Η σχεδιάστρια κοσμημάτων της Art Deco εξυμνείται για την πρωτοποριακή της λαμπρότητα, όμως η μεγάλη της επιτυχία συνοδεύτηκε με μια μεγάλη τραγωδία. Με την αφορμή τριών σπάνιων κοσμημάτων που έρχονται για δημοπρασία στον οίκο Cristie’s σε Νέα Υόρκη και Γενεύη, η specialist κοσμημάτων του οίκου, Daphne Lingon, αφηγείται την αξιοθαύμαστη ιστορία της…
Επιμέλεια: Αλεξία Λυμπέρη
Το 1948 μια διακριτική διαφήμιση παρουσιάστηκε στο περιοδικό Vogue, στην οποία γινόταν γνωστή η συνεργασία των Jean Herz και Suzanne Belperron. Στη διαφήμιση απλά αναφερόταν το όνομα και η διεύθυνση της επιχείρησης στο 9ο διαμέρισμα του Παρισιού κι απεικονιζόταν μια χάρτινη ασημένια αλυσίδα, η οποία με μια πιο προσεκτική εξέταση αποκαλύφθηκε ότι επρόκειτο για ένα θαυμάσιο διαμαντένιο βραχιόλι.
Η φαινομενικά μετριοπαθής προσέγγιση της διαφήμισης ήταν απολύτως σύμφωνη με την ταυτότητα της επιχείρησης, η οποία διαμορφώθηκε από την εποχή της Art Deco, από τον πατέρα του Jean, τον επιτυχημένο Παριζιάνο έμπορο πέτρας Bernard Herz και τη σχεδιάστρια κοσμημάτων Suzanne Belperron (1900-1983). Μαζί δημιούργησαν ορισμένα από τα πιο πρωτοποριακά κοσμήματα του 20ου αιώνα.
Σήμερα, το όνομα της Suzanne Belperron συνδέεται με μια τολμηρή δεξιοτεχνία στο σχεδιασμό κοσμημάτων. Τα τολμηρά, γωνιακά της σχήματα και η χρήση σύγχρονων υλικών ήταν περιζήτητα. Η Diana Vreeland, η Daisy Fellowes και η Wallis Simpson ήταν όλες πελάτισσές της. Το να είσαι γυναίκα της Belperron ισοδυναμούσε με το να είσαι μία εκλεπτυσμένη παίκτρια της υψηλής κοινωνίας.
Η Belperron ήταν πολλή ευαίσθητη, αντλούσε έμπνευση από ότι την ευχαριστούσε: τα tribal κοσμήματα του Κονγκό, η μπρουταλιστική αρχιτεκτονική και το ιαπωνικό sakura (κεράσι), μεταφράζονταν όλα για εκείνην σε προκλητικά πρωτοποριακά σχέδια.
Όπως εξηγεί ο επικεφαλής κοσμημάτων του οίκου Christie’s στην Αμερική, Daphne Lingon: «Αν σκεφτούμε την περίοδο κατά την οποία τα κομμάτια αυτά κατασκευάστηκαν, δηλαδή τη δεκαετία του ’30 και του ’40, ξεπερνούν τη χρονική περίοδο αυτή, αποκαλύπτοντας μία σίγουρη, τολμηρή και γενναία οραματίστρια».
Τόσο ξεχωριστό ήταν το έργο της Belperron που δεν ένιωσε ποτέ την ανάγκη να το υπογράψει, δηλώνοντας: «Το στυλ μου είναι η υπογραφή μου». Αυτό παρουσιάζει μια πρόκληση, όσον αφορά την απόδοση των κοσμημάτων και εξηγεί γιατί το όνομα της σχεδιάστριας ξεχάστηκε από τη στιγμή του θανάτου της το 1983.
Ήταν σίγουρα αυτό το πρόβλημα που αντιμετώπισε η Lingon όταν είδε για πρώτη φορά το βραχιόλι της Belperron Diamond ‘Tube’. «Εντυπωσιάστηκα αμέσως από την κλίμακα και το σχέδιο», εξηγεί, «το οποίο με οδήγησε να πιστεύω ότι είχε γίνει από ένα σημαντικό γαλλικό κοσμηματοπωλείο».
Όμως χωρίς υπογραφή, η ειδικός γνώριζε ότι θα ήταν σχεδόν αδύνατο να αποδείξει τις υποψίες της. «Σε αντίθεση με τα έργα ζωγραφικής, η προέλευση σπάνια καταγράφεται στα κοσμήματα».
Ήταν κατά την ανάγνωση ενός βιβλίου για τη σχεδιάστρια όπου είδε τη διαφήμιση στην οποία παρουσιαζόταν το βραχιόλι – «μια στιγμή αγνής χαράς μετά από τόσα χρόνια». Αυτή η διαφήμιση, που εμφανίστηκε το 1948, σηματοδότησε το τέλος μιας τραυματικής περιόδου στη ζωή της Belperron.
Το 1942, οι Ναζί συνέλαβαν τον Herz και την Belperron στο κατεχόμενο από τη Γερμανία Παρίσι, κι ενώ η σχεδιάστρια απελευθερώθηκε, ο Herz, ο οποίος ήταν Εβραίος, στάλθηκε στο στρατόπεδο εξόντωσης του Drancy. Πριν τη σύλληψή τους, ο Herz, είχε γράψει την εταιρεία στη σχεδιάστρια για ασφάλεια. Κατά τους επόμενους μήνες, η Belperron έκανε αγώνες για να απελευθερώσει τον Herz, αλλά τον έστειλαν στο Άουσβιτς, όπου και πέθανε.
Μετά τον πόλεμο, ο γιος του Herz, ο Jean, που ήταν Πολωνός, επέστρεψε στο Παρίσι, οπότε η Belperron, επέστρεψε την εταιρεία στον νόμιμο κληρονόμο του Bernard. Ως ένδειξη ευγνωμοσύνης, ο Jean Herz, όρισε την Belperron συνεργάτη του. «Έτσι αυτό το εντυπωσιακά όμορφο βραχιόλι σηματοδότησε μια αναγέννηση», λέει ο Lingon, «και την αρχή μιας επιτυχημένης σχέσης πολλών χρόνων».
Εκτός από την προέλευσή του, κάτι το οποίο καθιστά το βραχιόλι εξαιρετικό, εξηγεί η ειδικός, είναι το γεγονός ότι είναι εύκολο να φορεθεί παρά το μέγεθός του. «Δεδομένου ότι αποτελείται από ευρείες εναλλασσόμενες ζεύξεις 18-καρατίων λευκού χρυσού και pavé διαμαντιών, θα περίμενε κανείς ότι θα είναι άκαμπτο, αλλά στην πραγματικότητα συμβαίνει το αντίθετο».
Η συνεργασία των Herz και Belperron διήρκεσε μέχρι το 1974, όταν η σχεδιάστρια αποσύρθηκε. Ως μια έντονα μοναχική προσωπικότητα, η Belperron έμεινε στην αφάνεια. Μόνο στα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν άρχισαν να εμφανίζονται τα κοσμήματά της προς πώληση, αναζωπυρώθηκε το ενδιαφέρον για το έργο της.
Η Lingon επιβεβαιώνει ότι είναι ακόμα και στις μέρες μας ασυνήθιστο να δει κανείς τα κοσμήματά της σε δημοπρασία. «Εάν προσφέρουμε ένα ή δύο κομμάτια Belperron προς πώληση, θεωρούμε ότι είμαστε τυχεροί», λέει.
Το πρόβλημα, αποκαλύπτει, είναι ότι «οι άνθρωποι δεν ξέρουν τι έχουν. Πάρτε αυτό το βραχιόλι, για παράδειγμα. Θα ήταν ένα σημαντικό κόσμημα, ακόμα και χωρίς το όνομα και την αξιοσημείωτη ιστορία του».
Ενώ η Belperron παραμένει αινιγματική φυσιογνωμία, είναι αναμφισβήτητα μοναδική. «Έθεσε τους δικούς της κανόνες σε μια ανδροκρατούμενη βιομηχανία, και δημιούργησε μια διαρκή κληρονομιά», λέει η Lingon. «Μόλις δείτε τη δουλειά της, δεν θα την ξεχάσετε ποτέ».