Γράφει η Δρ. Μαράη Γεωργούση
Χωρίς μουσική, η ζωή θα ήταν ένα λάθος.
Φρήντριχ Νίτσε, Γερμανός φιλόσοφος (1844-1900)
[…η ομορφιά της μουσικής δεν βρίσκεται στις νότες, αλλά στην ηχώ της
καρδιάς μας].
Oliver W. Holmes, Αμερικανός συγγραφέας (1809-1894)
Οι Αρχαίοι Έλληνες προσέδιδαν στις 9 Μούσες και την Μουσική έναν τρόπο ύπαρξης και έκφρασης της ζωής. Ο δρόμος για την αυτογνωσία, την αυτοπραγμάτωση, την εξέλιξη του ανθρώπου και της κοινωνίας γενικότερα περνούσε μέσω της μουσικής.
Σ’ έναν κόσμο, που ο λόγος και η εικόνα συνυπάρχουν και αλληλοδιαπλέκονται,
αναδύεται η οικουμενική διάσταση τόσο της μουσικής όσο και της εικόνας. Ανακύπτουν
πνευματικές συγγένειες, κοινοί τόποι, καθώς το λεξιλόγιο των τραγουδιών σχηματοποιεί
εικόνες, ενώ το λεξιλόγιο της ζωγραφικής αποτελείται από τις εικόνες. Η μουσική τέρπει την ψυχή, μπορεί όμως να λειτουργήσει ως έμπνευση και να οδηγήσει σε βαθύτερες συνδέσεις, που ενώνουν τον λυρισμό του χρώματος με τον λυρισμό της μουσικής.
Δεν αρκεί μόνο η όραση για την θέαση του αντικειμενικού κόσμου, η πραγματική
θέαση των εσωτερικών διαδρομών πραγματοποιείται με τα μάτια της ψυχής. Στην
αδιάλειπτη αναζήτηση του νοήματος της ύπαρξης, η μουσική και η τέχνη φωτίζουν
αμφίδρομα πλευρές η μία της άλλης, ανακουφίζοντας την ανθρώπινη ψυχή
συμφιλιώνοντάς την με την ατελή αντικειμενική πραγματικότητα.
Όπως έλεγε και ο ποιητής Πωλ Βαλερύ, Paul Valery: «Ο καλλιτέχνης ζει στην οικειότητα της αυθαιρεσίας του και στην αναμονή της αναγκαιότητάς του, δεν ζητά παρά τα δυσκολότερα δάκρυα και τη δυσκολότερη χαρά, που αναζητούν την αιτία τους και που δεν την βρίσκουν καθόλου μέσα στην εμπειρία της ζωής…».
Νευραλγικής σημασίας λοιπόν η μουσική ως αυτοδύναμη και ενδελεχής,
κινητήριος δύναμη δημιουργίας. Οι διαφορετικοί δρόμοι της τέχνης φτάνουν στο ίδιο
αποτέλεσμα από διαφορετικές αισθητηριακές οδούς, με κοινό παρονομαστή τη μίμηση,
κατά τον Αριστοτέλη.
Οι μελωδικές μουσικές συνθέσεις δημιουργούν τα σύνορα ενός κόσμου ολοκληρωμένου, πλαισιωμένου από τους κανόνες μιας έκδηλης ευαισθησίας αλλά και αυστηρής εγκράτειας, όπου η εξαιρετική και ευρηματική τεχνική συνυπάρχει με το πάθος της δημιουργίας.
Ως ακροατές της μαγείας της μουσικής μπορούμε να συνδεθούμε με την
καλλιτεχνική ροή των έργων, όπως με το τρεχούμενο νερό και τον αέρα, να ταυτιστούμε
μ’ ένα περιβάλλον, το οποίο αβίαστα ανατρέπει τον χώρο και τον χρόνο.
Η μουσική είναι ρευστή αρχιτεκτονική. Η αρχιτεκτονική είναι στερεοποιημένη μουσική.
Βόλφγκανγκ Γκαίτε
Γερμανός ποιητής, φιλόσοφος (1749-1832)
Αν η μουσική είναι η τροφή της αγάπης, παίξε κι άλλο.
Γουίλιαμ Σαίξπηρ, Άγγλος δραματουργός (1564-1616)
Σύμφωνα με τον Πυθαγόρα “Η μεγάλη επιστήμη να ζεις ευτυχισμένα, είναι να ζεις
στο παρόν.| Όσο ανατρέχουμε στις ρήσεις σπουδαίων ανθρώπων που συνέβαλαν στη
θεμελίωση της διανόησης και του πολιτισμού κατανοούμε την σύνδεση των τεχνών
μεταξύ τους αλλά και τον ρόλο της μουσικής στην διάπλαση της προσωπικότητας του
ανθρώπου. Οι νευροεπιστήμονες επισημαίνουν την καταλυτική επίδραση της μουσικής
στην δημιουργικότητα αλλά και την δημιουργία νέων συνάψεων των νευρώνων στον
εγκέφαλο.
Για τους αρχαίους Έλληνες οι εννέα μούσες ήταν 9 θεότητες, κόρες του Δία-Ζευ
(δηλαδή της αιώνιας ζώσης θείας πνευματικής οντότητας), και της Μνημοσύνης, δηλαδή
της ιδιότητας διατήρησης τους στην μνήμη των ανθρώπων, ως αξίες διαχρονικές. Τα
ονόματά τους γνωστά : Καλλιόπη (επική ποίηση), Ευτέρπη (μουσική), Κλειώ (ιστορία),
Ερατώ (λυρική ποίηση), Μελπομένη (τραγωδία), Πολυμνία (Πολύμνια) (ιερή ποίηση),
Τερψιχόρη (χορός), Θάλεια (κωμωδία), Ουρανία (αστρονομία).
Ο ρόλος της μουσικής για τους αρχαίους Έλληνες ήταν άρρηκτα συνδεδεμένος με την πνευματική ανάταση, την εξημέρωση της ψυχής αλλά και την καταγραφή της στην μνήμη. Σταθερά κριτήρια λοιπόν η σύζευξη της πνευματικότητας με την διατήρηση στην μνήμη, διαφορετικά καμιά μουσική δεν υφίσταται.
Αρκετοί γνωστοί ζωγράφοι δημιούργησαν τα έργα τους, ενώ ενεπνεύστηκαν τα
θέματά τους από την πλούσια δεξαμενή εικόνων που προσφέρει η θεματική ενότητα της
μουσικής.
Κάποιοι εντρύφησαν στην ελληνική μυθολογία, άλλοι απλώς χρησιμοποίησαν
την φαντασία τους ή βιωματικές εικόνες, ώστε να σχηματοποιήσουν και να εκφράσουν
τα συναισθήματά τους. Ενδεικτικά αναφέρω τους: Βασίλη Καντίνσκι, Ανρί Ματίς,
Καραβάτζιο, Πάμπλο Πικάσο, Σαλβατόρ Νταλί, Πιέρ Ογκύστ Ρενουάρ, Χόκουσάι, Μάρκ
Σαγκάλ, Βίνσεντ Βαν Γκόγκ, Ρέμπραντ, Μανέ, Ντεγκά…
Ειδικότερα θα εστιάσουμε στην εικονογράφηση της Όπερας Γκαρνιέ (Garnier)
του Παρισιού από τον Σαγκάλ (Chagall) κατόπιν της προτροπής του Αντρέ Μαλρώ
(André Malraux) υπουργού πολιτισμού, που έβρισκε την ήδη υπάρχουσα οροφή
θλιβερή, αποτελούμενη από ένα κλασικό έργο: «Οι μούσες και οι ώρες της μέρας και της
νύχτας» του διακεκριμένου Ιούλιου-Ευγένιου Λενεπβέ (Jules-Eugène Lenepveu) (1819 –
1898).
Φωτεινό, πλημμυρισμένο με κίνηση χρώματα, παραστάσεις, το έργο του Σαγκάλ
εν τέλει φανερώνει την αγάπη του ζωγράφου για τη μουσική και την ίδια τη ζωή. Τα
αποκαλυπτήρια έλαβαν χώρα στις 23 Σεπτεμβρίου του 1964, ενώ οι κριτικές της εποχής
για το έργο δίχασαν.
Ο Σαγκάλ είχε εργαστεί και στο παρελθόν για την Όπερα του Παρισιού, είχε δημιουργήσει τα σκηνικά για: «Το Πουλί της φωτιάς», «Δάφνις και Χλόη» όπως και για τον «Μαγεμένο Αυλό». Ωστόσο για τον θόλο δεν δέχτηκε να πληρωθεί. «Ο μεταφορικός λόγος, χάρη σε αυτόν, κάνει τη θριαμβευτική του είσοδο στη μοντέρνα ζωγραφική και τη σημαδεύει» έλεγε ο Αντρέ Μπρετόν για εκείνον. Ο ίδιος ο ζωγράφος αν και είχε έρθει σε επαφή με τα καλλιτεχνικά κινήματα του νατουραλισμού, του ιμπρεσιονισμού και του ρεαλιστικού κυβισμού αισθανόταν πως τον θλίβουν και τον περιορίζουν.
Μέσα από τους πίνακές του εξέφραζε τα συναισθήματά του, συνδύαζε το πραγματικό με το φανταστικό, τον ονειρικό κόσμο, την ποίηση, τον λυρισμό, το φολκλόρ, ακόμα και τα λαϊκά μοιρολόγια. «Τέχνη είναι η αδιάκοπη προσπάθεια να συναγωνιστούμε την ομορφιά των λουλουδιών, χωρίς ποτέ να το κατορθώσουμε» συνήθιζε να λέει.
Ακόμα και οι πίνακες που άπτονταν σοβαρά και βαρυσήμαντα
ζητήματα στις πιο σκοτεινές περιόδους της ιστορίας ήταν γεμάτοι χρώματα. Τα έργα του
διαπνέονται από αρκετά συμβολικά στοιχεία, διατρέχονται από νοητούς ορίζοντες και
υπόκωφη γεωμετρία ενώ ξεκάθαρα μαρτυρούν την εκάστοτε ψυχική του κατάσταση
(όπως ακριβώς έγινε με τα ποιήματά του μετά τον χαμό της αγαπημένης του γυναίκας).
Το έργο του Σαγκάλ ήταν πρόδρομο του σουρεαλισμού ακόμα μια απόδειξη της
διορατικότητας και της ικανότητας να προπορεύεται της εποχής του.
Τόσο η τέρψη της ψυχής προερχόμενη από την μουσική όσο και από την
ζωγραφική έχουν ως αποτέλεσμα την πληρότητα, την ηθική ανάταση, την εσωτερική
γαλήνη. Συνεπώς η ενασχόληση με την τέχνη δεν αποτελεί πολυτέλεια, (καθώς είναι
συνυφασμένη με κάθε έκφανση της ζωής μας), αλλά αδήριτη ανάγκη της ισορροπίας της
ύπαρξής μας.
Η Δρ. Μαράη Γεωργούση είναι Ιστορικός Τέχνης.
π. Διδάσκουσα στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο.
Επιμελήτρια εκθέσεων και εκδόσεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Master I&II στην Σορβόννη, εξειδίκευση και εργασία στο Λούβρο, PhD
στο Πανεπ. Αιγαίου. και Μέλος της Ε.Ε.Ι.Τ.