H Frida Kahlo (1907 – 1954) γεννήθηκε στις 6 Ιουλίου, στο Coyoacan, στην Πόλη του Μεξικού, στο γνωστό “Γαλάζιο Σπίτι, La Casa Azul” και τον ίδιο καλοκαιρινό μήνα, στις 13 Ιουλίου 1954 αποφάσισε να “πετάξει”, αφού έζησε 47 έντονα και πολύ ενδιαφέροντα χρόνια.
Γράφει η Λιάνα Ζωζά
Η περιπέτεια της ζωής της ξεκινά στην ηλικία των έξι χρόνων, όταν αρρωσταίνει από πολιομυελίτιδα και το ένα πόδι της μένει μικρότερο από το άλλο και ημιπαράλυτο και συνεχίζεται, όταν στα δεκαοκτώ της ένα τραμ συγκρούεται με το λεωφορείο στο οποίο επέβαινε και καταφέρνει να επιβιώσει με πολλαπλά και σοβαρά τραύματα που την ακολουθούν σε όλη την υπόλοιπη ζωή της.
Ο πατέρας της Γερμανός, άθεος, μορφωμένος και φωτογράφος και η μητέρα της Ισπανομεξικάνα (mestiza) και καθολική ήταν στο πλευρό της σε όλη τη διάρκεια της μακρόχρονης και επίπονης ανάρρωσής της. Μετά το ατύχημα και έχοντας ουσιαστικά χάσει κάθε δυνατότητα να συνεχίσει τις σπουδές της στην Ιατρική Σχολή για την οποία προετομαζόταν, η Frida Kahlo αποφασίζει να ακολουθήσει το παιδικό της χόμπυ που ήταν η ζωγραφική και να κάνει μαθήματα στο σπίτι.
Η τέχνη, όμως ήθελε και αυτή από την πλευρά της να την συνατήσει και έτσι σε ένα πολιτικό πάρτυ το 1927, το Mexican Communist Party για την ακρίβεια, γνωρίζει το ήδη γνωστό καλλιτέχνη Diego Rivera.
Παντρεύονται τον αμέσως επόμενο χρόνο και ζουν μια ταραχώδη κοινή ζωή μέχρι και το θάνατο της. Αυτό φαίνεται έντονα και στις δηλώσεις της για τον Diego Rivera, όπως: “Είχα δύο μεγάλα ατυχήματα στη ζωή μου. Το ένα ήταν με το λεωφορείο, το άλλο ο Ντιέγκο. Ο Ντιέγκο ήταν χειρότερος από το λεωφορείο.” για να αποκαλύψει σε διαφορετική χρονική στιγμή πως: “Ο Ντιέγκο ήταν τα πάντα μου: Το παιδί μου, ο εραστής μου, το σύμπαν μου.”. Το μόνο σίγουρο για την εκρηκτική προσωπικότητα της Frida Kahlo είναι πως τα πίστευε και τα δύο.
Στα πρώτα χρόνια της κοινής τους ζωής, η Frida ακολουθεί τον Diego ταξιδεύοντας μαζί του στο Μεξικό και την Αμερική, όπου τον καλούν οι καλλιτεχνικές του υποχρεώσεις και παραμένοντας στην σκιά του. Συνεχίζει, όμως να ζωγραφίζει ασταμάτητα και να δημιουργεί το προσωπικό της ύφος. Δεν αργεί λοιπόν να κινήσει το ενδιαφέρον του Andre Breton και να κάνει την πρώτη ατομική της έκθεση στη Νέα Υόρκη το 1938 και την επόμενη χρονιά στο Παρίσι.
Το φαινόμενο Frida Kahlo αρχίζει να ανατέλλει … Στην πραγματικότητα, όμως οι δύο αυτές εκθέσεις και μια ακόμη στο Μεξικό (1953) είναι όλες οι εκθέσεις που πραγματοποίησε η ζωγράφος. Στα εγκαίνια της τελευταίας, λόγω των σοβαρών προβληματων της υγείας της που έχει χειροτερέψει, εμφανίζεται πάνω σε ένα “σουρεαλιστικό” φορείο, που δεν ήταν άλλο από το κρεββάτι της και παραμένει στο χώρο όλο το βράδυ.
Τα περισσότερα έργα της, είναι αυτοπροσωπογραφίες, ίσως γιατί όπως έλεγε ήταν η μούσα του εαυτού της
Τα περισσότερα έργα της, είναι αυτοπροσωπογραφίες, ίσως γιατί όπως έλεγε ήταν η μούσα του εαυτού της, ίσως γιατί αισθανόταν μοναξιά, ίσως γιατί ήθελε να εκφράσει τις σκέψεις και τα έντονα συναισθήματά της. Ο λόγος όμως που κατέχει τόσο μεγαλη θέση στην ιστορία της τέχνης δεν θα μπορούσε να είναι άλλος από το ότι η ίδια ήταν σαν οντότητα ένα σημαντικό έργο τέχνης.
Δεν θεώρησε ποτέ την αναπηρία της ελάττωμα, αλλά δικαίωμα στη διαφορετικότητα, ούτε πτοήθηκε από τους φρικτούς πόνους που χειροτέρευαν με το πέρασμα του χρόνου. Αντίθετα, έζησε και ζωγράφισε κάτω από όλες τις συνθήκες παίρνοντας το σώμα της και μεταρέποντάς το στο σπουδαιότερο έργο τέχνης της ζωής της.
Ανατρεπτική και απρόβλεπτη ταρακούνησε τα νερά της τέχνης σπάζοντας τους κανόνες και προτείνοντας μια άλλη οπτική προκλητική, σχολιαστική και βαθειά εσωτερική. Τα θέματά της, πολλές φορές σκληρά για τον θεατή του έργου της τον κάνουν να αναρωτιέται αν απεικονίζουν τα όνειρα ή τους εφιάλτες της. Η ίδια έλεγε πως ποτέ δεν ζωγράφισε τα όνειρά της, αλλά ζωγράφισε την πραγματικότητά της.
Δεν θεώρησε ποτέ την αναπηρία της ελάττωμα, αλλά δικαίωμα στη διαφορετικότητα
Σχεδόν επέβαλε τον διαφορετικό, για τις υπόλοιπες γυναίκες, τρόπο ζωή της μέσα από την πολυσχιδή προσωπικότητά της και τη διεκδίκηση της προσωπικής της ελευθερίας.
Εκτός από την σχέση ζωής με τον Diego Rivera, συνυπήρξε ερωτικά με άνδρες και γυναίκες ανατρέποντας τις παραδοσιακές αντιλήψεις για τη γυναικεία σεξουαλικότητα. Ανάμεσα στους εραστές της και ο εξόριστος τότε στο Μεξικό Leon Trotsky που μαζί του έζησε έναν θυελλώδη έρωτα, από τον οποίο όμως δεν έμεινε καμμιά απόδειξη μιας και της ζήτησε πίσω, όλα τα ερωτικά γράμματα και σημειώματα και τα έκαψε.
Ζωγραφίζοντας στο κρεββάτι της ανάρρωσης που ποτέ δεν ήρθε πλήρης, αλλά δεν την εμπόδισε να ζήσει τη ζωή της στον υπερθετικό βαθμό, θα μπορούσε κάποιος να την ακούσει να λέει: “Νόμιζα ότι ήμουν το πιο παράξενο άτομο στον κόσμο, αλλά μετά σκέφτηκα ότι υπάρχουν τόσο πολλοί άνθρωποι στη Γη. Θα πρέπει να υπάρχει κάποιος σαν εμένα που να αισθάνεται περίεργος και ελαττωματικός, όπως κι εγώ. Λοιπόν, αν είσαι εκεί έξω και το διαβάζεις, να ξέρεις ότι, ναι, είναι αλήθεια … Είμαι εδώ και είμαι το ίδιο παράξενη, όπως εσύ.”
In light of the impact of COVID-19, CLEVE CARNEY MUSEUM OF ART has determined the health and safety of all communities must remain our top priority and have therefor decided to reschedule the upcoming Frida Kahlo 2020 exhibition to Jun. 5 – Sept. 6, 2021, retitled to Frida Kahlo: Timeless.
Την 5η Ιουνίου 2021, το Cleve Carney Museum of Art στο Σικάγο θα παρουσιάσει την μεγαλύτερη έκθεση για την Frida Kahlo τα τελευταία 40 χρόνια.
Frida Kahlo: Timeless Exhibition
Η Φρίντα Κάλο είπε στον σύζυγό της Ντιέγκο:
” Δεν σου ζητώ να με φιλήσεις.
Μη μου ζητάς συγγνώμη
όταν σκέφτομαι ότι κάνεις λάθος.
Δεν θα σου ζητήσω καν να με αγκαλιάσεις όταν το χρειάζομαι περισσότερο,
Δεν σας ζητώ να μου πείτε πόσο όμορφη είμαι,
Ακόμα κι αν είναι ψέμα,
Ούτε να μου γράψεις κάτι όμορφο.
Δεν θα σου ζητήσω καν να με πάρεις τηλέφωνο
Για να μου πεις πώς πέρασε η μέρα,
Ούτε να μου πεις ότι σου λείπω.
Δεν θα σας ζητήσω να με ευχαριστήσετε
Για όλα όσα κάνω για σένα,
Ούτε ότι νοιάζεσαι για μένα
όταν οι ψυχές μου είναι κάτω,
και φυσικά δεν θα σε ρωτήσω
για να με υποστηρίξει στις αποφάσεις μου.
Δεν θα σου ζητήσω καν να ακούσεις όταν έχω χίλιες ιστορίες να σου πω.
Δεν θα σου ζητήσω να κάνεις τίποτα, ούτε καν να μείνεις δίπλα μου για πάντα.
Γιατί αν πρέπει να σε ρωτήσω, δεν το θέλω πια.”