Γράφει ο Κώστας Ευαγγελάτος*
Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα η πνευματική και αισθητική κληρονομιά της Αναγέννησης και ο φιλοσοφικός Διαφωτισμός είχαν δημιουργήσει ένα ρεύμα επιστροφής στης αξίες της κλασικής Ελλάδας, η οποία αναγνωριζόταν πλέον από τους διανοούμενους ως η μητέρα του δυτικού πολιτισμού. Πολλοί επιστήμονες, αρχαιολόγοι, ιστορικοί, προσωπικότητες των τεχνών, είχαν ταξιδέψει στην Ελλάδα ως περιηγητές, ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα και άρχισαν ποικιλότροπα να καταγράφουν και να αποτυπώνουν στα αχνάρια των περιηγήσεων του Παυσανία τον Ελληνικό πολιτισμό.
Ιδιαίτερα υμνητικό είναι το συγγραφικό έργο του Γάλλου ακαδημαϊκού και πρέσβη της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη, κόμητος Choiseu l-Gouffier (1752-1817). Ο Σουαζέλ – Γκουφφιέ ήταν μαθητής του αρχαιολόγου και συγγραφέα Jean-Jacques Barthélemy, ο οποίος ενέπνευσε και τον Ρήγα Φεραίο στο έργο του για την περίφημη και εμβληματική «Χάρτα». Επίσης το σε άνθηση κίνημα του νεοκλασικισμού, του οποίου η επιστημονική θεωρητικοποίηση πραγματοποιήθηκε στη Ρώμη με βασικό άξονα το έργο του αρχαιολόγου, ιστορικού, αισθητικού της τέχνης Winckelmann και του ζωγράφου και θεωρητικού τέχνης Anton Raphael Mengs.
Επίσης η παρέμβαση της Μεγάλης Αικατερίνης Β΄ στο χώρο της Μεσογείου, από τη δεκαετία του 1770, και η συνεπακόλουθη συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774) που προώθησε σημαντικά τα ελληνικά συμφέροντα και ευνόησε την περαιτέρω εξάπλωση και ισχυροποίηση της διασποράς σε ολόκληρη την Ευρώπη, η διαμόρφωση της Ελληνικής εθνικής συνείδησης με όρους και προσανατολισμό μέσα και από τα ιδανικά του Διαφωτισμού και της Γαλλικής επανάστασης, καθώς και το έργο Ελλήνων και Ευρωπαίων λογίων, υπήρξαν μερικοί από τους πνευματικούς λόγους που προετοίμασαν και οδήγησαν το 1821 στον αγωνιστικό ξεσηκωμό όλων των Ελλήνων με πρωταγωνίστρια την ανερχόμενη αστική τάξη.
Σημαντική συμβολή σε αυτή την κοσμοιστορική συγκυρία της συμπαράστασης στην εξεγερμένη Ελλάδα πρόσφερε μια σεβαστή μερίδα του Ευρωπαϊκού τύπου, οι καλλιτεχνικές και λογοτεχνικές δημιουργίες πολλών πνευματικών ανθρώπων της εποχής καθώς και η προσωπική εθελοντική σύμπραξη αρκετών που πρόσφεραν έμπρακτες υπηρεσίες και ενισχύσεις στα χρόνια της ελληνικής εθνεγερσίας.
Η υλική, προσωπική ή συναισθηματική συμπαράσταση προς τους αγωνιζόμενους Έλληνες, εκδηλώθηκε άμεσα με διάφορες μορφές όπως με οικονομικές προσφορές, με την αποστολή στρατιωτικής βοήθειας, με την κάθοδο εθελοντών, με τις συνεισφορές θρησκευτικών ή φιλανθρωπικών οργανώσεων, με προπαγανδιστικά άρθρα και διακηρύξεις, καθώς και με μια πληθώρα έργων τόσο λόγιας όσο και λαϊκής έκφρασης.
Στα πλαίσια της σχέσης του διεθνούς φιλελληνικού κινήματος με την λογοτεχνία ιδιαίτερα σημαντικός και καθοριστικός ήταν ο ρόλος των νεοκλασικιστών και ρομαντικών συγγραφέων και ποιητών του 18ου και 19ου αιώνα. Ανάμεσα τους πρωτοστάτησε η μορφή της Ελληνοκύπριας Ελισάβετ Σάντη Λουμάκη Chenier, συζύγου του εύπορου Γάλλου εμπόρου Chenier, το διάσημο φιλολογικό σαλόνι της οποίας απετέλεσε τον δυναμικό καταλύτη για την σύσταση το 1809 της μυστικής οργάνωσης «Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο». Στην οργάνωση αυτή συμμετείχε και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ, ο οποίος μετακόμισε το 1814 στην Οδησσό, όπου το «Ξενοδοχείο» ουσιαστικά μετεξελίχθηκε στην Φιλική Εταιρεία.
Το έντονο αυτό εκφραστικό ενδιαφέρον για την Επανάσταση του 1821 αποτυπώθηκε έντονα στην λογοτεχνία. Η μάστιγα της δουλείας και της αρπαγής Χριστιανών από Τούρκους περιγραφόταν με πολλούς φιλολογικούς και λογοτεχνικούς τρόπους. Η Ευρωπαϊκή λογοτεχνία και διανόηση με εκπροσώπους της μεγάλους συγγραφείς όπως τους Μπαλζάκ, Ντοστογιέφσκι, Πούσκιν, Μέλβιλ εμπνεύστηκε καθοριστικά. Σημαντική αναφορά αρμόζει επίσης στους μεγάλους φιλέλληνες συγγραφείς Γκιρώ, Καζιμίρ Ντελαβίν, Ντε λα Ροσφουκώ-Λιανκούρ, Ντε Μπρειγ κ.α. που στελέχωσαν τα φιλελληνικά κομιτάτα. Επίσης ήταν καθοριστική η συμβολή κορυφαίων προσωπικοτήτων του πνευματικού κόσμου, όπως οι Goethe, Holderlin, Chateaubriand, Hugo, Shelley και Byron.
Tον τίτλο του φιλέλληνα οφείλει ο Σατωβριάνδος στο κείμενο του «Υπόμνημα περί της Ελλάδος» (Note sur la Grėce, 1825), το οποίο αποτέλεσε φιλελληνικό μανιφέστο κατά τη διάρκεια του επαναστατικού αγώνα.
Από το 1821, συγγράφηκαν και κυκλοφορούσαν διεθνώς περισσότερα από 2000 φιλολογικά έργα (ποιήματα, θεατρικά έργα, ελεγείες, ύμνοι, φυλλάδια ιστορικού και πολιτικού περιεχομένου, κλπ.) που αναφέρονταν στην Επανάσταση των Ελλήνων. Ανάμεσα τους ο Βίκτωρ Ουγκώ, που μεταξύ άλλων έγραψε το περίφημο ποίημα «Το Ελληνόπουλο» εμπνευσμένος από την πυρπολητή ήρωα Κανάρη και ο Αλφόνσος Λαμαρτίνος. Ένα δράμα του ήταν και το τρίπρακτο «Η τελευταία ημέρα στο Μεσολόγγι». Αντίτυπο του έργου αυτού είχε περίοπτη θέση στην βιβλιοθήκη της Δούκισσας του Berry (1798-1870).
Ο Λόρδος Βύρων, διάσημος και περιβόητος ποιητής είχε διαθέσει ενισχυτικά μεγάλο μέρος της περιουσίας του και είχε εργαστεί συστηματικά σαν εκπρόσωπος του Φιλελληνικού κομητάτου του Λονδίνου υπέρ του Αγώνα. Πέθανε από ασθένεια στο Μεσολόγγι, το 1824 σε ηλικία 36 χρόνων. Ο Βυρωνισμός, κίνημα που είχε ήδη εμφανιστεί στο προσκήνιο με επίκεντρο την ποίηση, την ζωή και τα νεανικά του ταξίδια σαν ένα παρακλάδι του ρομαντισμού, υπήρξε ένα πνευματικό φαινόμενο το οποίο επηρέασε τα διεθνή και ελληνικά γράμματα έως το τέλος του 19ου αιώνα. Κύρια χαρακτηριστικά του Βυρωνισμού ήταν το στοιχείο της «διαμαρτυρίας», η φυγή σε ένδοξους τόπους του παρελθόντος, η ερωτική ορμή, η μελαγχολία, η σάτιρα, ο σαρκασμός και ο ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός.
Στην ελεγειακή ποίηση των εθνικών ποιητών Διονύσιου Σολωμού και Ανδρέα Κάλβου, καθώς και άλλων ποιητών υπάρχουν ποιητικές αφιερώσεις και ωδές για τον Βύρωνα που θεώρησε την Ελλάδα ως δεύτερη πατρίδα του. Αργότερα το νέο Ελληνικό κράτος τον ονόμασε τιμητικά πατέρα, ευεργέτη και ήρωα του. Όσο για τον επιστήθιο φίλο του Βύρωνα μεγάλο ποιητή Πέρσι Σέλλευ, που υπήρξε ίσως ο ειλικρινέστερος των φιλελλήνων, γράφει τον Οκτώβριο του 1821 στο λυρικό του δράμα «Ελλάς»: Είμαστε όλοι Έλληνες. Οι νόμοι, η λογοτεχνία, η θρησκεία, οι τέχνες μας, έχουν όλα ρίζα τους την Ελλάδα!»
*Ο Κώστας Ευαγγελάτος είναι Ζωγράφος, Λογοτέχνης, Θεωρητικός της τέχνης.