Γράφει ο Κώστας Ευαγγελάτος
Ζωγράφος, Λογοτέχνης, Θεωρητικός της τέχνης
Ο Εντουάρ Μανέ (Manet) γεννήθηκε το 1832 στο Παρίσι και μεγάλωσε σε μεγαλοαστικό οικογενειακό περιβάλλον. Ο πατέρας του Ωγκύστ Μανέ ήταν δικαστής, ενώ η μητέρα του Εζενί-Ντεζιρέ Φουρνιέ ήταν κόρη διπλωμάτη. Από νωρίς ο Μανέ ήρθε σε επαφή με τον χώρο της τέχνης χάρη στη συμβολή του θείου του Σαρλ Φουρνιέ, ο οποίος τον ενθάρρυνε να γίνει ζωγράφος. Όμως ο πατέρας του τον προόριζε για νομικό ή αξιωματικό του ναυτικού.
Στα δώδεκα χρόνια του ο Μανέ φοίτησε στο κολέγιο Rollin, όμως οι επιδόσεις του ήταν απογοητευτικές. Έδωσε εξετάσεις στη Ναυτική Ακαδημία αλλά απέτυχε στις εξετάσεις και το 1848 μπαρκάρισε στο πλοίο Havre et Guadeloupe με προορισμό το Ρίο ντε Τζανέιρο. Οι νέες εμπειρίες που αποκόμισε κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού αναπλάθονται σε σκίτσα και σε μεταγενέστερα ζωγραφικά έργα του.
Ο Μανέ γύρισε στο Παρίσι το 1849 και αφού απότυχε για δεύτερη φορά να γίνει δεκτός στη Ναυτική Ακαδημία αποφάσισε τελικά να ασχοληθεί με την ζωγραφική. Μετά από σχετική έγκριση των γονέων του, το διάστημα 1850-1856 σπούδασε στο ατελιέ του ακαδημαϊκού ζωγράφου Τομά Κουτύρ. Την περίοδο της εξαετούς μαθητείας του, αφοσιώθηκε στις διαφορετικές τεχνικές και στην αντιγραφή έργων μεγάλων κλασικών δημιουργών στο Μουσείο του Λούβρου. Την ίδια περίοδο ταξίδεψε σε όλη σχεδόν την Ευρώπη επισκεπτόμενος πολλά μουσεία σε Ιταλία, Γερμανία, Ολλανδία κ.α. Το 1856 μετά από διαφωνία που είχε με τον δάσκαλό του, εγκαταλείπει το ατελιέ ζωγραφικής.
Συνέχισε να αντιγράφει κλασικά έργα και αποφάσισε να εκθέσει για πρώτη φορά, συμμετέχοντας στο Σαλόν του 1859, με τον πίνακα «Πότης Αψεντιού». Αν και τεχνοτροπικά στην σύνθεση του ακολουθεί τα πρότυπα του ρεαλισμού, θεωρήθηκε πως η οπτική του αποτελεί ένα είδος φόρου τιμής στον Ισπανό Ντιέγκο Βελάσκεθ, τον οποίο ο Μανέ θεωρούσε ως τον σημαντικότερο ζωγράφο. Παρόλα αυτά ο πίνακας δεν έγινε δεκτός από την επιτροπή της Ακαδημίας. Την ίδια περίοδο, ο Μανέ εστίασε το εκφραστικό ενδιαφέρον του στην Ισπανική τέχνη και γοητεύεται από τον Γκόγια. Αποστρέφεται έντονα τα καθιερωμένα ακαδημαϊκά πρότυπα που κυριαρχούσαν στην τέχνη της εποχής του.
Το 1863 συμμετείχε για δεύτερη φορά στο Σαλόν του Παρισιού με το έργο του «Πρόγευμα στη χλόη», το οποίο αν και απορρίφθηκε, τελικά μετά από απόφαση του αυτοκράτορα Ναπολέοντος Γ΄ καθιερώθηκε μία έκθεση για όλα τα απορριφθέντα έργα και εκτέθηκε. Η δημόσια έκθεση του έργου – που απεικονίζει μια γυμνή γυναικεία μορφή που παραπέμπει σε πόρνη να συνομιλεί με δύο καλά ντυμένους φοιτητές (πόζαραν τα αδέλφια του Μανέ) – προκάλεσε έντονες αντιδράσεις. Αργότερα θεωρήθηκε ένα από τα πρώτα σημαντικά και εμβληματικά «ιμπρεσιονιστικά» έργα του Μανέ.
Ο πίνακας αρχικά ονομαζόταν «Λουτρό», αλλά εν τέλει επέλεξε τον τίτλο «Πρόγευμα στη Χλόη» με σατιρική διάθεση. Η ματιά της κοπέλας συνδέει καθοριστικά την όλη σύνθεση με τον θεατή του έργου. Πιθανόν δεν θα προκαλούσε τόσο την συντηρητική κοινωνία, αν είχε κρατήσει τον αρχικό τίτλο του λουτρού σε κάποια όχθη…Δύο χρόνια αργότερα, ένας άλλος τολμηρός πίνακας του Μανέ, η περίφημη «Ολυμπία» προκάλεσε μεγαλύτερο σκάνδαλο εξάπτοντας την αστική υποκρισία.
Τα επόμενα χρόνια ο Μανέ συμμετείχε σε αρκετά Σαλόν του Παρισιού και αρκετά έργα του απορρίφθηκαν. Παρά τις αρνητικές κριτικές και τις κατηγορίες για προσβολή της «δημοσίας αιδούς» που δέχτηκε, είχε αυξήσει πολύ την επιρροή του σε νέους καλλιτέχνες και τους μοντέρνους καλλιτεχνικούς κύκλους, που τον αναγνώρισαν σαν βασικό προπάτορα των εικαστικών εξελίξεων.
Ο Μανέ συνδέθηκε με τους ιμπρεσιονιστές ζωγράφους Εντγκάρ Ντεγκά, Κλωντ Μονέ, Πωλ Σεζάν, Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ, Καμίλ Πισαρό, Βέθρα Μοριζό κ.α. Αν και δεν διαπνέονταν μεταξύ τους από κοινές πεποιθήσεις για την φόρμα, τον χώρο και το χρώμα, το έργο του αποτέλεσε θεμελιώδη αναφορά για τους ιμπρεσιονιστές. Ο Μανέ παρόλο τον θαυμασμό τους δεν συμμετείχε στις εκθέσεις ιμπρεσιονιστών, ούτε ήθελε να ανήκει στο κίνημα. Είναι γεγονός βέβαια πως δέχτηκε επιδράσεις από τους ιμπρεσιονιστές και ιδιαίτερα από τον Μονέ, όσον αφορά τις φωτεινές προσπτώσεις και τις χρωματικές αναλύσεις πάνω στις ρεαλιστικές φόρμες προσώπων, αντικειμένων και τοπίων. Σε πολλά έργα του βέβαια ακολούθησε την τεχνοτροπία και τις τεχνικές απόδοσης που χρησιμοποιούσαν οι ιμπρεσιονιστές.
Το ιδιότυπο και αριστοτεχνικό έργο του Μανέ, υπερασπίστηκαν δημόσια και ένθερμα κορυφαίες προσωπικότητες της λογοτεχνίας και της διανόησης όπως οι: θεόφιλος Γκωτιέ, Εμίλ Ζολά, Στεφάν Μαλαρμέ, Σαρλ Μπωντλαίρ. Ο Ζολά αναφέρει σε μία από τις κριτικές αναλύσεις του για την προσωπικότητα και τα έργα του Μανέ: «Ο καλλιτέχνης αυτός ζωγραφίζει τα αντικείμενα με ακρίβεια και απλότητα, ακριβώς όπως τα βλέπει. Το στοιχείο που τονίζεται στο έργο του είναι η πραγματικότητα και η αλήθεια. Έχει διακόψει τους δεσμούς του με την παράδοση και έτσι ανακάλυψε τον εαυτό του. Η «Olympia» του είναι ένα αριστούργημα, η σάρκα και το αίμα του ζωγράφου. Το ανώριμο καλλιτεχνικά κοινό όμως κρίνει από το θέμα και τρομάζει με την πρωτοτυπία της απόδοσης.»