“Admittedly, a homosexual can be conditioned to react sexually to a woman, or to an old boot for that matter. In fact, both homo – and heterosexual experimental subjects have been conditioned to react sexually to an old boot, and you can save a lot of money that way.”
William S. Burroughs
Ο δεύτερος “εταίρος” της Beat Generation, ήταν αναμφισβήτητα, ο William Burroughs, που μαζί με τον Allen Ginsberg και τον Jack Kerouac αποτελούν τον κεντρικό πυρήνα του περιβόητου λογοτεχνικού και κοινωνικού κινήματος, που έμελλε να ταράξει τα λιμνάζοντα νερά της συντηρητικής αμερικάνικης κοινωνίας, όχι μόνο μέσα από τα έργα τους, αλλά κυρίως από τον θυελλώδη τρόπο ζωής τους και τις αντισυμβατικές συμπεριφορές τους.
Εικαστικός και συγγραφέας, ο William Burroughs (5 Φεβρουαρίου 1914 – 2 Αυγούστου 1997) γεννήθηκε στο St. Louis του Missouri.
Εγγονός του εφευρέτη και ιδρυτή της Burroughs Corporation, William Seward Burroughs I, γεννήθηκε σε μεγαλοαστική οικογένεια και αν και είχε τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει οποιοδήποτε επαγγελματικό του όνειρο, εκείνος, έφηβος ακόμη, άρχισε να γράφει άρθρα και δοκίμια, αλλά δεν δημοσιεύει τα γραπτά του μέχρι τα τριάντα του. Σπουδάζει Αγγλική Φιλολογία στο Harvard και συνεχίζει με μεταπτυχιακά στην Ανθρωπολογία, ενώ στη συνέχεια αποφασίζει να σπουδάσει Ιατρική στη Βιέννη. Η δίψα του για μάθηση, μάλλον ετερόκλητη, δεν σταματά και επιστρέφοντας στην Αμερική, επιστρέφει και στο Harvard για σπουδές Εθνολογίας και Αρχαιολογίας, αυτή τη φορά.
Φτάνει, όμως η ώρα των μεγάλων ταξιδιών, της περιπλάνησης σε μέρη που θα του έδιναν την έμπνευση και τις εμπειρίες για τα σχεδόν αυτοβιογραφικά βιβλία του, δουλεύοντας σε περιστασιακά επαγγέλματα, από δημοσιογράφος και μπάρμαν μέχρι απολυμαντής και εργάτης σε εργοστάσιο, αλλά και της συνάντησής του με τα ναρκωτικά.Ζει στο Μεξικό, το Λονδίνο, το Παρίσι και την Ταγγέρη και άρχισε να μπαινοβγαίνει στον κόσμο των ναρκωτικών, ήπιων και σκληρών, με ιδιαίτερη αδυναμία στο όπιο, σε μια σχέση πάθουςπου κρατά μέχρι το τέλος της ζωής του. Ήταν οι ιατρικές του γνώσεις, το πάθος του για ζωή, η εμμονή του με τη συγγραφή, ή όλα αυτά μαζί που τον κράτησαν ζωντανό και δημιουργικό μέχρι τα 83 του χρόνια?
Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1942, αποφασίζει να καταταγεί στο στρατό, αλλά γρήγορα αποδεσμεύεται λόγω πνευματικής αστάθειας και φεύγει γαι τη Νέα Υόρκη παρέα με τους Lucien Carr και David Kammerer. Εκεί, το 1943, γνωρίζει τη δεύτερη σύζυγό του Joan Vollmer Adams, αλλά και τους Jack Kerouac και Allen Ginsberg. Ο εθισμός του στα ναρκωτικά είναι γεγονός, αλλά και όλοι οι υπόλοιποι πειραματίζονται ανάλογα. Η Joan τον ακολουθεί στο Μεξικό, όπου μάλλον προσπαθεί να διαφύγει από διάφορα περιστατικά που θα οδηγούσαν στην ποινική του δίωξη, αλλά ένα βράδυ σε κατάσταση απόλυτης μέθης και των δύο, ο Burroughs την πυροβολεί στο κεφάλι και τη σκοτώνει κατά τη διάρκεια ενός παιχνιδιού, στο οποίο υποδύεται τον Γουλιέλμο Τέλλο. Περιμένοντας τη δίκη του, γράφει το Queer και στη συνέχεια το σκάει για τη Νότια Αμερική, όπου ευελπιστεί πως θα αποδώσει καρπούς η αναζήτηση του yagé, ενός ναρκωτικού που πίστευε πως θα του έδινε τηλεπαθητικές ικανότητες. Η αναζήτηση αυτή έδωσε μια σειρά γραμμάτων ανάμεσα στον Burroughs και τον Ginsberg με τη μορφή βιβλίου, το The Yage Letters, που δημοσιεύθηκαν για πρώτη φορά το 1963.
Αν και αρκετά παράξενο για τον Burroughs, αποφασίζει να παραμένει “ήσυχος” για ένα μικρό, όπως αποδείχθηκε αργότερα, χρονικό διάστημα και να μείνει σε πόλεις που μπορεί να μην ήταν οι επιθυμητές, αλλά λόγω των νομικών προβλημάτων που είχε, ήταν αυτές που μπορούσε να επισκευθεί νόμιμα. Έτσι, έμεινε για λίγο με τους γονείς του στο Palm Beach και στη συνέχεια στη Νέα Υόρκη με τον Alain Ginsberg, ο οποίος όμως αρνήθηκε τις ερωτικές προτάσεις του Burroughs και έτσι εκείνος έφυγε για τη Ρώμη και στη συνέχεια για την Ταγγέρη. Οι ομοφυλοφιλικές τάσεις του ήταν γνωστές από τα φοιτητικά του χρόνια και συνυπήρχαν με τον έτσι κι αλλιώς αντισυμβατικό τρόπο ζωής του.
Στην Ταγγέρη, όπου εγκαταστάθηκε το 1954, τα ναρκωτικά ήταν πολύ εύκολα διαθέσιμα και η ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία του βρήκε ένα μέρος όπου κανείς, όχι μόνο δεν θα τον ενοχλούσε, αλλά θα μπορούσε απερίσπαστος για τα επόμενα τέσσερα χρόνια να γράψει το περίφημο “Naked Lunch”. Τα χειρόγραφα στάλθηκαν στον Ginsberg που είχε ήδη αναλάβει το Junkie και το βιβλίο βρήκε το δρόμο του για την έκδοσή του με τη βοήθεια των Ginsberg και Kerouac που ταξίδεψαν μέχρι τη Ταγγέρη για να βοηθήσουν στο εγχείρημα.
Το “Naked Lunch” ήταν η ανατροπή στον μέχρι τότε συμβατικό τρόπο γραφής του, τον οποίο ακολουθεί στα δύο πρώτα βιβλία του Junkie και Queer. Εδώ, αρχίζει να ξεδιπλώνεται το απρόβλεπτο, κομματιασμένο, κάποιες φορές δυσνόητο λογοτεχνικό σύμπαν του Burroughs, το οποίο διακατέχεται τόσο από την ευφυία του συγγραφέα όσο και από την ικανότητά του να βλέπει αυτά που θα φέρει το μέλλον. Αν και δεν είναι ένα βιβλίο επιστημονικής φαντασίας, εν τούτοις φαίνεται να προβλέπει το AIDS, τη λιποαναρρόφηση, αλλά και τη χρήση του crack με τη μορφή πανδημίας.
Αναζητώντας, εκδότη για το βιβλίο του, αλλά παράλληλα φοβούμενος ακόμη και για τη ζωή του, με τις πολιτικές ταραχές και την εμπλοκή του με τις γνωστές “κακές” παρέες, στην Ταγγέρη, έρχεται το 1957 στο Παρίσι και μένει στο γνωστό Beat Hotel. Ο εκδότης βρίσκεται τελικά και η προκαταβολή των 3.000 $ από την Grove Press, “επενδύεται” από τον Burroughs στην αγορά ναρκωτικών. Το ποσό θα αντιστοιχούσε σήμερα σε 25.000 $.
Το 1960 φεύγει για το Λονδίνο προσπαθώντας να απεξαρτηθεί απο τα ναρκωτικά και στη συνέχεια δημοσιοποιεί των εθισμό του μέσα από τα γραπτά του με εντυπωσιακή αποδοχή κυρίως από το φοιτητικό κοινό. Ο υποτροπιασμός του έρχεται αναπόφευκτα και σ’αυτό δε βοηθά ούτε η Σαϊεντολογία με την οποία ασχολείται για μια ακόμη εμπειρία.
Ο “φύλακας άγγελος” του Allen Ginsberg, ανησυχώντας για εκείνον, του βρίσκει δουλειά και στέγη στην Νέα Υόρκη, αλλά ο Burroughs δεν είχε στις προτεραιότητές του το βιοπορισμό από τη διδασκαλία. Έτσι, ξεκινά μια μεγάλη σειρά διαλέξεων που θα κρατήσει τα επόμενα είκοσι χρόνια σε διάφορα μέρη, πράγμα που θα δώσει νέα ώθηση το συγγραφικό και εκδοτικό του έργο. Στην πολιτιστική παρέα προστίθενται και οι Andy Warhol, John Giorno, Lou Reed, Patti Smith και Susan Sontag.
Μετά το θάνατο του γιού του, αποφασίζει το 1981, να αφήσει πίσω του την ταραχώδη ζωή της Νέας Υόρκης για το ήσυχο Κάνσας. Η μουσική τον φέρνει σε επαφή με διάσημες μπάντες και τραγουδιστές και τον οδηγεί σε ενδιαφέρουσες συνεργασίες. Ζωγραφίζει με μια προσωπική τεχνική και εκθέτει τα έργα του στην Tony Shafrazi Gallery (1987). Με τα υπόλοιπα δημιουργεί έργα – φακέλους για τα αρχεία του.
Στο Κάνσας έρχεται και το τέλος για τον Burroughs, μετά από καρδιακή προσβολή. Θα ταφεί στη γενέτειρά του και στη σκιά του οβελίσκου του τάφου του παππού του. Στη λιτή επιγραφή μπορεί κανείς να διαβάσει το πλήρες όνομά του, William Seward Burroughs II και τη σημείωση “American Writer”. Ο ίδιος πιθανόν θα έγραφε: “When you stop growing you start dying”.