχεία που έχει συμπεριλάβει στο έργο, όπως η αντανάκλαση της Βάπτισης του Piero Della Francesca στον καθρέφτη.