Γράφει η Λιάνα Ζωζά
Η Οφηλία, η ηρωίδα του William Shakespeare στον Άμλετ, είναι σίγουρα μία από τις πιο τραγικές φιγούρες της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Η άρνηση του έρωτά της, από τον Άμλετ την οδήγησε στην τρέλα και στον πνιγμό την ώρα που μάζευε λουλούδια. Η σκηνή που η νεαρή και όμορφη Οφηλία παρασύρεται στο βυθό, από τα βαριά της φορέματα, ενώ κρατά τα χέρια της τα λουλούδια, παραμένει ποιητικά αξεπέραστη μέχρι και σήμερα.
Λέγεται, πως υπήρξε ένα ανάλογο πραγματικό γεγονός στη ζωή του Shakespeare, όταν εκείνος ήταν πέντε χρονών και αφορούσε τον πνιγμό ενός τρίχρονου κοριτσιού, της Jane Shakespeare, συνωνυμία ή συγγένεια δεν μπορούμε να γνωρίζουμε, ενώ μάζευε λουλούδια στις όχθες της λίμνης στο Άπτον, κοντά στο χωριό που ζούσε εκείνος. Είναι πολύ πιθανό το τραγικό αυτό γεγονός, να τον στιγμάτισε με τέτοιο τρόπο, που αργότερα το αναπαρήγαγε με εντυπωσιακή ομοιότητα στο έργο του.
Η φιγούρα της Οφηλίας που κείτεται άψυχη, ενέπνευσε πολλούς καλλιτέχνες μέχρι και τις μέρες μας, για να την απεικονίσουν, ο καθένας μέσα από τη δική του ματιά, με εξέχουσα αυτή του John Everett Millais, στο έργο του Ophelia (1851 – 1852) που σήμερα βρίσκεται στην Tate Britain, στο Λονδίνο.
Για την Ophelia του, ο Millais χρησιμοποίησε πραγματικό μοντέλο, την Elizabeth Siddal που την υπέβαλε σε πολλούς μήνες “ψυχρολουσίας” μιας και θέλοντας να πετύχει ακριβώς τη στάση του σώματος που επέπλεε, την τοποθετούσε σε μια μπανιέρα για τουλάχιστον δέκα ώρες καθημερινά, όσο εκείνος δούλευε, όπου το νερό πάγωνε, αν και τοποθετούσε αναμμένα κεριά κάτω και γύρω από την μπανιέρα, μέχρι που εκείνη λιποθύμησε μέσα στο νερό, από υποθερμία.
Το ποζάρισμα συνεχίστηκε, το έργο ολοκληρώθηκε, το 1852 και εκτέθηκε στη Royal Academy of Arts, όπου απέσπασε διθυραμβικές κριτικές. Για την Siddal, όμως τα προβλήματα υγείας είχαν ήδη ξεκινήσει, μιας και αρρώστησε βαριά από πνευμονία που τα κατάλοιπά της την ακολουθούσαν μέχρι τον πρόωρο θάνατό της, σε ηλικία μόλις 32 χρονών, τον Φεβρουάριο του 1862.
Όλα τα παραπάνω, όμως ειπώθηκαν για να μπορέσουμε να μοιραστούμε κάποιες σκέψεις πάνω στις σύγχρονες “Οφηλίες”, αυτές της καθημερινότητάς μας. Η αφορμή δόθηκε από το πρόσφατο περιστατικό της δολοφονίας του νεαρού κοριτσιού από δύο εξίσου νεαρούς συνομηλίκους της. Η δική μας Οφηλία πιθανόν να είχε την ίδια ηλικία με εκείνη του Shakespeare, αλλά δεν τρελάθηκε για έναν μεγάλο έρωτα και δεν επέλεξε τον πνιγμό για να δώσει τέλος στη ζωή της.
Τα πράγματα είναι πιο απλά, αλλά και πιο ωμά! Η συνάντηση της με το αγόρι ή τα αγόρια, καμιά σημασία δεν έχει ο αριθμός των συναντηθέντων, αλλά και η τραγική κατάληξη μας έθεσε πολλά και δύσκολα ερωτήματα. Όπως, το πόσο εύκολο είναι να αφαιρεθεί η ζωή ενός ανθρώπου, όταν αποφασίσει να πει όχι, όταν πιστέψει πως έχει το δικαίωμα της επιλογής.
Η δική μας Οφηλία δεν έπεσε μόνη της στο παγωμένο νερό, την έριξαν και μάλιστα βαριά κακοποιημένη και βιασμένη. Δεν την τράβηξαν στο βυθό, τα βαριά της ρούχα, γιατί δεν φόραγε ρούχα, της τα είχαν στερήσει, όπως και το δικαίωμα της επιλογής.
Τι σημαίνει “δίνω” ή “δεν δίνω” δικαίωμα;
Το να κάνουμε κριτική στο συγκεκριμένο περιστατικό, ειλικρινά δεν είναι ο στόχος μου. Άλλωστε υπήρξαν αναλύσεις επί αναλύσεων και σχόλια επί σχολίων με κορυφαίο πιστεύω αυτό που ειπώθηκε, πως το κορίτσι “δεν είχε δώσει δικαίωμα”. Τι σημαίνει “δίνω” ή “δεν δίνω” δικαίωμα; Κι αν δίνω δικαίωμα, σύμφωνα με την άποψη αρκετών “νοικοκυραίων”, αυτό δίνει αυτόματα το δικαίωμα στον οποιοδήποτε, να κακοποιήσει ή να δολοφονήσει;
Και συνεχίζοντας να θέτω μερικά ακόμη ερωτήματα, τι δικαίωμα έδωσε το κορίτσι που φορούσε μπούρκα, για να βιασθεί ομαδικά, τι δικαίωμα έδωσε ο έφηβος για να τον πυροβολήσει εν ψυχρώ το οπλισμένο χέρι του νόμου, τι δικαίωμα έδωσε ο μετανάστης που ήρθε στη χώρα για μια καλύτερη ζωή, για να βρεθεί δολοφονημένος στο χαντάκι, τι δικαίωμα έδωσε το παιδί που κακοποιείται συστηματικά συνήθως από πρόσωπα του στενού οικογενειακού περιβάλλοντος, τι δικαίωμα έδωσε ο νεαρός για να τον λιντσάρουν μέχρι θανάτου, με τον όχλο να παρακολουθεί αμέτοχος;
Αυτό που όλους θα έπρεπε ίσως και να μας προβληματίζει, σαν ανθρώπινα κυρίως όντα, είναι πως έχουμε χάσει την ανθρωπιά μας, πως έχουμε καταλήξει μια χώρα αυτο–φιμωμένων και θυμωμένων πολιτών που προσπαθούν, να επιβιώσουν εκτοξεύοντας, όλο αυτό το θυμό που γίνεται οργή, στον απέναντί μας που και αυτός είναι το ίδιο θυμωμένος, αλλά για διαφορετικό λόγο, τον δικό του σοβαρότερο, όπως βέβαια πιστεύει.
Η ζωή η ίδια “παίζει” σε fast forward, μέσα από εικόνες φρίκης που τις παρακολουθούμε αδιάφοροι και αμέτοχοι στον καναπέ μας ή στην οθόνη ενός υπολογιστή, χτίζοντας και αποδομώντας σχέσεις, φιλίες, θεωρίες μέσα από τα social media που έχουν αντικαταστήσει την πραγματικότητα. Αυτό, όμως που μπορεί και να μην έχουμε συνειδητοποιήσει ακόμη είναι πως στην πραγματική ζωή δεν υπάρχει Undo, ο νεκρός ήρωας δεν θα ξαναπαίξει και στην επόμενη ταινία ούτε στο καινούριο videogame.
Για να έχουμε το δικαίωμα της γνώμης, της ατομικότητάς μας, αλλά και της προσωπικής μας επιλογής έχει χυθεί “αίμα” σε παγκόσμια κλίμακα. Ο καθένας μας είναι από μόνος του διαφορετικός, γιατί αλλιώς αυτή η ζωή που δεν την εκτιμούμε και πολύ, πια, δεν θα είχε καμιά ομορφιά.
Ξεχάσαμε να μιλάμε, να μοιραζόμαστε, να σεβόμαστε τις απόψεις και τα πιστεύω των άλλων. Ξεχάσαμε να μιλάμε και να σκεφτόμαστε. Να καταλαβαίνουμε, πως το όχι είναι όχι και να το σεβόμαστε, γιατί έχει περάσει σίγουρα στα ψιλά γράμματα, η φράση του Βολταίρου: “Διαφωνώ με αυτό που λες, αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες”.
Για να μην θρηνήσουμε άλλες Οφηλίες! Η Οφηλία δεν πρέπει να πεθάνει…