Ρεγγίνα Παντελίδη : Καλύτερα να στοχεύεις ψηλά και να αποτύχεις,  παρά χαμηλά και να πετύχεις 

Συνέντευξη στη Ζέτα Τζιώτη 

Η Ρεγγίνα Παντελίδη, με μια εντυπωσιακή και πολυδιάστατη πορεία, ξεκίνησε τις σπουδές της στις κλασικές σπουδές στο Kings College του Λονδίνου, πριν στραφεί στον κόσμο του θεάτρου και ολοκληρώσει τις σπουδές της στο διάσημο Mountview Theatre School του Λονδίνου. Το 1993, η ερμηνεία της αναγνωρίστηκε στο London Festival of Ancient Greek Drama, σηματοδοτώντας την αρχή μιας σημαντικής καλλιτεχνικής διαδρομής. 

Συμμετοχή της σε κορυφαίες θεατρικές παραστάσεις στο βρετανικό θέατρο

Στο θέατρο, η Ρεγγίνα Παντελίδη συμμετείχε σε κορυφαίες παραστάσεις, όπως το “Three Sisters” της Kate Grunchley, το “All’s Well That Ends Well” σε σκηνοθεσία του Stuart Wood και το “Albertine in Five Times” του Mark Thomson. Με εξαιρετική υποκριτική ικανότητα, ερμήνευσε ρόλους στο “The Bitter Tears of Petra Von Kant” υπό τη σκηνοθεσία της Ruth Ben Tovim και στο “Seneca’s Oedipus”, σε προσαρμογή του Ted Hughes.

Στο Cochrane Theatre του West End, έκανε αισθητή την παρουσία της στην παράσταση “Oregano Fields”, ενώ συνεργάστηκε με το Theatre Lab στο “Dangerous Corner” του J.B. Priestley.

Διαδρομή στο θέατρο στην Ελλάδα

Η θεατρική της διαδρομή την οδήγησε επίσης σε σπουδαία έργα, όπως ο “Ριχάρδος ο 3ος” με τον Γιώργο Κιμούλη, το “City to City Cabaret” του Nigel Charnock, καθώς και στις παραστάσεις “Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ” σε σκηνοθεσία Ρέϊνας Εσκενάζυ και “Ο Γιαννάκης”, σε σκηνοθεσία Νικολέττας Βλαβιανού. 

Παρουσία στον Ελληνικό κινηματογράφο

Η παρουσία της στον κινηματογράφο είναι εξίσου αξιοσημείωτη, με πρωταγωνιστικούς ρόλους στις ταινίες “Βαρέα & Ανθυγιεινά” του Αντώνη Παπαδόπουλου, “Οι νύφες” του Παντελή Βούλγαρη, “Μαφιόζοι στο Αιγαίο” του Gergely Fonyo, “Ο αρσιβαρίστας και ο άγγελος” της Ελένης Αλεξανδράκη, “Λάρισα-Εμπιστευτικό” του Στράτου Μαρκίδη και πιο πρόσφατα στην ταινία “Ουζερί Τσιτσάνης” του Μανούσου Μανουσάκη. 

Τηλεοπτική παρουσία της Ρεγγίνας Παντελίδη

Η τηλεοπτική της πορεία είναι αντιστοίχως σπουδαία, με σημαντικές εμφανίσεις σε παραγωγές όπως “Έχω ένα μυστικό” της Ρέϊνας Εσκενάζυ, “Γ4” του Σέργιου Κωνσταντινίδη, “Χωρίς όρια” και “Της αγάπης μαχαιριά” του Στράτου Μαρκίδη, “Singles” του Παναγιώτη Κράβα, “Μια αγάπη μια ζωή” του Σπύρου Καπώνη και “Χορεύοντας στη σιωπή” του Γιώργου Κορδέλλα, «Κρεσέντο» του Δημήτρη Σοφιανόπουλου μεταξύ άλλων. 

Οι συνεργασίες της με καταξιωμένους σκηνοθέτες και η ερμηνεία της σε μια ευρεία γκάμα ρόλων, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, αποδεικνύουν την εξαιρετική καλλιτεχνική της ικανότητα να προσαρμόζεται με απόλυτη δεξιοτεχνία σε διαφορετικά είδη και ρόλους 

Ρεγγίνα Παντελίδη
Ρεγγίνα, πώς ξεκινήσατε να ασχολείστε με το θέατρο; 

-Μικρή είχα στο μυαλό μου να γίνω αρχαιολόγος. Το θέατρο προέκυψε συγκυριακά. 

Γεννήθηκα στο Λονδίνο, μεγάλωσα στην Αθήνα και επέστρεψα στο Λονδίνο για να σπουδάσω αρχαιολογία. Κάποια στιγμή, κατά τη διάρκεια της δεύτερης χρονιάς, υπήρξε αναζήτηση για μία καλλιτέχνιδα — ή έστω μία ερασιτέχνη — που να μπορεί να μιλήσει αρχαία ελληνικά με ερασμιακή προφορά, καθώς επρόκειτο για το Φεστιβάλ Αρχαίου Ελληνικού Δράματος που θα φιλοξενούνταν στο Βρετανικό Μουσείο. 

Αναζητώντας λοιπόν τέτοιο πρόσωπο στα πανεπιστήμια, κατέληξαν σε μένα. Κάποιοι τούς είπαν ότι υπάρχει μια Ελληνίδα στο King’s College London. Ήρθαν, με βρήκαν και μου πρότειναν να συμμετάσχω. Μου το είπαν για την πλάκα, όπως λένε και οι Άγγλοι “the rest is history”. Τελικά, η παράσταση έγινε και πήγε εξαιρετικά. 

Στο τέλος της δεύτερης βραδιάς, εμφανίστηκε ένας ευγενικός κύριος και μου είπε ότι κάθε χρόνο βοηθάει αφιλοκερδώς ένα αγόρι και ένα κορίτσι να μπουν σε δραματικές σχολές στην Αγγλία. Ήταν μια απρόσμενη συνάντηση που, όπως αποδείχθηκε, άλλαξε την πορεία μου. 

-Έχετε σπουδάσει θέατρο στην Μεγάλη Βρετανία, ένα εξαιρετικό φυτώριο υποκριτικής. Θα θέλατε να μας μιλήσετε για αυτό, δηλαδή για την ιστορία που έχει η Βρετανία στο θέατρο; 

-Η Μεγάλη Βρετανία κατέχει μια πλούσια και πολυδιάστατη θεατρική παράδοση, η οποία έχει διαμορφωθεί μέσα από αιώνες και έχει επηρεάσει βαθιά την παγκόσμια σκηνή.  

Από τον 16ο αιώνα, με τον Ουίλιαμ Σαίξπηρ, έως τον 20ό και 21ό αιώνα, με σύγχρονους καλλιτέχνες το βρετανικό θέατρο έχει αναδείξει αμέτρητους ταλαντούχους ηθοποιούς και συγγραφείς. 

Η Ιστορική Εξέλιξη του Βρετανικού Θεάτρου αποτελεί κάτι το μοναδικό. 

Η Ελισαβετιανή Περίοδος τον 16ος αιώνα, η εποχή του Σαίξπηρ σηματοδότησε την άνθηση του θεάτρου στο Λονδίνο, με θέατρα όπως το Globe να γίνονται κέντρα πολιτισμού. 

Τον 17ο και 18ο αιώνα, θέατρα όπως το Old Vic, που ιδρύθηκε το 1818, αποτέλεσαν πυρήνες θεατρικής δημιουργίας. Το Old Vic, για παράδειγμα, φιλοξένησε τον θίασο που αποτέλεσε τον πυρήνα του Εθνικού Θεάτρου της Μεγάλης Βρετανίας κατά την ίδρυσή του το 1963.  

Τον 19ο αιώνα, η βικτωριανή εποχή είδε την ανάπτυξη του μουσικού θεάτρου και της οπερέτας, με σημαντικές συνεισφορές από καλλιτέχνες όπως ο Gilbert και ο Sullivan. 

Ο δε 20ός αιώνας  είναι η εποχή που χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση του “θεάτρου του παραλόγου” και πειραματικών μορφών, με σκηνοθέτες να ανανεώνουν το βρετανικό θέατρο. Ο Peter Hall, για παράδειγμα, παρουσίασε στην Επίδαυρο το 1988 το “Χειμωνιάτικο παραμύθι”, το “Κυμβελίνο” και την “Τρικυμία”.  

Ρεγγίνα Παντελίδη
-Ποιοι σύγχρονοι Βρετανοί θεατρικοί καλλιτέχνες ξεχωρίζουν κατά τη γνώμη σας; 

-Αντιλαμβάνεστε ότι μιλάμε για ένα φυτώριο καλλιτεχνών που διασχίζουν τους αιώνες! Θα αναφερθώ σε κάποιους χωρίς να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και άλλοι που άφησαν μύθο.  

Λατρεύω τους Steven Fry, David Hare, Harold Pinter και Tom Stoppard. Θα ήθελα επίσης να αναφερθώ στην αγαπημένη Judi Dench, ηθοποιό με πλούσια καριέρα στο θέατρο και τον κινηματογράφο, που έχει τιμηθεί με πολυάριθμα βραβεία για την ερμηνεία της. 

Εκτιμώ την καταπληκτική Helen Mirren, που είναι γνωστή για την υποκριτική της δεινότητα και έχει ερμηνεύσει ποικίλους ρόλους τόσο στο θέατρο, όσο και στον κινηματογράφο. Την ελληνικής καταγωγής Kathrin Hunter, που έχει σαρώσει τα Olivier Awards. Τον μοναδικόςJeremy Irons, με μια καριέρα που εκτείνεται σε δεκαετίες. Έχει αναγνωριστεί για την ευρεία γκάμα ρόλων του. Τον Benedict Cumberbatch, που αναδείχθηκε μέσα από τηλεοπτικές και θεατρικές παραγωγές, κερδίζοντας διεθνή αναγνώριση. Την πολυβραβευμένη Olivia Colman, με μια σειρά από βραβευμένες ερμηνείες, έχει εδραιώσει τη θέση της ως μία από τις κορυφαίες ηθοποιούς της γενιάς της. 

Επίσης τι να πούμε για τους βρετανούς σκηνοθέτες! 

Θα αναφέρω μόνο τον Peter Hall, τον ιδρυτή του Εθνικού Θεάτρου, συνέβαλε σημαντικά στην ανανέωση του βρετανικού θεάτρου.  

Δεν μπορώ να μην αναφέρω στον κινηματογράφο τον Mike Leigh και Stanley Kubrick. 

Το βρετανικό θέατρο συνεχίζει να εξελίσσεται, συνδυάζοντας την πλούσια ιστορία του με σύγχρονες προσεγγίσεις, διατηρώντας τη θέση του ως έναν από τους πιο σημαντικούς θεσμούς πολιτισμού παγκοσμίως.

Η πιο σημαντική συνειδητοποίηση που αποκόμισα από την εμπειρία μου στο Mountview 

ήταν ότι ο καλός ηθοποιός δεν γεννιέται, αλλά γίνεται 

 -Για εμάς που δεν έχουμε εξοικείωση με το βρετανικό θέατρο, θα μπορούσατε να μας μιλήσετε για τις πιο διακεκριμένες θεατρικές σχολές της Μεγάλης Βρετανίας; 

-Η Μεγάλη Βρετανία φιλοξενεί μερικές από τις πιο αναγνωρισμένες δραματικές σχολές παγκοσμίως, προσφέροντας εξαιρετική εκπαίδευση και προετοιμασία για μια καριέρα στον χώρο του θεάματος. Θα σας αναφέρω κάποιες που ξεχωρίζω προσωπικά, τόσο εντός όσο και εκτός Λονδίνου αν νομίζετε ότι αυτό θα έχει ενδιαφέρον για τους αναγνώστες σας. 

Το London Academy of Music and Dramatic Arts (LAMDA) από το 1861, αποτελεί μία από τις παλαιότερες και πιο σεβαστές δραματικές σχολές στον κόσμο.  Η Royal Academy of Dramatic Art από το 1904, είναι γνωστή για την αυστηρή της εκπαίδευση και την έμφαση στην κλασική υποκριτική.  

Πολλοί διάσημοι ηθοποιοί είναι απόφοιτοι της Το Central School of Speech and Drama, σχολή ανήκουσα στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, προσφέρει μια ποικιλία προγραμμάτων που καλύπτουν την υποκριτική, τη σκηνοθεσία και τις τεχνικές πτυχές του θεάματος.  

Η Mountview Academy of Dramatic Arts, που βρίσκεται στο Λονδίνο και είναι γνωστή για την ποιότητα της εκπαίδευσής της στον τομέα του θεάματος και προσφέρει προγράμματα σε υποκριτική, μουσικό θέατρο και άλλες σχετικές τέχνες.   

Η Bristol Old Vic Theatre School έχει παράδοση στην εκπαίδευση ηθοποιών και άλλων καλλιτεχνών του θεάματος. Το Royal Conservatoire of Scotland (Glasgow) βρίσκεται στο Γλασκώβη και προσφέρει υψηλής ποιότητας εκπαίδευση σε διάφορους τομείς του θεάματος, συμπεριλαμβανομένης της υποκριτικής. The Oxford School of Drama είναι γνωστή για την εξατομικευμένη προσέγγισή της στην εκπαίδευση ηθοποιών, προσφέροντας εντατικά προγράμματα που επικεντρώνονται στην πρακτική εμπειρία και την ανάπτυξη δεξιοτήτων. 

Αντιλαμβάνεστε ότι επιλογή της κατάλληλης δραματικής σχολής είναι καθοριστική για την καλλιτεχνική πορεία του νέου ηθοποιού.  

Ρεγγίνα Παντελίδη
-Από την εμπειρία σας, οι σχολές αυτές δέχονται δύσκολα μαθητές από άλλες χώρες εκτός Βρετανίας; 

Οι δραματικές σχολές της Μεγάλης Βρετανίας είναι ανοιχτές σε όλους τους υποψήφιους, ανεξαρτήτως εθνικότητας. Ωστόσο, υπάρχει μια παγίδα που μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη για όσους προέρχονται από χώρες, όπου τα αγγλικά δεν είναι η μητρική γλώσσα. Επειδή τα αγγλικά είναι μια παγκόσμια γλώσσα και συχνά διδάσκονται από μικρή ηλικία, πολλοί πιστεύουν ότι την κατέχουν επαρκώς. Στην πραγματικότητα, όμως, το να κατανοείς μια γλώσσα σε καθημερινό επίπεδο και το να την χρησιμοποιείς με την απαιτούμενη επιδεξιότητα για θεατρική απόδοση είναι δύο διαφορετικά πράγματα.  

Για αυτό οι λιγοστοί μαθητές που γίνονται δεκτοί είναι κατά κύριο λόγο Άγγλοι, Σκώτοι, Ουαλοί και Ιρλανδοί. Αυτό συμβαίνει γιατί οι αγγλόφωνοι, ως φυσικοί ομιλητές της γλώσσας, έχουν μεγαλύτερη ευχέρεια και άνεση κάτι που είναι εξαιρετικά σημαντικό. 

Η ευχέρεια και η εκφραστικότητα του λόγου επηρεάζουν σημαντικά την απόδοση του ηθοποιού. Οι δραματικές σχολές απαιτούν από τους μαθητές τους να είναι σε θέση να εκφράζουν και να μεταδίδουν τα συναισθήματα, τις σκέψεις και τις αντιφάσεις των χαρακτήρων με τρόπο που να είναι απόλυτα κατανοητός και εκφραστικός. Οι υποκριτικές σχολές απαιτούν μια εξαιρετική τεχνική χρήση της γλώσσας, που περιλαμβάνει ευχέρεια στη διαχείριση του ρυθμού, της έντασης, της τονικότητας και της φωνητικής διαύγειας.  

-Τι προσόντα θα πρέπει να έχει ο υποψήφιος για να έχει ελπίδες να επιλεγεί σε αυτές τις Σχολές; 

– Για να γίνουν δεκτοί σε κορυφαίες δραματικές σχολές της Βρετανίας, οι νέοι ηθοποιοί πρέπει να αφήσουν τον εγωισμό τους στο σπίτι και να προσεγγίσουν την εκπαίδευση με ταπεινότητα και ανοιχτό μυαλό. Κατά τη διάρκεια των σπουδών, είναι σημαντικό να «ξεχάσουν» όσα νομίζουν ότι ξέρουν και να γίνουν ένα «λευκό χαρτί», έτοιμοι να μάθουν νέες τεχνικές και να ανακαλύψουν τον εαυτό τους. Η περιέργεια, η σκληρή δουλειά και η διάθεση για συνεχιζόμενη βελτίωση είναι κλειδιά για την επιτυχία τους. Μόνο όταν ολοκληρώσουν αυτή τη διαδικασία, θα είναι έτοιμοι να ανασύρουν τον εγωισμό τους και να τον εκφράσουν ελεύθερα.. 

 -Ποιες οι αναμνήσεις και τα βιώματά σας από το MountView Theater School; 

-Η εμπειρία μου στο Mountview Theatre School ήταν μοναδική και καθοριστική για την καλλιτεχνική μου πορεία. Θυμάμαι μια ομάδα νέων ανθρώπων με μαύρα κολλητά ρούχα, καθισμένους οκλαδόν, να μας διδάσκει η Judi Dench. Εκείνη τη στιγμή, ένιωθα ότι βρισκόμουν στην κορυφή του κόσμου. Υπήρχε φόβος και άγνοια, αλλά και μια ακατανίκητη θέληση που τελικά αποδείχθηκε πιο ισχυρή ακόμα και από το ταλέντο.  

Η δουλειά ήταν εξαντλητική. Δουλεύαμε νυχθημερόν, και ειδικά τον χειμώνα, μπαίναμε στο σχολείο τη νύχτα και βγαίναμε νύχτα, χωρίς να έχουμε χρόνο για Σαββατοκύριακα. Κάποιοι από τους συμφοιτητές μου δεν άντεξαν την πίεση, αλλά για μένα, η ένταση αυτή ήταν μέρος της διαδικασίας.  

Ήμουν λίγο μεγαλύτερη από τους υπόλοιπους, καθώς είχα ολοκληρώσει ήδη το ΒΑ στις κλασικές σπουδές στο King’s College London . Αυτά τα δύο-τρία χρόνια διαφορά και η μόρφωσή μου με βοήθησαν πολύ να αντεπεξέλθω στις απαιτήσεις του σχολείου. 

Η πιο σημαντική συνειδητοποίηση που αποκόμισα από την εμπειρία μου στο Mountview ήταν ότι ο καλός ηθοποιός δεν γεννιέται, αλλά γίνεται. Το ταλέντο είναι αναμφισβήτητα σημαντικό, αλλά η σκληρή δουλειά, η επιμονή και η συνεχής εξέλιξη είναι αυτά που τελικά καθορίζουν την επιτυχία στον τομέα της υποκριτικής. 

 -Τα τελευταία χρόνια έχετε αποτραβηχτεί από την οθόνη και το θέατρο και ασχολείστε ιδιαίτερα με την διδασκαλία υποκριτικής και την υποκριτική στην αγγλική γλώσσα. Είναι δύσκολη η αφοσίωση σε αυτό; 

– Πιστεύω ότι η δουλειά του καλού δασκάλου είναι να δείχνει στον μαθητή πως να φτάσει εκεί που πρέπει πιο γρήγορα. Με άλλα λόγια να διευκολύνει, αυτό είναι κάτι που εμένα μου βγήκε πολύ εύκολα. Ομολογώ ότι εξεπλάγην! 

-Ποια άλλα ελληνικά φιλμ που έχετε συμμετάσχει ξεχωρίζετε; 

– Ένα από τα ελληνικά φιλμ που ξεχωρίζω είναι το  «Βαρέα και Ανθυγιεινά», το οποίο σκηνοθέτησε ο Αντώνης Παπαδόπουλος, επί χρόνια διευθυντής του Φεστιβάλ Δράμας. Η ταινία αυτή είχε και τιμητική συμμετοχή στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Μόσχας, γεγονός που την καθιστά ιδιαίτερα σημαντική για μένα.  

Η συνεργασία με τον Παπαδόπουλο ήταν εξαιρετική, καθώς με βοήθησε να αναδείξω τον χαρακτήρα μου μέσα από έναν ιδιαίτερο και συναισθηματικά φορτισμένο ρόλο. Το «Βαρέα και Ανθυγιεινά» ήταν μια πολύτιμη εμπειρία που μου έδωσε την ευκαιρία να συμμετέχω σε μια ταινία με βαθιά κοινωνικά μηνύματα, και να συνεισφέρω σε μια δουλειά που είχε διεθνή αναγνώριση. 

 -Από τις παραγωγές που έχετε συμμετάσχει στην μικρή οθόνη, ποιες ξεχωρίζετε; 

– Από τις παραγωγές που έχω συμμετάσχει στην μικρή οθόνη, ξεχωρίζω όλες τις δουλειές των Στράτου Μαρκίδη, Μανούσου Μανουσάκη, Χρήστου Δήμα και Δημήτρη Σοφιανόπουλου. Είχα την τύχη να συνεργαστώ επανειλημμένα μαζί τους, και κάθε μία από τις δουλειές τους ήταν μια ξεχωριστή εμπειρία. 

Ο Στράτος Μαρκίδης έχει μια μοναδική ικανότητα να δημιουργεί έργα γεμάτα συναισθηματική ένταση και κοινωνική διάσταση, και οι συνεργασίες μας, όπως στο  «Της Αγάπης Μαχαιριά» και «Χωρίς όρια» , με δίδαξαν πολλά. Ο Μανούσος Μανουσάκης, με τη χαρακτηριστική του ικανότητα να αφηγείται ιστορίες που συνδυάζουν την ιστορία και την προσωπική τραγωδία, έφερε μια άλλη διάσταση στις παραγωγές στις οποίες συμμετείχα, όπως στο  «Ουζερί Τσιτσάνης». 

Ο Χρήστος Δήμας και ο  Δημήτρης Σοφιανόπουλος , με τις προσεγμένες σκηνοθεσίες τους, έφεραν κάτι ιδιαίτερο σε κάθε πρότζεκτ, είτε πρόκειται για δραματικές σειρές, είτε για κωμωδίες, με μια μοναδική ικανότητα να επενδύουν στους χαρακτήρες και να δημιουργούν αυθεντικούς κόσμους. Αυτές οι συνεργασίες, λοιπόν, με σκηνοθέτες που εκτιμώ βαθιά, έχουν αποτελέσει σημαντικό μέρος της καλλιτεχνικής μου πορείας στην τηλεόραση. 

-Μιλήστε μας για τις «Νύφες» και τον Παντελή Βούλγαρη και για το «Ουζερί Τσιτσάνης» και τον Μανούσο Μανουσάκη. 

– Οι ταινίες «Οι Νύφες» και «Ουζερί Τσιτσάνης» ήταν για μένα δύο εντελώς διαφορετικά ταξίδια σε άλλες εποχές, αλλά και οι δύο ήταν εξαιρετικά πολύτιμες εμπειρίες. 

Η συνεργασία μου με τον Παντελή Βούλγαρη  στην ταινία «Οι Νύφες»  ήταν ιδιαίτερη. Ο Βούλγαρης έχει έναν μοναδικό τρόπο να αφηγείται τις ιστορίες του, εστιάζοντας σε ανθρώπινες σχέσεις και συναισθηματικές εντάσεις. Αυτή η ταινία, που διαδραματίζεται σε μια ιστορική εποχή, απαιτούσε από εμάς τους ηθοποιούς να μπούμε βαθιά στους χαρακτήρες και να μεταφέρουμε το βάρος και την ένταση των συνθηκών εκείνης της εποχής. Η εμπειρία αυτή με σημάδεψε, καθώς ο Βούλγαρης είναι ένας σκηνοθέτης που μπορεί να προκαλέσει τους ηθοποιούς του να ανακαλύψουν και να αποδώσουν την αλήθεια του χαρακτήρα τους με εξαιρετική ευαισθησία. 

Από την άλλη, το «Ουζερί Τσιτσάνης»  του Μανούσου Μανουσάκη ήταν ένα εντελώς διαφορετικό ταξίδι. Η ταινία αυτή μας μεταφέρει σε μια εποχή γεμάτη ένταση. Το έργο αφορούσε τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης. Η συνεργασία με τον Μανούσο Μανουσάκη ήταν εξαιρετική, καθώς η σκηνοθεσία του ανέδειξε με μοναδικό τρόπο την ατμόσφαιρα και τα συναισθήματα που επικρατούσαν στην κοινωνία εκείνης της εποχής. Το γεγονός ότι η ταινία είναι γεμάτη μουσικά στοιχεία, ειδικά γύρω από τον θρυλικό μουσικό Βασίλη Τσιτσάνη, έδωσε μια άλλη διάσταση στην ερμηνεία των χαρακτήρων.  

Και οι δύο ταινίες με δίδαξαν πολλά. Ήταν ταξίδια που απαιτούσαν την πλήρη αφοσίωσή μου, αλλά και την ευχέρεια να προσαρμοστώ σε διαφορετικά είδη και ρυθμούς. Κάθε μία είχε τη δική της αξία και χάρη, και για μένα ήταν σημαντικό που είχα την ευκαιρία να συνεργαστώ με δύο τόσο σπουδαίους σκηνοθέτες.. 

-Μιλήστε μας για τις συμμετοχές σας στο αγγλικό θέατρο. Σε ποιες παραγωγές συμμετείχατε; 

– Η συμμετοχή μου στο αγγλικό θέατρο υπήρξε μια πολύ σημαντική και πολυδιάστατη εμπειρία για μένα. Έχω δουλέψει τόσο στο West End, όσο και στο Fringe για περίπου 10 χρόνια, και κάθε εμπειρία με δίδαξε κάτι διαφορετικό.  

Ξεχωρίζω τη συνεργασία μου με τη Ruth Ben Tovim, η οποία σκηνοθέτησε την παράσταση «The Bitter Tears of Petra Von Kant». Η δουλειά της είναι γεμάτη βάθος και συναισθηματική ένταση, και η συνεργασία μας με βοήθησε να ξεπεράσω πολλούς από τους φόβους μου. 

Επιπλέον, η συνεργασία μου με τον Nigel Charnock στο «City to City Cabaret» ήταν εξίσου πολύτιμη. Ο Charnock είχε έναν μοναδικό τρόπο να συνδυάζει τον χορό και το θέατρο, δημιουργώντας ένα περιβάλλον γεμάτο ένταση και ελευθερία έκφρασης. Αυτή η παράσταση μου έδωσε την ευκαιρία να εκφραστώ καλλιτεχνικά και να πειραματιστώ με το σώμα και τον λόγο, με έναν τρόπο που δεν είχα βιώσει ποτέ ξανά. 

Η δουλειά στο West End και στο Fringe με έχει βοηθήσει να εξελιχθώ ως ηθοποιός, δίνοντάς μου πολύτιμες εμπειρίες σε παραστάσεις που συνδυάζουν την ποιότητα, την αμφισβήτηση και την πρωτοτυπία. Κάθε μία από αυτές τις παραγωγές είχε τη δική της μοναδικότητα και σημαντικότητα στην καλλιτεχνική μου πορεία. 

-Μιλήστε μας για «Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ». 

-Στην παράσταση «Το Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ» βρέθηκα με έναν ιδιαίτερο τρόπο: ήρθα για να αντικαταστήσω μια ηθοποιό μέσα σε μία μέρα και τελικά έμεινα δύο χρόνια. Ήταν μια πολύ όμορφη και συγκινητική εμπειρία, καθώς αυτή η παράσταση βασισμένη στην πασίγνωστη αυτοβιογραφία είχε μεγάλη συναισθηματική φόρτιση και δυναμική.  

Η συνεργασία με ηθοποιούς όπως η Νικολέττα Βλαβιανού και ο Γιάννης Καρατζογιάννης ήταν εξαιρετική και ενισχύθηκε από την εξαιρετική σκηνοθεσία της Ρέϊνας Εσκενάζυ 

Ήταν μία παράσταση που απαιτούσε αφοσίωση και ευαισθησία, καθώς το έργο θίγει βαθιά ανθρώπινα ζητήματα, όπως ο πόλεμος, η προσφυγιά, και η απώλεια. Η συνύπαρξη με αυτούς τους σπουδαίους συνεργάτες και η συνεχής εξερεύνηση του έργου για τόσο μεγάλο διάστημα αποτέλεσαν μια εμπειρία που με σφράγισε και με βοήθησε να αναπτύξω την υποκριτική μου. 

Τι θα συμβουλεύατε ένα νέο άνθρωπο που θα σας έλεγε ότι θέλει να γίνει ηθοποιός. 

«Βάλε στόχο να μάθεις την τέχνη σου. Καλύτερα να στοχεύεις ψηλά και να αποτύχεις παρά χαμηλά και να πετύχεις». 

Πρέπει όμως να αντιληφθούμε ότι δεν έχει αξία μόνο ο πρώτος ρόλος! Όλοι οι συντελεστές στο θέατρο είναι εξίσου σημαντικοί, αλλιώς δεν μπορεί να υπάρξει το «θέατρο».

 

 

Share this
Tags
Zeta Tz
Zeta Tz
Η Ζέτα ασχολείται με τη μετάφραση, την αρθρογραφία και την αρχισυνταξία στο χώρο των ΜΜΕ του πολιτισμού. Έχει ασχοληθεί με την διοργάνωση εικαστικών εκθέσεων και εκδηλώσεων που αφορούν στην κοινωνική ευθύνη. Έχει λάβει τιμητική διάκριση από το Ίδρυμα Μπότση για δημοσιογραφική της δραστηριότητα στα θέματα πολιτισμού. Στο artviews.gr είναι υπεύθυνη της συντακτικής ομάδας.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

Αριέλα Βερτεμέρ: Η εννοιολογική τέχνη είναι ένα ισχυρό εργαλείο για την πρόκληση κριτικής σκέψης και συναισθηματικής ενδοσκόπησης 

Συνέντευξη στη Ζέτα Τζιώτη   Η Αριέλα Βερτεμέρ (Ariela Wertheimer), η διεθνούς φήμης εικαστικός, που κέρδισε το βραβείο του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου στη Βενετία με την...

Frontpage : Next στο Πολιτιστικό Κέντρο Μελίνα

Εν όψει της Παγκόσμιας Ημέρας Ελευθερίας του Τύπου 2025 Ομαδική Εικαστική Έκθεση & Πρωτοβουλίες γύρω από την κεντρική ιδέα της «Πρώτης Σελίδας», της «Πρώτης Είδησης»,...

Αφροδίτη Λίτη:  Η γλυπτική είναι για μένα ό,τι η αναπνοή για τον άνθρωπο 

Συνέντευξη στην Ζέτα Τζιώτη και την Μαργαρίτα Καρδαχάκη  Μετά την πρόσφατη ολοκλήρωση της έκθεσής της Αφροδίτης Λίτη με τίτλο "Το Ονειρικό και το Όνειρο: Οι...

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

More like this