Site icon Artviews

Το “ωραίο” και τα αποδεκτά πρότυπα των ζωγράφων του 18ου αιώνα

Hogarths Servants

Γράφει η Μαράη Γεωργούση, Δρ. Ιστορικός Τέχνης

 Πως ορίζεται άραγε το «Ωραίο»;

Η νεοκλασική αντίληψη ενισχύει την άποψη πως η ομορφιά αντιμετωπίζεται ως μια ιδιότητα του αντικειμένου, το οποίο εμείς αντιλαμβανόμαστε ως όμορφο. Μάλιστα για την ενίσχυση αυτής της οπτικής, συχνά γίνονται αναφορές σε κλασικούς όρους, όπως η αναλογία, η αρμονία, η ενότητα στην ποικιλομορφία κ.α.  Σύμφωνα με τον Ουίλλιαμ Χόγκαρθ υπάρχει μια γραμμή της ομορφιάς και μια γραμμή της χάρης, δηλαδή τα κριτήρια ομορφιάς ενυπάρχουν στην ίδια την μορφή του αντικειμένου.

Στον 18ο αιώνα εμφανίζονται και άλλοι όροι στην προσπάθεια κατανόησης της αντίληψης του τι είναι τελικά ωραίο, κάποιοι από αυτούς είναι : η ιδιοφυία, το γούστο, η φαντασία, το συναίσθημα…  Η ιδέα της ιδιοφυίας και της φαντασίας αφορούν τον δημιουργό, εκείνον που παράγει ένα ωραίο αντικείμενο. Αντίθετα η έννοια του γούστου αποδίδεται σε εκείνον, που έχει την δυνατότητα να το αναγνωρίσει και να το εκτιμήσει.

Ζάκ-Ογκίστ-Ντομινίκ Ένγκρ, Η κόμισσα Χανσονβιλ, 1845. Νέα Υόρκη, Συλλογή Φρίκ.

Παρακολουθώντας πιο στενά τον συλλογισμό αντιλαμβανόμαστε πως οι όροι έχουν να κάνουν περισσότερο με τις ιδιότητες των αντικειμένων και κυρίως τις προθέσεις του υποκειμένου, αφενός του δημιουργού και αφετέρου του κριτή του ωραίου. Μετά τον 18ο αιώνα γίνονται δεκτά τα δικαιώματα του καλλιτέχνη και του κριτή ως προς τον ορισμό του ωραίου, παρόλο που υπήρχαν αντίστοιχοι όροι να το αποδώσουν νωρίτερα, όπως το πνεύμα, wit, esprit.

Η συζήτηση για το ωραίο μετατοπίζεται από την έρευνα των κανόνων παραγωγής ή αναγνώρισης, στον εντοπισμό της θεώρησης των επιδράσεων που προκαλεί. Ο Χιούμ στον Κανόνα γούστου προσπαθεί να συμβιβάσει την υποκειμενικότητα της αντίληψης, του γούστου, της εμπειρίας της επίδρασης, με μερικά αντικειμενικά χαρακτηριστικά του αντικειμένου υπό διερεύνηση.

Τζιοβάνι Μπολντίνι, Ο κόμης Ρομπέρ ντε Μοντεσκιού-Φεζενσάκ, 1897. Μουσείο Ορσέ.

Ο Ντέβιντ Χιούμ στο έργο: Δοκίμια φιλολογικά, ηθικά, πολιτικά, ΧΧΙΙΙ περ. 1745,αναφέρει για την υποκειμενικότητα της αντίληψης του γούστου, πως «μια φανερή αιτία γιατί πολλοί άνθρωποι δεν αισθάνονται το σωστό συναίσθημα της ομορφιάς, είναι η έλλειψη εκείνης της λεπτότητας της φαντασίας για να τους κάνει ευαίσθητους στις πιο λεπτές συγκινήσεις[1]».

Στο ίδιο έργο πραγματεύεται κάποια αντικειμενικά χαρακτηριστικά της αντίληψης του γούστου. Η ομορφιά και η ασχήμια δεν αποτελούν ποιότητες των αντικειμένων, αλλά εμπίπτουν στο συναίσθημα, είτε είναι εσωτερικό, είτε εξωτερικό. Ωστόσο υπάρχουν ποιότητες στα αντικείμενα εν δυνάμει, που βρίσκονται στην φύση τους και τους δίνουν την δυνατότητα να παράξουν τα ειδικά βιώματα.  

Τζών Έβερετ Μιλάις, Οφηλία, 1851-1852. Λονδίνο, Τέιτ Γκάλερι.

Επειδή όμως αυτές οι ποιότητες μπορούν να βρεθούν σε μικρό βαθμό ή να ανακατευτούν η μία με την άλλη, το γούστο δεν επηρεάζεται συχνά από τέτοιες λεπτές ποιότητες. Όταν όμως γίνεται αντιληπτό κάθε μικρό συστατικό στοιχείο σε μια σύνθεση, τότε πρόκειται για την περίπτωση της ύπαρξης του λεπτού γούστου.

Στην περίπτωση αυτή ισχύουν οι γενικοί κανόνες ομορφιάς βγαλμένοι από τα αποδεκτά πρότυπα και την παρατήρηση που οδηγεί στην διάκριση του τι είναι αυτό που ευχαριστεί ή δυσαρεστεί. «Εάν οι ίδιες ποιότητες, δεν επηρεάζουν τα όργανα με μιαν αισθητή απόλαυση ή ανησυχία, αποκλείουμε το πρόσωπο από κάθε αξίωση ότι κατέχει αυτή την λεπτότητα[2]».

Τεοντόρ Σασεριό, Οι δύο αδερφές, 1843. Παρίσι, Λούβρο.

Το Ωραίο εμφανίζεται ως τέτοιο σε εμάς, που το αντιμετωπίζουμε με αυτόν τον τρόπο, καθώς συνδέεται με τις αισθήσεις μας και την ανάμνηση, η οποία έχει δημιουργηθεί από την εμπειρία της απόλαυσης. Η ιδέα αυτή επικρατεί σε αρκετές διαφορετικές φιλοσοφικές περιοχές. Αντίστοιχα άλλες φιλοσοφικές σχολές πραγματεύονται την ιδέα του Υψηλού. 

Βιβλιογραφία

Ουμπέρτο Έκο

Ιστορία της Ομορφιάς, επιμέλεια Ουμπέρτο Έκο, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2004.


[1] Ιστορία της Ομορφιάς, επιμέλεια Ουμπέρτο Έκο, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2004, σ. 276.

[2] Όπως παραπάνω, σ.276.

Exit mobile version