Site icon Artviews

Οι εικαστικές ψυχογραφικές ωδίνες του Έντβαρντ Μουνκ

oi-eikastikes-psychografikes-odines-tou-entvarnt-mounk

Έντβαρντ Μουνκ, Το άρρωστο παιδί, 1897

Γράφει ο Κώστας Ευαγγελάτος,
Ζωγράφος, Λογοτέχνης, Θεωρητικός της τέχνης

Ο Έντβαρντ Μουνκ γεννήθηκε σε χωριό του Λέτεν της Νορβηγίας. Ο πατέρας του Κρίστιαν Μουνκ ήταν ιατρικός υπάλληλος. Η οικογένεια μετακόμισε στην Χριστιανία, το σημερινό Όσλο το 1864. Η μητέρα του όμως πέθανε από φυματίωση το 1868, όπως και η αγαπημένη του αδελφή Γιόχανε Σόφιε το 1877. Ο Κρίστιαν Μουνκ δίδαξε τον γιο του ιστορία και λογοτεχνία και διασκέδαζε τα παιδιά του με τις αλλόκοτες ιστορίες του Αμερικανού συγγραφέα Έντγκαρ Άλλαν Πόε. Ο Μούνκ ανέφερε για τον πατέρα του, που πέθανε επίσης νέος το 1889, ότι ήταν νευρικός και εμμονικά θρησκόληπτος.

Τα πρώτα σχέδια και οι υδατογραφίες του απεικόνιζαν εσωτερικούς χώρους σπιτιών και μεμονωμένα αντικείμενα, όπως μπουκάλια φαρμάκων, όργανα σχεδίασης, και ορισμένα τοπία. Το 1879 ο Μουνκ γράφτηκε σε τεχνικό κολλέγιο. Έμαθε σχεδίαση με κλίμακα και προοπτική, αλλά οι συχνές ασθένειες διέκοπταν τις σπουδές του. Τον επόμενο χρόνο εγκατέλειψε το κολλέγιο αποφασισμένος να γίνει ζωγράφος. Ο πατέρας του θεωρούσε την καλλιτεχνία «ανέντιμο επάγγελμα» και οι γείτονες του αντέδρασαν πικρόχολα. Ο Μουνκ σημείωσε στο ημερολόγιό του: «Στην τέχνη μου προσπαθώ να ερμηνεύσω την ζωή και την σημασία της για εμένα».

Έντβαρντ Μουνκ, 1910

Το 1881 γράφτηκε στη Βασιλική Σχολή Τέχνης και Σχεδιασμού της Χριστιανίας. Το 1883 ο Μουνκ έκανε την πρώτη του δημόσια έκθεση και μοιράστηκε ένα στούντιο με άλλους σπουδαστές. Αρχικά πειραματίστηκε με ποικίλα στυλ. Ο ίδιος ο Μουνκ δήλωσε: “Οι ιδέες μου εξελίχθηκαν υπό την επιρροή των μποέμ. Πολλοί έχουν λανθασμένα υποστηρίξει ότι διαμορφώθηκαν από την επιρροή του Στρίντμπεργκ και των Γερμανών, αλλά αυτό είναι λανθασμένο».

Αισθανόταν αμηχανία με την σεξουαλική επανάσταση της εποχής του και την ανεξαρτησία των γυναικών και στράφηκε σε μια κυνική προσέγγιση των σεξουαλικών ζητημάτων, με έργα του και το μακροσκελές ποίημα «Η Πόλη του Ελεύθερου Έρωτα».

Μετά από πολλούς πειραματισμούς ο Μουνκ συμπέρανε ότι το ιδίωμα των ιμπρεσιονιστών δεν του ταίριαζε. Αισθανόταν την ανάγκη να εξερευνήσει καταστάσεις γεμάτες εκφραστική ενέργεια εικονογραφώντας το «ημερολόγιο της ψυχής του». Άρχισε να υπολογίζει προσεκτικά τις συνθέσεις του, για να δημιουργήσει ένταση και συναίσθημα επηρεασμένος στιλιστικά από τους μεταιμπρεσιονιστές.

Έντβαρντ Μουνκ, Χωρισμός II, 1896

Το 1889 παρουσίασε την πρώτη του ατομική έκθεση και έλαβε διετή κρατική υποτροφία για να μελετήσει στο Παρίσι. Έφθασε στο Παρίσι κατά την διάρκεια των εορτασμών της Διεθνούς Έκθεσης και έμεινε με δύο συναδέλφους Νορβηγούς καλλιτέχνες. Επηρεασμένος από το Γκωγκέν και από τα χαρακτικά του Γερμανού Μαξ Κλίνγκερ, ο Μουνκ πειραματίστηκε με πολλές λιθογραφικές εκτυπώσεις. Το 1896 δημιούργησε τις πρώτες του ξυλογραφίες ένα καινοτόμο μέσο για τις συμβολικές εικόνες του. Οι πίνακες του Μουνκ περιλάμβαναν σκίτσα από σκηνές σε ταβέρνες και μια σειρά από φωτεινά τοπία.

Έντβαρντ Μουνκ, Ο χορός της ζωής, 1899-1900

Το 1892 ο Μουνκ διατύπωσε τη χαρακτηριστική αισθητική του, όπου τοχρώμα είναι το στοιχείοφορέας του συμβολισμού. Η Ένωση Καλλιτεχνών του Βερολίνου προσκάλεσετον Μουνκ να εκθέσει έργα του. Ωστόσο οι πίνακές του προκάλεσαν έντονη αμφισβήτηση και μετά από μία εβδομάδα η έκθεση έκλεισε αν και ο Μουνκ παραδόξως έμεινε ευχαριστημένος με τη «μεγάλη αναταραχή».

Στο Βερολίνο ήρθε σε επαφή με ένα διεθνή κύκλο συγγραφέων, καλλιτεχνών και κριτικών και σκίτσαρε τις πρώτες ιδέες του, που θα συνέθεταν το μεγάλο έργο του «Ο Χορός της Ζωής». Οι έντονα ψυχογραφικές μορφές του έφθασαν στο αποκορύφωμα με την φιλοτέχνηση των τεσσάρων παραλλαγών της διάσημης «Κραυγής» καθώς και των λιθογραφικών εκτυπώσεων της από το 1893 μέχρι και το 1910. Η σύνθεση με αντιθετικές χρωματικές λωρίδες εκφράζει τις ωδίνες του πνευματικού άγχους. Η εκδοχή της, του 1893, κλάπηκε από την Εθνική Πινακοθήκη του Όσλο το 1994, αλλά ανακτήθηκε. Η τελική εκδοχή της, του 1910, κλάπηκε το 2004 από το Μουσείο Μουνκ, αλλά ανακτήθηκε το 2006 με μερικές ζημιές.

Έντβαρντ Μουνκ, Η κραυγή

Το 1897 ο Μουνκ αγόρασε θερινή κατοικία με θέα στα φιόρδ του Οσλο και την ονόμασε «Το Ευτυχισμένο Σπίτι». Το 1899 συνδέθηκε με την μεγαλοαστή Τούλα Λάρσεν. Ταξίδεψαν στην Ιταλία και όταν επέστρεψαν ο Μουνκ ξεκίνησε μια νέα γόνιμη περίοδο στην τέχνη του, που περιλάμβανε τοπία και τον τελικό πίνακα της σειράς «Ο Χορός της Ζωής». Το φθινόπωρο του 1908 το άγχος του Μουνκ, μετά από εκθέσεις έργων του, με αμφιλεγόμενη απήχηση σε συνδυασμό με υπερκατανάλωση αλκοόλ και καβγάδες, είχε επιδεινώσει την υγεία του και έτεινε προς την παράνοια. Η παραμονή του στο νοσοκομείο σταθεροποίησε την προσωπικότητά του και μετά την επιστροφή του στη Νορβηγία το 1909 το έργο του απέκτησε περισσότερο χρώμα και έγινε λιγότερο απαισιόδοξο. Ονομάστηκε εκεί Ιππότηςτου Βασιλικού Τάγματος του Αγίου Όλαφ.

Έντβαρντ Μουνκ, Μαντόνα, 1902

Το 1914 του ανατέθηκε να διακοσμήσει την Άουλα του Πανεπιστημίου του Όσλο και το έργο ολοκληρώθηκε το 1916. Η πρώτη του αμερικανική έκθεση έγινε το 1912 στη Νέα Υόρκη. Η έκρηξη του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου τον βρήκε ιδεολογικά διχασμένο. Όπως ομολόγησε «Όλοι οι φίλοι μου είναι Γερμανοί, αλλά αγαπώ τη Γαλλία». Την δεκαετία του 1940 οι Ναζίχαρακτήρισαν το έργο του Μουνκ ως εκφυλισμένη τέχνη, όπως και το έργο του Πικάσο, του Κλέε, του Ματίς και πολλών άλλων καλλιτεχνών της εποχής και αφαίρεσαν τα έργα τους από τα γερμανικά μουσεία. Το 1941 οι Γερμανοί εισέβαλαν στη Νορβηγία.

Έντβαρντ Μουνκ, Η αμαρτία, 1901

Μέχρι το τέλος της ζωής του το 1944 ο Μουνκ συνέχισε να ζωγραφίζει αυτοπροσωπογραφίες, με χαρακτηριστικό τους την ατομική συμβολική διάσταση σήψης και καταναγκαστικών συναισθημάτων που ωθούν τον άνθρωπο στην επιτακτική διάνοιξη του εσωτερικού του κόσμου. Η μεταθανάτια παγκόσμια αναγνώριση, μελέτη και απήχηση των έργων του είναι μεγάλη, όπως και οι σημαντικές επετειακές διοργανώσεις, εκδόσεις και εκθέσεις σε μουσεία ανά τον κόσμο. Η βιωματική τέχνη του άσκησε και εκπέμπει μια ιδιότυπα αυτοδύναμη έλξη που σαγηνεύει πνευματικά και φυχολογικά αποπνέοντας αισθητική ενσυναίσθηση.

Έντβαρντ Μουνκ, Αυτοπροσωπογραφία, 1895
Exit mobile version