Συνέντευξη στη Ζέτα Τζιώτη
Η Pasqualine Bossu (Πασκαλίν Μποσί), η Γαλλίδα εικαστικός που ζει εδώ και αγαπά την Ελλάδα θέλοντας να εκφράσει την αγάπη της για την ελληνική παράδοση, τη νοσταλγία της για τα οικεία πρόσωπα στη γενέτειρά της, αλλά και να θίξει το επίκαιρο ζήτημα της πολυπολιτισμικότητας και της ενσωμάτωσης σε μια ξένη κουλτούρα, δημιούργησε μια σειρά από πορτρέτα της οικογένειάς της με ελληνικές παραδοσιακές φορεσιές. Παρουσίασε λοιπόν την υπέροχη δουλειά της με τίτλο «Ρίζες – καταγωγές & παραδόσεις».
Στη θεματική αυτή συνδύασε τα γενετικά χαρακτηριστικά, τις ομοιότητες, τις ιδιαίτερες πτυχές του χαρακτήρα, τις ιστορίες ζωής και το κρυφό παρελθόν των προσώπων με τις κατάλληλες ελληνικές παραδοσιακές φορεσιές. Ερευνώντας σε βάθος την ελληνική επαρχία, τις παραδόσεις, τους χορούς και τις φορεσιές αποτίει φόρο τιμής στους προγονούς της, αποδίδοντάς τους μια νέα προσωπικότητα.
Συναντήσαμε την Pasqualine και μιλήσαμε για τις πηγές της έμπνευσής της, αλλά και για την αγάπη της για την Ελλάδα.
– Τι σε ενέπνευσε και επέλεξες ως θεματική γι’ αυτή τη δουλειά σου τους δεσμούς που σε συνδέουν με τις οικογενειακές σου ρίζες; Μήπως η νοσταλγία για τη γενέτειρά σου;
Ξεκίνησα αυτή τη δουλειά από αγάπη και θαυμασμό για την Ελλάδα και την ελληνική παραδοσιακή φορεσιά. Δεν είχε καν περάσει από το μυαλό μου ότι θα εξελισσόταν μ’ αυτόν τον τρόπο. Είχα αρχικά κάνει μια παρόμοια δουλειά για την εταιρεία COCOMAT, με την οποία συνεργάζομαι, χρησιμοποιώντας άγνωστα πρόσωπα με στολές από το Μαρόκο. Αυτή, όμως, η δουλειά είχε διακοσμητικό χαρακτήρα. Η αγάπη μου όμως για την Ελλάδα, στην οποία διαμένω μόνιμα πολλά χρόνια τώρα, ο θαυμασμός για την ελληνική παραδοσιακή ενδυμασία και η νοσταλγία μου για τους οικείους μου στη Γαλλία με ενέπνευσαν να δημιουργήσω αυτά τα πορτρέτα.
Πιο συγκεκριμένα, στα 20ά γενέθλια της κόρης μου μού γεννήθηκε η ιδέα αυτή. Μισή Γαλλίδα, μισή Ελληνίδα η κόρη μου σκέφτηκα, ότι θα ήταν το κατάλληλο πρόσωπο για ένα τέτοιο πορτρέτο. Θέλησα, λοιπόν, να της «φορέσω» ένα ένδυμα ταιριαστό μ’ εκείνη και επειδή μεγάλωσε στον Νομό Αττικής, της διάλεξα κάτι ανάλογο. Έτσι, δημιούργησα το πρώτο πορτρέτο της θεματικής αυτής. Αφοσιώθηκα σ’ αυτή τη δουλειά και θέλησα να εκφραστώ από τα βάθη της καρδιάς μου για τη χώρα που αγαπώ, σέβομαι και ζω με την οικογένειά μου.
– Όπως αντιλαμβανόμαστε, θεωρείς την «οικογένεια» βάση και κινητήρια δύναμη για δημιουργία. Θα ήθελες να μας μιλήσεις γι’ αυτό;
Είναι αλήθεια αυτό! Για μένα η οικογένεια είναι η αφετηρία για δημιουργία. Και για να γίνω πιο συγκεκριμένη, θα σας διηγηθώ το περιστατικό που με ώθησε στη δημιουργία και ολοκλήρωση αυτής της θεματικής.Η κόρη μου σπούδασε θέατρο. Παρακολουθώντας την παράσταση η «Μητέρα του σκύλου» από το βραβευμένο και πολυμεταφρασμένο μυθιστόρημα του Παύλου Μάτεσι, που έχει σαν θέμα τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια μιας κοπέλας, λίγο πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο την Κατοχή σε ένα επαρχιακό χωριό και τη σχέση με την μητέρα της, ήρθε στο μυαλό μου η ιστορία και η σχέση της γιαγιάς μου με την προγιαγιά μου.
“Οι τοπικές ενδυμασίες, εμπνευσμένες από τις συλλογές του Μουσείου Μπενάκη, αντιπροσωπεύουν την οικογενειακή κληρονομιΑ που περνάει από γενιά σε γενιά ανά τους αιώνες”
Οι γυναίκες αυτές χωρίστηκαν από τη φρίκη και τις συνθήκες του πολέμου. Φαντάστηκα, λοιπόν, ότι θα μπορούσα να τις παρουσιάσω να φορούν μικρασιατικές παραδοσιακές φορεσιές. Επίσης, με ερέθισμα αυτό και σκεπτόμενη ότι το ένδυμα του γάμου και τα χρυσαφικά που τον κοσμούν είναι ο θησαυρός της οικογένειας και αυτός κληρονομείται από γενιά σε γενιά, σχηματοποιήθηκε στο μυαλό μου η ιδέα να ζωγραφίσω τις γυναίκες του γενεαλογικού δέντρου της κόρης μου και να ολοκληρώσω έτσι αυτήν τη θεματική.
Οι τοπικές αυτές ενδυμασίες, εμπνευσμένες από τις συλλογές του Μουσείου Μπενάκη, αντιπροσωπεύουν την οικογενειακή κληρονομιά που περνάει από γενιά σε γενιά ανά τους αιώνες.
– Από ποιους καλλιτέχνες και ποιες άλλες πηγές πιστεύεις ότι έχεις επηρεαστεί;
Θα μπορούσα να πω ότι η επιρροή μου σ αυτή τη δουλειά είναι έντονη από τον Gustav Klimt. Χρησιμοποιώ λάδι με μια mixed τεχνική και σε κάποια έργα υπάρχει έντονο το χρυσό χρώμα. Δίνω έμφαση στο πρόσωπο και παρουσιάζω το έργο χωρίς προοπτική. Για το φόντο διαλέγω κάποια λεπτομέρεια από τη φορεσιά. Για την θεματική αυτή συνέλεξα φωτογραφίες κυρίως από το Μουσείο Μπενάκη, αλλά και κάποιες άλλες πάρα πολύ παλιές με παραδοσιακές φορεσιές, τις οποίες προσπάθησα να τις αποδώσω με αυθεντικότητα στους πίνακες μου. Για παράδειγμα, η δική μου φορεσιά, στην αυτοπροσωπογραφία μου είναι μια παραδοσιακή φορεσιά από το 1795, ιδιαίτερα σπάνια και δυσεύρετη.
– Ποια είναι τα μελλοντικά σου σχέδια;
Θα ήθελα να ασχοληθώ με το γυναικείο γυμνό και να ονομάσω τη νέα θεματική «οδαλίσκες». Όπως ξέρουμε, οι οδαλίσκες ήταν στην πλειονότητά τους σκλάβες, που είχαν παραχωρηθεί στον σουλτάνο ως δώρο. Έτσι θα υπάρχει μια μικρασιατική απόχρωση στη δουλειά αυτή. Επηρεασμένη από τον Ευγένιο Ντελακρουά σκοπεύω να ζωγραφίσω Ελληνίδες και Γαλλίδες φίλες μου σε συσχετισμό με το ανατολίτικο πνεύμα.
* H συνέντευξη δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “axianews”
Photo: Aris Roupinas