Γράφει η Ηλιάνα Πάνου*
Αναμφίβολα, τη χρονιά που παρήλθε, η θεματολογία που απασχόλησε, ως επί το πλείστον, την ανθρώπινη σκέψη και ύπαρξη ήταν επί της υγείας και της κατανόησης των επιστημονικών δεδομένων.
Η αντίληψη των βιολογικών διεργασιών που συμβαίνουν αδιάκοπα στη φύση και εν τέλει και μέσα στον ανθρώπινο οργανισμό, ως αναπόσπαστο κομμάτι της, είναι ούτως ή άλλως αντικείμενο μελέτης για μια πληθώρα επιστημονικών κατευθύνσεων, θετικών αλλά και θεωρητικών.
Η θεματολογία αυτή έγινε (επιτέλους) ευρείας σημασίας όχι μόνο για εκείνους που έχουν εκπαιδευτεί να την κατανοούν αλλά και για την πλειοψηφία εκείνων που δεν έχουν το εκπαιδευτικό υπόβαθρο. Αναφέρομαι σε ανθρώπους που οι σπουδές τους δεν είναι προσανατολισμένες σε βιολογικό-ιατρικό αντικείμενο, καθώς και σε ανθρώπους που έχουν λάβει μόνο εμπειρική και κοινωνική γνώση και όχι συστηματικά εκπαιδευτική.
Χρειάστηκε ένας μικροσκοπικός οργανισμός που προκάλεσε μια πανδημία για να μας «υπενθυμίσει» ότι το είδος μας, είναι «εύθραυστο» και ότι υπάρχει ακόμα πολύ γνώση που δεν κατέχουμε. Ζώντας σε μια εποχή έντονης αισθησιακής εγρήγορσης, ταχείας εναλλαγής εικόνων καθώς και ελεύθερης πρόσβασης σε άφθονη γνώση, μας συντάραξε το γεγονός ότι κάτι που δεν ελέγχουμε, μπορεί να επιφέρει τόσο δραματικές επιπτώσεις στη ζωή μας. Συχνά, αυτό που δεν ελέγχουμε, τείνουμε να το παρερμηνεύουμε, να το δαιμονοποιούμε.
Μήπως εύκολα εγείρεται η φαντασία μας από ό,τι δεν κατανοούμε και που όμως επιλέγουμε να συνεχίζουμε να μην κατανοούμε; Σενάρια, συνδέσεις και υποθέσεις κάνει συνεχώς ο άνθρωπος προκειμένου να εξηγήσει τα ακατάληπτα. Συχνά δε, το ακατάληπτο είναι και μυστηριώδες και έτσι ένας φαύλος κύκλος σεναρίων τροφοδοτεί τη φαντασία μας.
Ως βιολόγος, με χρόνια ερευνητικής εμπειρίας, δεν θα αντικρούσω την αίσθηση του μυστηρίου. Δίχως την ανάγκη επίλυσης του μυστηρίου της ζωής και της κατανόησης των φυσικών διεργασιών δεν θα υπήρχε ερευνητική προσπάθεια. Η υπόθεση, ο πειραματισμός, η αποτυχία απόδειξης, η επιτυχία και ανάλυση των ερευνητικών δεδομένων είναι όλα αναπόσπαστα στοιχεία της επιστημονικής γνώσης.
Μόνο έτσι οδηγούμαστε σε συμπεράσματα. Και σίγουρα πάντα θα γίνονται λάθη. Ίσως θα είχε αξία να επαναπροσδιορίσουμε τι σημαίνει ένα λάθος. Υπό ποιο πρίσμα το ορίζουμε. Η πορεία προς την «χαρτογράφηση» των βιολογικών διεργασιών, ιστορικά, βασίστηκε πολλές φορές σε λανθασμένες θεωρίες. Αφιερώθηκε άφθονος χρόνος σε πειραματισμούς που είτε δεν οδήγησαν πουθενά, είτε δεν υπήρχε ταυτόχρονα η ωριμότητα και η συμπληρωματική επιστημονική γνώση για να δεχτούν μια θεωρία σε ένα εκάστοτε χρονικό σημείο.
Ένα σχετικό παράδειγμα αποτελεί πρόσφατα η διαδεδομένη ιστορία της επίπονης ερευνητικής πορείας της Katalin Karikó πάνω στην κατανόηση της φυσικής δράσης του mRNA και της χρήσης του ως θεραπευτικό μέσο.
Χωρίς να θέλω να επεκταθώ σε μάθημα βιολογίας, οφείλω να ξεκαθαρίσω ότι πρόκειται για φυσικό μόριο, που ανά πάσα χρονική στιγμή αριθμεί χιλιάδες αντίγραφα μέσα στα κύτταρά μας και που από αυτό δημιουργούνται οι πρωτεΐνες.
Για 30 και πλέον χρόνια η επιστημονική θεωρία της Karikó για τις θεραπευτικές εφαρμογές του mRNA αμφισβητήθηκε πολύ έντονα από εκπροσώπους της επιστημονικής κοινότητας και παρεμποδίστηκε η ακαδημαϊκή της καριέρα. Όταν η πανεπιστημιακή κοινότητα την αρνήθηκε, βρέθηκε μία άγνωστη ιδιωτική εταιρεία να δεχτεί τη θεωρία της και ευτυχώς να φτάσει να έχει πρωτοπόρα εφαρμογή στην αντιμετώπιση ενός πανδημικού, βιολογικού γεγονότος. Δεν είναι πάντα αρνητικό ή λανθασμένο αυτό που δεν καταλαβαίνουμε.
Παρόμοιες ιστορίες από το στίβο της επιστημονικής έρευνας είναι πάρα πολλές και οι περισσότερες θα πάνε «αδιάβαστες». Η ουσία είναι, όσες καταφέρουν και βγουν στην επιφάνεια να τους δοθεί η πλήρης αναγνώριση όχι μόνο από την επιστημονική κοινότητα αλλά κυρίως να διαδοθούν και κατανοηθούν από το ευρύ κοινό.
Άλλο παράδειγμα που αποκαλύπτει την εκτεταμένη παραπληροφόρηση, είναι η θεώρηση ότι οι ενέργειες που έλαβε το Σουηδικό κράτος για την αντιμετώπιση της πανδημίας είχαν ως στόχο την ανοσία της αγέλης. Δεν ήταν όμως αυτός ο αντικειμενικός σκοπός.
Η Σουηδική κυβέρνηση δεν έκανε ποτέ μια τέτοια ανακοίνωση. Αντιθέτως, ο σκοπός ήταν η «πλάτυνση» της επιδημιολογικής καμπύλης, προκειμένου να διατηρηθεί σταθερή και ιδανικά να αυξηθεί η δυναμική του υγειονομικού συστήματος της χώρας.
Έτσι δόθηκαν συστάσεις στους πολίτες, καθώς δεν υπήρχε νομοθετικό πλαίσιο επιβολής εγκλεισμού και δεν θεωρήθηκε αρχικά απαραίτητο. Επιπλέον, το Σουηδικό κράτος βασίστηκε στη συλλογική, κοινωνική συνείδηση των πολιτών, στο ότι οι πολίτες, κατά γενική ομολογία, εμπιστεύονται την κυβέρνησή τους και νοιάζονται για το «κοινό καλό».
Πράττουν συλλογικά ως προς το ευ ζην της κοινότητας και επομένως θα τηρούσαν πιστά τις συστάσεις. Ασχέτως εάν σε αυτή την περίπτωση, η συλλογική-κοινωνική συνείδηση των Σουηδών δεν λειτούργησε βάσει των προσδοκιών.
Για ποιο λόγο επομένως εκλάβαμε το μήνυμα περί ανοσίας της αγέλης; Γιατί πρέπει να δημιουργούνται τόσο λανθασμένες εντυπώσεις; Γιατί δεν καταφέρνουμε να αποτυπώσουμε τα γεγονότα ως έχουν και να ενημερωθούν όλοι εξίσου; Τα συμπεράσματα είναι υποκειμενικά, τα γεγονότα όμως αναμφισβήτητα.
Κάτι τελευταίο που θα ήθελα να διευκρινίσω, είναι σχετικά με το χρόνο διεξαγωγής μιας κλινικής μελέτης.
Ποιος είπε ότι ένα φάρμακο ή εμβόλιο χρειάζεται αποκλειστικά 10 ή και 20 χρόνια μέχρι τη διάθεσή του στην αγορά;
Σαφέστατα και όταν ξεκινά ένα καινούριο ερευνητικό πρόγραμμα, με την ανακάλυψη ή ανάπτυξη ενός καινούριου μορίου για τη στόχευση ενός μηχανισμού μιας ασθένειας ή και για την ολοκληρωτική θεραπεία μιας νόσου, η πορεία είναι μακρά. Και αυτό γιατί πέραν της μελέτης, της εργαστηριακής δουλειάς, των κλινικών δοκιμών, υπάρχει και άπειρη γραφειοκρατία που συνοδεύει κάθε βήμα αυτής της πορείας. Παράλληλα όμως πολλές διαδικασίες αλληλεπικαλύπτονται γιατί ευτυχώς υπάρχει συσσωρευμένη γνώση. Δεν ξεκινούν όλα πάντα από το μηδέν. Ίδια μόρια δοκιμάζονται σε διαφορετικές παθήσεις. Ένα εγκεκριμένο φάρμακο για τη λευχαιμία μπορεί να επιφέρει θεραπευτικά αποτελέσματα και στην πολλαπλή σκλήρυνση. Γίνεται πάντοτε αξιολόγηση οφέλους και ρίσκου με γνώμονα την υγεία και την ασφάλεια των ασθενών.
Γιατί λοιπόν να μη γνωρίζει το ευρύ κοινό ότι είναι δυνατόν ένα εμβόλιο να δημιουργηθεί και να διατεθεί σε λιγότερο χρόνο; Γιατί πρέπει να επικρατεί ο πανικός και η παραπληροφόρηση;
Παραθέτω την άποψή μου όχι με σκοπό να κρίνω τις ποικίλες πηγές και μέσα ενημέρωσης, να υπονοήσω για την ποιότητα ή και την αισθητική του μέσου. Καλώς και «ενδίδουμε» στον πλουραλισμό των απόψεων και έχουμε την επιλογή να «γοητεύουμε» τις αισθήσεις μας με όποιο μέσο επιθυμούμε.
Είναι προσωπική επιλογή του καθενός. Με προβληματίζει όμως η ποιότητα της επιστημονικής πληροφόρησης και η επικαιρότητά της. Η συχνότητα με την οποία ανανεώνεται, φιλτράρεται και δίνεται στο μέσο αναγνώστη από τους «ειδικούς».
Σαφέστατα οι επιστήμονες ανά τον κόσμο από την αρχή της εμφάνισης του SARS-CoV-2 ξεκίνησαν την αδιάκοπη μελέτη. Αρκετοί δε από αυτούς μελετούν πίσω από τον εργαστηριακό πάγκο επικεντρωμένοι στην πειραματική εξιχνίαση ενώ άλλοι βγαίνουν μπροστά στο κοινό για να ενημερώσουν και να πληροφορήσουν. Χρειαζόμαστε και τις δυο ομάδες. Όμως μήπως πρέπει να μεριμνήσουμε πιο ουσιαστικά στην επιμόρφωση του ευρέος κοινού;
Διαφαίνεται ολοένα και περισσότερο η ανάγκη μιας ενιαίας κατάθεσης εμπεριστατωμένης επιστημονικής γνώσης, η οποία θα «μεταφράζεται» για τις ανάγκες όλων των μορφωτικών βαθμίδων. Να είναι γνώση βιολογικού περιεχομένου. Για να προκύψει αυτό χρειάζεται να καταλάβουμε ότι η πορεία προς την ουσιαστική κατανόηση είναι μακρά, είναι αδιάλειπτη. Χρειάζεται βάσεις και μέθοδο.
Χρειάζεται υπευθυνότητα και συνοχή από αυτούς που διαδίδουν τη γνώση και υπομονή από αυτούς που τη λαμβάνουν. Δεν θα πρέπει να αφήνει κανέναν στο περιθώριο. Να τολμά να προσεγγίζει ανεξαιρέτως όλες τις ηλικιακές και κοινωνικές βαθμίδες. Δεν είναι «one size fits all». Θα ενισχύεται καθώς καινούρια επιστημονικά δεδομένα θα προκύπτουν, θα αποτυπώνει τα γεγονότα χωρίς περιορισμούς στο ευρύ κοινό.
Ποιος θα ήταν πρόθυμος να αναλάβει μια τέτοια αποστολή; Πώς μπορούν οι πολίτες να ανυψωθούν μορφωτικά και να αποκτήσουν κριτική σκέψη; Να αντιληφθούν πώς να μην συγχέουν το συναισθηματισμό με τα γεγονότα και την αλήθεια. Να πάψουν να φοβούνται αυτό που δεν καταλαβαίνουν και να ξέρουν ότι έχουν την ευκαιρία να το μάθουν.
Προσωπικά θεωρώ ότι τέτοιου είδους αποστολές οφείλουν να συντονίζονται από κρατικούς φορείς με τη συμμετοχή επιλεγμένων εμπειρογνωμόνων με εκπαιδευτικές δεξιότητες, από το δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Ίσως αυτή η προσπάθεια να γαλουχήσει πιο ευήκοους πολίτες και να οδηγήσει μακροπρόθεσμα σε ένα πιο προοδευμένο μορφωτικά κοινωνικό σύνολο.
*Η Ηλιάνα Πάνου είναι Βιολόγος – Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Georg-August University of Göttingen