Γράφει η Ανδριανή Βουβάκη
Σε ηλικία 80 ετών έφυγε από τη ζωή ο ζωγράφος Θόδωρος Πανταλέων, ένας από τους πιο διακριτούς και λυρικούς εκφραστές του ελληνικού υπερρεαλισμού. Η απώλειά του σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής, εκείνης όπου η ζωγραφική ήταν ένας εσωτερικός διάλογος ανάμεσα στο πραγματικό και το φαντασιακό.
Ο Πανταλέων δεν έφτιαχνε πίνακες· έστηνε κόσμους. Στους καμβάδες του, η ύλη έλιωνε μπροστά στο όραμα και ο χρόνος διαστελλόταν για να χωρέσει το άυλο. Με βασικά εργαλεία του τη φαντασία, τη μνήμη και τη σιωπή, δημιούργησε μια εικαστική γλώσσα που απέφευγε τον εντυπωσιασμό αλλά κατάφερνε να συγκλονίζει με την απλότητα και τη βάθος της.
Επηρεασμένος από τον ευρωπαϊκό υπερρεαλισμό, χωρίς ποτέ να υποκύψει στη μανιέρα του, άντλησε από την ελληνική παράδοση, την ποίηση και τη φιλοσοφία για να συνθέσει ένα έργο που συνομιλεί με τον θεατή σε υπαρξιακό επίπεδο. Οι μορφές του, συχνά μελαγχολικές αλλά ποτέ σκοτεινές, μοιάζουν να αιωρούνται ανάμεσα σε κόσμους – άλλοτε σαν απομεινάρια ονείρων κι άλλοτε σαν προμηνύματα μιας σιωπηλής αλήθειας.

Από την πρώτη του ατομική έκθεση τη δεκαετία του ’70 έως τις πρόσφατες αναδρομικές παρουσιάσεις του έργου του, ο Πανταλέων κράτησε μια σταθερή πορεία, χωρίς να υποκύψει σε καλλιτεχνικές μόδες. Το έργο του ταξίδεψε σε σημαντικές ευρωπαϊκές πόλεις, όμως η βάση του ήταν πάντοτε η Ελλάδα – ως τοπίο, ως πηγή, ως φορτίο.
Δεν μίλησε ποτέ πολύ. Άφησε τα έργα του να αφηγηθούν την ιστορία του. Και τώρα που εκείνος αποχωρεί από τη σκηνή, εκείνα μένουν πίσω σαν ανοιχτά παράθυρα προς έναν κόσμο που δεν υπήρξε ποτέ – ή που δεν τολμήσαμε να δούμε.
Ο Θόδωρος Πανταλέων υπήρξε ένας από τους τελευταίους αληθινούς οραματιστές της ελληνικής τέχνης. Ένας ζωγράφος της σιωπής, της εσωτερικότητας και του ονείρου. Και αυτόν τον κόσμο που μας άφησε, ας τον κρατήσουμε ζωντανό· όχι μόνο στις αίθουσες των μουσείων, αλλά και στη μνήμη της ματιάς μας.