«Ο Πομάκος κι ο Έλληνας» βιβλίο του δημοσιογράφου Γιάννη Παπαδόπουλου 

Γράφει η Ζέτα Τζιώτη 

Ο έγκριτος Βορειοελλαδίτης δημοσιογράφος Γιάννης Παπαδόπουλος, που υπηρέτησε τον χώρο της ποιοτικής δημοσιογραφίας ως ακόλουθος Τύπου στην ελληνική πρεσβεία στα Σκόπια και διευθυντής σύνταξης γνωστών εφημερίδων, κυκλοφόρησε το δίτομο έργο του με τίτλο “Ο Πομάκος και ο Έλληνας” από τις εκδόσεις Διάνοια. Το έργο αυτό αποτελεί ένα συγκλονιστικό ιστορικό μυθιστόρημα, που αναφέρεται στην περίοδο μετά την απελευθέρωση από τους Γερμανούς, αλλά και του εμφυλίου.  

Δύο άνθρωποι, δύο κόσμοι.

Ο ένας Πομάκος, μουσουλμάνος, άνθρωπος του μόχθου, του βουνού και του δάσους. Ένας από τους καλύτερους ανιχνευτές, σ’ ολόκληρη την οροσειρά της Ροδόπης.

Ο άλλος Έλληνας, χριστιανός ορθόδοξος, “άβγαλτος και απαίδευτος” καθώς είναι η πρώτη φορά που αναλαμβάνει δημόσια θέση αλλά με ευθυκρισία.

Συναντιούνται στις αρχές του 1945 στην Κοτύλη, ένα ορεινό χωριό της Ξάνθης, ένα πομακοχώρι, όπου κατοικεί ο πρώτος, μαζί με τον αδελφό του το Χασάν και διορίζεται ο δεύτερος, σαν γραμματέας της κοινότητας. Η χρονική περίοδος είναι από τις δυσκολότερες στην ιστορία της χώρας. Μόλις έχει λήξει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Έχουν αποχωρήσει από την Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη οι Βούλγαροι κατακτητές – σύμμαχοι των ναζιστικών γερμανικών δυνάμεων κατοχής και το ελληνικό κράτος προσπαθεί να αναδιοργανωθεί.

Ο Φαΐκ, ο Πομάκος, έχει νιώσει στο πετσί του τη βουλγαρική διοίκηση. Έχει αντιταχθεί και έχει οργανωθεί στις ελληνικές αντιστασιακές οργανώσεις. Με τον τρόπο και την πειθώ του έχει την υποστήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας των συγχωριανών του. Μόνο μια μικρή ομάδα εξακολουθεί να υποστηρίζει τους Βούλγαρους. Επικεφαλής της είναι ο άνθρωπος, που τον ταπείνωσε. Ο πατέρας της γυναίκας που αγάπησε. Του αρνήθηκε την ευτυχία. Του άλλαξε τη ζωή.

Σ΄αυτή τη φάση μπαίνει στη ζωή του ο Κώστας, από την πρώτη μέρα του διορισμού του.

Ο νέος γραμματέας αισθάνεται σαν ψάρι έξω απ΄το νερό. Ζει για πρώτη φορά σ΄ένα μουσουλμανικό χωριό. Διαπιστώνει ότι ισχύουν άλλοι νόμοι, άλλες συνθήκες που καθορίζονται , κυρίως, απ΄τους θρησκευτικούς κανόνες.

Τους χωρίζει άβυσσος. Άλλες αρχές, άλλες διδαχές, άλλη κοσμοθεωρία.

Γιός ιερέα ο ίδιος, γέννημα – θρέμμα της προπολεμικής, πολυπολιτισμικής Ξάνθης, με τις μεγάλες εθνοτικές και θρησκευτικές κοινότητες, έχει διδαχθεί από τον πατέρα του το σεβασμό για κάθε άνθρωπο, ανεξαρτήτως γλώσσας, θρησκείας και χρώματος. Άλλωστε, είχε φίλους και συμμαθητές Πομάκους, τουρκογενείς, Εβραίους. Οι τελευταίοι, περίπου 500 ψυχές, ξεκληρίστηκαν στις αρχές της άνοιξης του 1943, όταν οι Βούλγαροι κατακτητές, τους έστειλαν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία. Κανείς δε γύρισε κι ο Κώστας βούρκωνε , κάθε φορά, που περνούσε έξω από τη “Χάβρα” το κτίριο, όπου στεγάζονταν η συναγωγή.

Έτσι, ήταν εξοικειωμένος με τη φωνή του μουεζίνη, που ψέλνει πέντε φορές τη μέρα, ανεβασμένος στο μιναρέ. Το μόνο που τον ενοχλεί είναι το γεγονός ότι δεν έχει μάθει να στρέφει αλλού το βλέμμα, όταν βλέπει ξένη γυναίκα στο δρόμο. Ότι δεν μπορεί να πει ούτε “καλημέρα”. Παρατηρεί συμπεριφορές, σημειώνει αντιδράσεις, προσπαθεί να καταλάβει τον τρόπο σκέψης των Πομάκων.

Την κοινή πορεία των δύο ανδρών στο χωριό, θα σημαδέψουν ανεξίτηλα δύσκολες καταστάσεις, πρωτόγνωρα περιστατικά.

Πρωταγωνιστικό ρόλο θα διαδραματίσει η Αϊσέ, η γυναίκα που αγάπησε ο Φαΐκ. Η ταύτισή της με τα βουλγαρικά συμφέροντα θα τη φέρει αυτόματα απέναντι στον άνθρωπο που την αγάπησε, πιο πολύ απ΄τη ζωή του.

Η αγάπη μετατρέπεται σε μίσος και ο ένας προσπαθεί να εξουδετερώσει τον άλλον. Δημιουργούνται δυσάρεστα γεγονότα που διχάζουν τους κατοίκους του χωριού.

Αλλά, πλέον, όλη η χώρα έχει διχαστεί, καθώς ξεσπάει ο εμφύλιος πόλεμος και “βυθίζει” την Ελλάδα σε ένα λουτρό αίματος και βίας. Τα επόμενα τρία χρόνια, ο Φαΐκ, ο Χασάν κι ο Κώστας δίνουν τη δική τους μάχη επιβίωσης.

Ο ένας δεν θα τα καταφέρει. Ο άλλος, ο Κώστας, ως εκπρόσωπος του κράτους στο μακρυνό χωριό, κοντά στα βουλγαρικά σύνορα, στοχοποιείται.

Την πιο κρίσιμη στιγμή, την ώρα που, κυριολεκτικά, παίζεται η ζωή του, άλλοι δύο άνθρωποι γίνονται οι σωτήρες του, μαζί με τον Φαΐκ:

Ο ένας είναι ιμάμης κι ο άλλος αντάρτης.

Ο συγγραφέας προσπαθεί να απαντήσει σε σημαντικά ιστορικά και κοινωνικά ερωτήματα. Μπορεί, άραγε, να συμβιώσει ένας Πομάκος κι ένας Έλληνας;  Ένας μουσουλμάνος κι ένας Χριστιανός;

Μπορούν δύο άνθρωποι, από διαφορετικούς κόσμους, να ταιριάξουν; Να βρουν σημεία συνεννόησης; Να παραμερίσουν διαφορετικές αρχές, θρησκευτικά δόγματα, αντιλήψεις και κοσμοθεωρίες στο όνομα της φιλίας;

Το ιστορικό μυθιστόρημα αναφέρεται στη δυσκολότερη και χειρότερη δεκαετία της ελληνικής νεότερης ιστορίας. Στη δεκαετία του 1940. Στην περίοδο του πολέμου, της Κατοχής, της αντίστασης. Της πείνας, της δυστυχίας, της αιχμαλωσίας και των εκτελέσεων. Στη Θράκη, όπως και στην Ανατολική Μακεδονία έως τον Στρυμόνα ποταμό, η κατοχή ήταν κυρίως βουλγαρική. Ο κόσμος υπέφερε. Είτε στα αστικά κέντρα είτε στα χωριά. Η ίδια κατάσταση επικρατούσε και στα λεγόμενα Πομακοχώρια. Κι εκεί , όπως και στις άλλες περιοχές, οι περισσότεροι αντιτάχθηκαν στον κατακτητή. Κάποιοι όμως, συνεργάστηκαν.

Στον πρώτο τόμο του βιβλίου «Ο Πομάκος κι ο Έλληνας» διαδραματίζεται η ιστορία μιας αδελφικής φιλίας. Μέσα απ’ τον αγώνα, πρώτα για τη λευτεριά κι ύστερα για την αναδιοργάνωση του κράτους, κάτω από δύσκολες συνθήκες, ο Φαΐκ και ο Κώστας, μέσα από συζητήσεις, αναλύσεις και διαφωνίες, σφυρηλάτησαν μια σχέση, μια φιλία, που δείχνει ότι μπορεί να κρατήσει για όλη τους τη ζωή.  

Μια φιλία που χτίζεται σε συνθήκες δύσκολες, καθώς ζουν περιτριγυρισμένοι από ανθρώπους που ξέρουν να κρύβουν τις πραγματικές τους προθέσεις, αλλά και από κάποιους που σχεδιάζουν προσεκτικά τις επόμενες κινήσεις τους μέσα στη νέα κατάσταση που διαμορφώνεται. 

Στα χρόνια της φωτιάς είναι ο υπότιτλος του δεύτερου τόμου. Η Αϊσέ ή Μεχμέτκα, δηλαδή η γυναίκα του Μεχμέτ, καθώς οι γυναίκες των Πομάκων μετά το γάμο παίρνουν το όνομα του συζύγου, είναι μια νέα και φιλόδοξη γυναίκα, που θέλει και μπορεί να παίρνει πρωτοβουλίες. Είναι το αντίθετο των άλλων μουσουλμανίδων, που ακολουθούν και ασπάζονται τις πρωτοβουλίες των ανδρών τους. Εκεί βρίσκεται άλλη μια διαφορά των Πομάκων. Στην κοινωνία τους πάντα η γυναίκα είχε σημαντικό ρόλο. Έτσι, η συγκεκριμένη θέλει να αναδειχθεί σε πόλο εξουσίας στην Κοτύλη και στη γύρω περιοχή. Μεταχειρίζεται τα πάντα και τους πάντες, προκειμένου να φτάσει στο σκοπό της. “Πουλάει” ακόμη και έρωτα για να το πετύχει , όχι μόνο στο Φαΐκ, που την αγαπάει πραγματικά, αλλά και σε άλλον, που τον χρησιμοποιεί αδίστακτα. 

«Ο Πομάκος κι ο Έλληνας»
o Γιάννης Παπαδόπουλος

Στο τέλος του δεύτερου τόμου τίθενται δυο προβληματισμοί του Φαΐκ. Ο  πρώτος είναι γιατί οι Πομάκοι μιλάνε τουρκικά, ενώ δεν είναι Τούρκοι και το δεύτερο, γιατί να χρειάζεται κάποιος ειδική άδεια για να κινείται σε αυτά τα χωριά. Προβληματισμοί που δεν απαντώνται  στο βιβλίο και γενικά δεν έχουν απαντηθεί. 

Πόσο μπορεί να επηρεάσει τις αποφάσεις ενός ανθρώπου ο έρωτας; 

Πώς μπορεί να τον οδηγήσει σε μικρές, αλλά μοιραίες αναβολές όταν έπρεπε να αντιδράσει άμεσα; 

Share this
Tags
ArtViews Team
ArtViews Team
Σκοπός της ομάδας μας είναι η προβολή κάθε θετικής προσπάθειας που αναδεικνύει τον πολιτισμό, η ενθάρρυνση των δημιουργών και η επικοινωνία της δουλειάς των καλλιτεχνών σε διεθνές επίπεδο. Ακολουθήστε μας στο facebook και στο instagram.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

Η δομική αισθητική των κολλάζ “Merz” του Σβίττερς

Γράφει ο Κώστας Ευαγγελάτος, Ζωγράφος, λογοτέχνης, θεωρητικός της τέχνης Ο Κουρτ Σβίττερς / Herman Edward Karl Julius Switters, γεννήθηκε το 1887 στο Αννόβερο, Την διετία 1908-1909...

Ίσως ήρθε η ώρα να φροντίσετε την περιτονία σας

Συχνά αγνοούμε έναν από τους πιο σημαντικούς ιστούς του σώματός μας: την περιτονία. Είναι το συνδετικό δίκτυο που περιβάλλει τους μύες, τα όργανα, τα...

Η Μεγάλη Χίμαιρα από τον Μ. Καραγάτση

Γράφει η Ανδριανή Βουβάκη   Η Μεγάλη Χίμαιρα είναι ένα από τα σημαντικότερα έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας, γραμμένο από τον Μ. Καραγάτση και εκδόθηκε το 1936....

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

More like this