Γράφει ο Κώστας Ευαγγελάτος*
Ο Ελληνοαμερικανός εικαστικός Θεόδωρος Στάμος (Stamos) γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη το 1922. Ο πατέρας του Θεόδωρος Σταματέλος από την Λευκάδα και η μητέρα του από τη Σπάρτη έφθασαν σαν μετανάστες στη Νέα Υόρκη και απέκτησαν έξι παιδιά.
Το 1936, ο δεκατετράχρονος θεόδωρος παρακολούθησε νυχτερινά μαθήματα σχεδίου στη Σχολή Αμερικανών Καλλιτεχνών (American Artists’ School) της Νέας Υόρκης. Αρχικά σκόπευε να ασχοληθεί με την γλυπτική, αλλά λόγω έλλειψης χρημάτων και χώρου στράφηκε στην ζωγραφική που επιδόθηκε με επιτυχία αν και ουσιαστικά ήταν αυτοδίδακτος.
Για να εξοικονομήσει τα προς το ζην εργάστηκε ως τυπογράφος, στιλβωτής παπουτσιών, πωλητής βιβλίων και κορνιζοποιός.
Το 1943 πραγματοποίησε την πρώτη του έκθεση στο βιβλιοπωλείο-γκαλερί Γουέηκφιλντ στη Νέα Υόρκη. Το 1946 οργανώθηκε ατομική έκθεση του στην γκαλερί της Betty Parsons και γνώρισε τους καλλιτέχνες Μαρκ Ρόθκο, Κουρτ Ζέλιγκμαν και Μαρκ Τόμπι καθώς και την εκκεντρική συλλέκτρια Πέγκυ Γκουγκενχάιμ. Την ίδια χρονιά το έργο του «Ήχοι στο Βράχο» δωρήθηκε από τον συλλέκτη Ed. Walles Root στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης (MοMA).
Το 1948 ταξίδεψε με τον φίλο του ποιητή Ρόμπερτ Πράις στη Γαλλία, την Ιταλία και για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Ο γνωστός εκδότης και τεχνοκριτικός Κριστιάν Ζερβός στο Παρίσι τον γνώρισε με τους κορυφαίους δημιουργούς Μπρανκούζι, Τζακομέτι, Πικάσο κ.ά. Την ίδια χρονιά πήρε μέρος στην 24η Μπιενάλε της Βενετίας.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 άρχισε να διδάσκει σαν επισκέπτης καθηγητής σε κολέγια και πανεπιστήμια των Η.Π.Α. Η τεχνοτροπική του ταυτότητα, παρά τις αρχικές επιρροές από τα έργα του σημαντικού ζωγράφου Γουίλιαμ Μπαζιώτη / William Baziotes (1912-1963), επίσης Ελληνικής καταγωγής, πρώιμου εκπρόσωπου του αφηρημένου εξπρεσιονισμού, άρχισε να διακρίνεται και να προβάλλεται διεθνώς.
Υπήρξε ένας από τους νεότερους ζωγράφους της ιστορικής ομάδας των αφηρημένων εξπρεσιονιστών ζωγράφων, οι «Οξύθυμοι» (Irascibles). Την κλειστή ομάδα που πέτυχε να μεταθέσει το εικαστικό επίκεντρο από την Ευρώπη στην Αμερική, απάρτιζαν μεταξύ άλλων οι ανατρεπτικοί και μετέπειτα διάσημοι καλλιτέχνες Τζάκσον Πόλοκ, Γουίλεμ ντε Κούνιγκ, Γκλίφορντ Στιλ, Ρόμπερτ Μάδεργουελ, Μπάρνετ Νιούμαν και Μαρκ Ρόθκο.
Όμως το 1971 η ευδόκιμη σταδιοδρομία του Στάμου στην εύρωστη αγορά τέχνης επηρεάστηκε αρνητικά από την ανάμιξή του στην σκαιά «Υπόθεση Ρόθκο». Το 1970 ο επιστήθιος φίλος και σύντροφος του, Μαρκ Ρόθκο αυτοκτόνησε και ο Στάμος διορίστηκε συνδιαχειριστής της περιουσίας του. Τον επόμενο χρόνο, με πρωτοβουλία της κόρης του Ρόθκο, ξεκίνησαν πολυετείς δικαστικοί αγώνες εναντίον του Στάμου και των λοιπών διαχειριστών της περιουσίας του πατέρα της.
Κατηγορούνταν για την απόφασή τους να πουλήσουν 100 έργα του μεγάλου καλλιτέχνη στην γκαλερί «Μάρλμπορο» σε μειωμένες τιμές. Ο Στάμος θα καταβάλλει τότε ένα σεβαστό χρηματικό ποσό για να απεμπλακεί από την σκανδαλώδη υπόθεση. Η διεθνής καριέρα του όμως θα πάρει την κατιούσα εξαιτίας της ιδιότυπα ηθικοκεντρικής νοοτροπίας των μεγαλοαστικών συλλεκτικών κύκλων και των γκαλερί ανά τον κόσμο.
Αυτή η θλιβερή από πολλές πλευρές δοκιμασία και εμπειρία τον οδήγησε στο νησί της καταγωγής του και έτσι άρχισε να επισκέπτεται τακτικά την Ελλάδα με το ελκυστικό και ζωτικό της φως του νόστου. Το 1972 απέκτησε ένα διώροφο παλιό σπίτι στο λιμάνι της Λευκάδας και έκτισε εργαστήριο στην περιοχή του Άη Γιάννη, με θέα το ανοικτό Ιόνιο πέλαγος. Το 1975 δώρισε έργα του στην Εθνική Πινακοθήκη της Ελλάδας, τα οποία εκτέθηκαν το 1976.
Είχα δει την συλλογή των έργων του αυτών και είχα μελετήσει το άρτιο φάσμα των αναζητήσεων του, που απείχε από κάθε αναπαραστατική πρόθεση, αλλά σε μαγνήτιζαν με την ένταση, την αφαιρετική τους οντότητα και τις υπαινικτικές πινελιές. Τον συνάντησα πολύ αργότερα κατά την διάρκεια των εικαστικών σπουδών μου στο Μανχάταν το 1984, στην Ericson Gallery.
Ομολογουμένως η μορφή του ήταν κουρασμένη και η συμπεριφορά του επιφυλακτική, μου μίλησε όμως με ενθουσιασμό για τις συχνές επισκέψεις του στη Λευκάδα. Το 1985 είδα στην kouros Gallery N.Y.C. έκθεση με έργα του από την σειρά «Ιερουσαλήμ», με εκθαμβωτικές χρωματικές τονικότητες και καλλιγραφικά ιδεοσχήματα στα ατέρμονα πεδία.
Ο Στάμος αναζητεί και αποκρυσταλλώνει στα έργα του ένα συνδυασμό ατέρμονων χρωματικών πεδίων με πρότυπο την διεισδυτική πνευματικότητα και το ποιητικό αίσθημα του Ρόθκο.
Τα αρχετυπικά μοτίβα του σκεπτικού και της κοσμοθεωρίας του αξιοποιούν διδάγματα από την τέχνη των Ινδιάνων, των χαρακτικών του Ανρί Ματίς, του Φράντς Κούπκα, του Ζώρζ Ματιέ κ.α. Οι πρώτοι του πίνακες (1945-1946) κυριαρχούνται από βιομορφικά θέματα, ενώ τα ύστερα έργα του καταγράφουν εικαστικά αυτή καθ’ εαυτή την εμπειρία της προσωπικής του ύπαρξης και τους αρχέγονους κραδασμούς της.
Γενικά, η δημιουργία του έχει επηρεαστεί από τον μυστικισμό της Ανατολής και τη διδασκαλία του Ζεν, εμβαπτισμένη στα χρώματα της λυρικής ατμόσφαιρας που βίωσε με την επιστροφή στο νησί του.
Η Λευκάδα που ανανέωσε την έμπνευση του, τον τίμησε με Δημοτική Αίθουσα Τέχνης που φέρει το όνομα του. Νομίζω ότι ειδικά στη σειρά έργων του «Λευκάδα» αναδεικνύει αποφασιστικά την προσωπική γραφή του πλήρως αφομοιωμένη και έξοχα διατυπωμένη με την ποιητική του χρώματος και την γεωγραφική σημειολογία. Ο Θεόδωρος Στάμος απεβίωσε το 1997, στο Νοσοκομείο των Ιωαννίνων, ύστερα από μακρά ασθένεια και ενταφιάστηκε στη Λευκάδα, στο πατρικό του χωριό, τους Τσουκαλάδες.
Την ίδια χρονιά η Εθνική Πικακοθήκη και Μουσείο Αλ. Σούτζου παρουσίασε μεγάλη αναδρομική έκθεση του και εξέδωσε τεκμηριωμένο κατάλογο με επιμέλεια της ιστορικού τέχνης Άννας Καφέτζη. Έκτοτε έχουν πραγματοποιηθεί εκθέσεις έργων του σε μουσεία, ιδρύματα και γκαλερί, που συντελούν στην ουσιαστική προσέγγιση και αξιολόγηση των πρωτοποριακών εικαστικών του καταθέσεων, οι οποίες καταξιώνονται από το χρίσμα του αέναου νόστου και την εμβάθυνση της βιωματικής εκφραστικής του έντασης.
* O Κώστας Ευαγγελάτος είναι Ζωγράφος, Λογοτέχνης, θεωρητικός της τέχνης.