Γράφει η Δρ. Μαράη Γεωργούση*
Το έργο του Δομίνικου Θεοτοκόπουλου, «El Greco» 1541 Ηράκλειο (Χάνδακας) – 1614 Τολέδο, τον οποίο ο Πάμπλο Πικάσο αποκαλούσε «πατέρα» και έγινε ευρύτερα γνωστός με το όνομα Ελ Γκρέκο (Ο Έλληνας) έμεινε άγνωστο, στην σκιά για τρεις αιώνες.
Ο Θεοτοκόπουλος θα ανακαλυφθεί στις αρχές του εικοστού αιώνα από τους ιστορικούς της τέχνης, θεωρήθηκε πρόδρομος του εξπρεσιονισμού, αλλά κυρίως από σημαντικούς ζωγράφους, που ενεπνεύστηκαν από τα έργα του.
Ο Σεζάν ήταν ο πρώτος που γοητεύθηκε από τις επιμήκεις μορφές του
Ακολούθησαν ο Πικάσο και στη συνέχεια ο Τζάκσον Πόλοκ, ενώ η προσωπικότητα του ζωγράφου θα επηρεάσει και λογοτέχνες όπως ο Ράινερ Μαρία Ρίλκε και ο Νίκος Καζαντζάκης.
Με υπερβολική αυτοπεποίθηση, ο Θεοτοκόπουλος θα προτείνει να καταστρέψουν την εικονογράφηση της Καπέλα Σιξτίνα, η οποία είχε θεωρηθεί τολμηρή λόγω των γυμνών της, και να την ξανα-ζωγραφίσει ο ίδιος, καλύτερα από τον Μιχαήλ Άγγελο. Για τον σπουδαίο ζωγράφο έλεγε πως: «ήταν καλός άνθρωπος, αλλά δεν ήξερε να ζωγραφίζει»!
Το 1606 ο Θεοτοκόπουλος μάλιστα θα αρνηθεί να πληρώσει φόρους, θεωρώντας πως ο ζωγράφος είναι ελεύθερο επάγγελμα, και θα γίνει έτσι ο πρώτος καλλιτέχνης στην Ισπανία που εξαιρείται από τη φορολογία. Δεν γνωρίζουμε αν ποτέ ζωγράφιζε με προσυμφωνημένη τιμή, καθώς συνήθιζε να λέει πως δεν υπήρχε ποσό αντάξιο των πινάκων του! Έβγαζε πολλά δουκάτα, αλλά δαπανούσε και πολλά για την ευμάρειά του. Συντηρούσε μάλιστα και έμμισθους μουσικούς, ώστε να απολαμβάνει καλύτερα τα γεύματά του.
Εκπληκτικό έργο του Δομίνικου Θεοτοκόπουλου, «El Greco» 1541 Ηράκλειο (Χάνδακας) – 1614 Τολέδο, αποτελεί ο πίνακας με τον τίτλο: «Η ταφή του κόμη του Οργκάθ», 1586.
Ο καλλιτέχνης δούλεψε επί δύο χρόνια τον συγκεκριμένο πίνακα, αρκετά μεγάλο χρονικά διάστημα. Ο πίνακας αναπαριστά την ταφή του Gonzalo Ruiz, γνωστού ως κόμη του Οργκάθ.
Ξεχωρίζει μεταξύ άλλων χαρακτηριστικών για την σκηνοθετική ατμόσφαιρα αλλά και την δύναμη που αποπνέει. Εξάλλου τα έργα του Δομίνικου Θεοτοκόπουλου διαπνέονται από μια μυστικιστική ατμόσφαιρα. Όσο περνούν τα χρόνια, ο Θεοτοκόπουλος απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τον ρεαλισμό. Οι μορφές του μοιάζουν όλο και πιο ρευστές, εξαϋλωμένες, δραματικές.
Η αισθητική πους ήταν διαφορετική από ότι επικρατούσε την εποχή εκείνη, ενώ οι προθέσεις του δημιουργού φαίνονται μυστηριώδεις και ανεξιχνίαστες. Ο Φραντσίσκο Πατσέκο γράφει στο Arte de la Pintura το 1649:
«Ήταν ένας μεγάλος φιλόσοφος, εύστοχος στις παρατηρήσεις του και είχε γράψει για τη ζωγραφική, τη γλυπτική και την αρχιτεκτονική».
Φραντσίσκο Πατσέκο
Η αγάπη του Θεοτοκόπουλου για τη φιλοσοφία, τη θεολογία, την αγιολογία, τη λογοτεχνία και την ιστορία φαίνεται από τον κατάλογο των έργων της βιβλιοθήκης του, όσο και από τις συναναστροφές του με φιλοσοφικούς κύκλους στην Ισπανία.
Παρατηρώντας την τέχνη του Δομίνικου Θεοτοκόπουλου, βλέπουμε πως είχε έντονο ενδιαφέρον για τους αρχαίους κλασικούς, αλλά και για την Πλατωνική και Νεοπλατωνική φιλοσοφία. Συχνά οι θρησκευτικές του αντιλήψεις αντανακλώνται στα έργα του με βαθιά εσωτερικότητα και έντονο το συμβολικό στοιχείο.
Οι μορφές του εξαϋλώνονται ενώ εμπεριέχουν μια πνευματικότητα στην έκφραση. Στο έργο του Δομίνικου Θεοτοκόπουλου μπορούμε να διακρίνουμε το διαχωρισμό του υλικού από τον ουράνιο κόσμο, αλλά και την προσπάθειά του να παρουσιάσει, μέσα από το χρώμα και το φως, την αλληλενέργεια του γήινου με το υπερβατικό.
Στο διάσημο αυτό έργο «Η Ταφή του Κόμητος Οργάθ», εξιστορείται ο θρύλος της ταφής του αφέντη του Οργάθ, ενός ευεργέτη της εκκλησίας, τη στιγμή που οι Άγιοι Αυγουστίνος και Στέφανος εμφανίστηκαν, κατά θαυμαστό τρόπο, και απέθεσαν τον νεκρό στον τάφο του.
Ο χειρισμός φωτός και χρώματος ενισχύει τον Δυισμό στον οποίο παραπέμπει ο πίνακας, παράλληλα ενισχύεται η ατμόσφαιρα του θαύματος. Οι εκφράσεις στα πρόσωπα των παρευρισκομένων είναι απόκοσμες, εκστατικές και τα σώματά τους φαίνονται να αιωρούνται ανάμεσα στον γήινο και τον ουράνιο κόσμο.
Οι ίδιοι δείχνουν να έχουν ενεργό ρόλο όχι μόνο σαν απλοί μάρτυρες της στιγμής, αλλά ως κοινωνοί του γεγονότος. Τα κεφάλια τους είναι μικρότερα σε σχέση με τα σώματά τους παραπέμποντας έτσι σε μικρές φλόγες κεριών.
Ο άγγελος, συνδετικός κρίκος της γης με τον ουρανό, βρίσκεται στον κεντρικό άξονα της σύνθεσης και ανεβαίνει στριφογυρίζοντας προς τον ουρανό, για να μεταφέρει την ψυχή του κόμη, η οποία έχει τη μορφή παιδιού. Η ύπαρξη του μεσολαβητή Αγγέλου, η ψυχή που αποδεσμεύεται και επιστρέφει εκεί από όπου προήλθε, μας παραπέμπουν στην Πλατωνική και Νεοπλατωνική σκέψη.
Όπως επίσης η ύπαρξη των δύο κόσμων, του αισθητού και του υπερβατικού, παράλληλα με την επιστροφή της ψυχής μετά τον θάνατο στον κόσμο των ιδεών. Έτσι ο ίδιος αποστασιοποιείται από την αριστοτελική άποψη ότι η μορφή και η ύλη είναι αναπόσπαστα ενωμένες.
Το πλήθος στον ουρανό δίπλα από τον Χριστό, είναι μορφές χαρακτηριστικές του μανιερισμού, έντονα επιμήκεις ενώ το φως που υπάρχει γύρω του γίνεται υπερβολικά λαμπερό, μέχρι που καταλήγει σε μια ακτίνα φωτός. Με αυτόν τον τρόπο υπερβαίνει τη φυσική πραγματικότητα και δημιουργεί την ψευδαίσθηση αιωρούμενων μορφών.
Αυτή η ιδιαίτερη χρήση του χρώματος και του φωτός, αλλά και των μορφών από το γήινο προς το ουράνιο, ενυπάρχει και σε άλλους πίνακές του, όπως στην Ανάσταση, στη Σταύρωση, στον Ευαγγελισμό κ.ά.
Η αισθητή διαφορά στο μέγεθος της μορφής του Χριστού, της Παναγίας και των Αγγέλων σε σχέση με τα άλλα πρόσωπα που υπάρχουν στους πίνακές του, συμβολίζουν την ουράνια ιεραρχία. Είναι γνωστό πως και ο Πλωτίνος μίλησε για το ιεραρχημένο Σύμπαν. Αυτή η ιεράρχηση φαίνεται καθαρά σε ένα από τα έργο του τη «Η Βάπτιση του Χριστού».
Η έντονη απεικόνιση του φωτός, παραπέμπει ενδεχομένως στη πνευματική φώτιση, όπως ο ίδιος αναφέρει για τον πίνακά του «Άποψη και Χάρτης του Τολέδο». Ο Θεοτοκόπουλος εστιάζει σε μια ανώτερη πραγματικότητα, καταργώντας τον τόπο και το χρόνο στους θρησκευτικούς του πίνακες. Ένας άλλος συμβολισμός στα έργα του: «Ο Διαμερισμός των Ιματίων», «Ο Άγιος Φραγκίσκος» κ.ά. είναι το χέρι του Χριστού που ακουμπάει στο στήθος με τα δάχτυλα ανοιχτά, ενώ ο μέσος και ο παράμεσος είναι ενωμένοι.
Η ποιότητα και το μεγαλείο του έργου είναι τεράστιο μας προκαλεί δέος με την θεματική και την τεχνική απόδοση των επιλογών του. Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης πως ο Ελ Γκρέκο τοποθετεί τον εαυτό του μέσα στον πίνακα μάλιστα είναι ο μόνος που κοιτάζει τον θεατή του πίνακα στα μάτια. Όλοι οι υπόλοιποι έχουν το βλέμμα τους στραμμένο κάπου αλλού.
Ο Νίκος Καζαντζάκης γράφει για τον Γκρέκο στο βιβλίο του “Αναφορά στον Γκρέκο”:
«Η αγωνία του Γκρέκο είναι πίσω από τα φαινόμενα να βρει την ουσία. Να τυραννήσει το σώμα, να το μακρύνει, να το φωτίσει αρπαχτικά, να επιφοιτήσει απάνω του και να το κάψει όλο. Όλος ανησυχία και πείσμα, περιφρονώντας τους συνηθισμένους κανόνες της τέχνης, προσηλωμένος μονάχα στο δικό του τ’ όραμα, παίρνει το πινέλο του όπως ο ιππότης το σπαθί του, και ξεκινάει. Η ζωγραφική, συνήθιζε να λέει, δεν είναι τεχνική, δηλαδή συνταγές και κανόνες. Η ζωγραφική είναι άθλος, έμπνευση, ενέργεια απόλυτα προσωπική».
*Η Δρ. Μαράη Γεωργούση είναι Διδάσκουσα στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, Ιστορικός τέχνης, master I & II στη Σορβόννη με εξειδίκευση στο Μουσείο του Λούβρου και επιμελήτρια εκδόσεων και εκθέσεων.