Παρατηρώντας την δουλειά του εικαστικού Ανδρέα Νικολάου διαπιστώνει κανείς ότι ευθυγραμμίζει με λιτότητα συναισθηματικές, ψυχικές και βιωματικές συμπεριφορές θέτοντας ζητήματα υπαρξιακά που μεγιστοποιούν τη σημασία των μηνυμάτων της μοναξιάς και της αποξένωσης. Γυναικείες και αντρικές μορφές που υπαινικτικά προκαλούν ηδονικές σκέψεις δίνοντας το αίσθημα της σαρκικής επαφής, ενώ παράλληλα αποστασιοποιούνται. Γυμνά κορμιά που με θεατρικό τρόπο οδηγούνται σε αέναα ψυχικά αδιέξοδα.
Τα αδιέξοδα αυτά που ο άνθρωπος καλείτε να αντιμετωπίσει στωικά και που πραγματεύεται ο διαχρονικός Καβάφης, φορτίζουν δημιουργικά τον εικαστικό και τον οδηγούν στην εικονογράφηση ερωτικών ποιημάτων, που αποτελεί και την καινούργια του δουλειά.
Εμείς μιλήσαμε με τον Ανδρέα Νικολάου για τον καθοριστικό ρόλο που παίζει η πολιτεία αλλά και οι συλλέκτες στην καταξίωση των καλλιτεχνών, για την οπτική του για το χρηματιστήριο της τέχνης παγκοσμίως, καθώς και για τη συνεργασία του με Γιάννη Σουλιώτη.
Συνέντευξη στη Ζέτα Τζιώτη
-Ανδρέα, έργα σας υπάρχουν σε μουσεία και μεγάλες εικαστικές συλλογές σε Ελλάδα και εξωτερικό. Από την πλευρά του καλλιτέχνη, πόσο σημαντική θεωρείτε την προβολή των συλλογών αυτών για την σύγχρονη τέχνη γενικότερα και για την προβολή του εικαστικού;
-Η δημιουργία συλλογών προάγει τόσο την τέχνη σαν θεσμό, όσο και τους δημιουργούς των έργων. Το να υπάρχουν έργα κάποιου εικαστικού σε μεγάλες συλλογές είναι σίγουρα πολύ σημαντικό για την εξέλιξή του. Η επιλογή αυτή φανερώνει εμπιστοσύνη και αναγνώριση στην μέχρι τώρα πορεία του στο χώρο της τέχνης αλλά και στην μετέπειτα εξέλιξή του τόσο εικαστικά, όσο και εμπορικά.
Για να δημιουργηθεί ένας «σούπερ σταρ καλλιτέχνης» δεν παίζει ρόλο η ποιότητα της δουλειάς του, αφού λόγω δημοσίων σχέσεων και κατευθυνόμενης προβολής, μπορεί να θεοποιηθεί ο οποιοσδήποτε
-Είναι επαρκής η παρουσίαση των Ελλήνων/Κυπρίων εικαστικών στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό; Πιστεύετε ότι υπάρχουν αρκετά Μουσεία στη χώρα μας, που παρουσιάζουν τη σύγχρονη τέχνη και την προβάλλουν με τέτοιο τρόπο ώστε να προάγεται το εικαστικό πνεύμα στη χώρα μας;
-Γενικά η παρουσία των Ελλήνων και Κύπριων καλλιτεχνών στο εξωτερικό δεν είναι μεγάλη για πολλούς λόγους.
Κατ’ αρχήν μια μεγάλη χώρα του εξωτερικού δεν θα επενδύσει εύκολα και κατ’ επέκταση δεν θα προωθήσει και να κάνει γνωστό έναν Έλληνα ή έναν Κύπριο καλλιτέχνη. Θα προτιμήσει σίγουρα έναν δικό της καλλιτέχνη ή καλλιτέχνες από ανθηρές και δυνατές οικονομίες, ούτως ώστε να μπορέσει αφού τον αναδείξει, να τον προωθήσει στην αγορά και της ίδιας του της χώρας.
Είναι γνωστό ότι οι μεγάλες γκαλερί του εξωτερικού παρουσιάζουν και προωθούν καλλιτέχνες ανάλογα με το ποια χώρα έχει την δεδομένη στιγμή ισχυρή οικονομία.
Δεν είναι τυχαίο που πριν λίγα χρόνια Κινέζοι και μετά Ινδοί καλλιτέχνες κατέκλυζαν τις γκαλερί της Νέας Υόρκης και άλλων μεγάλων πόλεων του δυτικού κόσμου.
Αυτά είναι τα «παιχνίδια» που παίζονται με το χρηματιστήριο της τέχνης παγκοσμίως. Για να δημιουργηθεί ένας «σούπερ σταρ καλλιτέχνης» δεν παίζει ρόλο η ποιότητα της δουλειάς του, αφού λόγω δημοσίων σχέσεων και κατευθυνόμενης προβολής, μπορεί να θεοποιηθεί ο οποιοσδήποτε από το παντοδύναμο κύκλωμα προώθησης της μοντέρνας τέχνης.
Αυτό περιγράφεται εξαιρετικά στο βιβλίο «Χειμώνας στον πολιτισμό» του Jean Clair. Μοιραία, λοιπόν, οι καλλιτέχνες της μικρής Ελλάδας αλλά και της Κύπρου με τις σθεναρές οικονομίες, δεν έχουν πολλές πιθανότητες να προωθηθούν στο εξωτερικό.
Οι μεγάλες χώρες κινούνται με στρατηγική για την προώθησή των καλλιτεχνών τους, πράγμα που τους αποφέρει τεράστια χρηματικά κέρδη αλλά και πρεστίζ. Σε αυτές τις στρατηγικές και κατευθύνσεις, σημαντικό ρόλο παίζει και το κράτος το ίδιο, το οποίο επενδύει και προωθεί νέους καλλιτέχνες.
Δυστυχώς, στην Ελλάδα και την Κύπρο αυτό δεν γίνεται ούτε κατά διάνοια, οι ιθύνοντες δεν νομίζω να έχουν πάρει είδηση πως κινείται καν αυτός ο μηχανισμός και το όφελος που φέρνει σε μια χώρα. Όσον αφορά στην Ελλάδα και στην Κύπρο, θεωρώ ότι υπάρχουν σοβαρές και μεγάλες ιδιωτικές συλλογές.
Τα κρατικά μουσεία και πινακοθήκες όμως, που παρουσιάζουν σύγχρονους καλλιτέχνες δεν είναι επαρκή. Παραδείγματος χάρη, στην Αθήνα υπήρχε μόνο μια μικρή Πινακοθήκη και μόλις τώρα γίνεται μια προσπάθεια να μεγαλώσει. Το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης μόλις τελείωσε και ακόμα δεν έχει δείξει τις προθέσεις του.
-Πιστεύετε ότι οι Έλληνες αλλά και οι Κύπριοι συλλέκτες αγαπούν πραγματικά την τέχνη και την στηρίζουν;
-Οι άνθρωποι που συλλέγουν τέχνη σίγουρα έχουν ένα πάθος γι΄αυτήν. Τόσο οι Έλληνες, όσο και οι Κύπριοι συλλέκτες πραγματικά αγαπούν την τέχνη και επέκταση τον καλλιτέχνη. Πολλές φορές μάλιστα αναπτύσσονται μεγάλες και δυνατές φιλίες ανάμεσα σε συλλέκτες και καλλιτέχνες.
Είναι πολύ συγκινητικό ότι ακόμα και μέσα σε αυτή την απόλυτη οικονομική κρίση που ζούμε εδώ και τόσα χρόνια και που τόσο άσχημα εντάθηκε από την πανδημία που βιώνουμε, πολλοί συλλέκτες συνεχίζουν να εμπλουτίζουν τις συλλογές τους με καινούργια έργα.
-Δηλαδή με τι κριτήρια – έχετε διαπιστώσει – ότι δημιουργούνται οι αξιόλογες συλλογές;
-Υπάρχουν συλλέκτες που δημιουργούν μια συλλογή σύμφωνα με το δικό τους γούστο. Άλλοι πάλι έχουν επενδυτικό κίνητρο και δημιουργούν συλλογές με βάση το χρηματιστήριο της τέχνης.
Εκτός από την αγάπη για το “ωραίο”, το οποίο στην προκειμένη περίπτωση αντιπροσωπεύει το έργο τέχνης, η κατοχή έργων τέχνης ήταν και είναι πάντα δείγμα status και δύναμης.
Η τέχνη λόγω σπανιότητας αλλά και αξίας, προσδίδει πάντα αίγλη. Υπάρχουν φυσικά πολλές κατηγορίες συλλεκτών τέχνης. Είναι κάποιοι από αυτούς που άγονται από την απόλυτη αγάπη για την τέχνη μέχρι εκείνους που υποκινούνται από την απόλυτη ανάγκη αίγλης και δύναμης και κατ’ επέκταση έχουν μοναδικό κριτήριο την χρηματική επένδυση.
Υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ του πώς και γιατί κάποιος συλλέγει έργα τέχνης λοιπόν. Φτάνουμε στο σημείο, που συλλέκτες δεν ασχολούνται καθόλου με ποια έργα εμπλουτίζονται οι συλλογές τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις αυτό το αναλαμβάνουν οι επιμελητές τέχνης και αποτελούν συλλογές με σκοπό την επένδυση και εν συνεχεία την ρευστοποίηση. Τα έργα τέχνης, σε αυτή την περίπτωση, λειτουργούν όπως και οι μετοχές κάποιας εταιρίας.
Υπάρχει και η άλλη πλευρά, που ο συλλέκτης λειτουργεί με το ένστικτό του και δημιουργεί την συλλογή του σύμφωνα με το προσωπικό του γούστο.
Πιστεύω, πάντως, ότι στον χώρο της τέχνης σήμερα παίζονται πολλά παιχνίδια και υπάρχουν πολλές παγίδες, όπως και σε κάθε χώρο που επενδύονται χρήματα. Καλό είναι ο συλλέκτης τουλάχιστον όταν αρχίζει να μεγαλώνει την συλλογή του και να επενδύει, να συμβουλεύεται πλέον και κάποιον ειδικό του χώρου.
Οι άνθρωποι που συλλέγουν τέχνη σίγουρα έχουν ένα πάθος γι΄αυτήν
-Ως εικαστικός, πώς συνδέετε την ποίηση με τη ζωγραφική;
-Ποίηση και ζωγραφική είναι δυο τέχνες, που με διαφορετικό τρόπο δημιουργούν εικόνες αλλά και συναισθήματα. Κάποιες φορές είναι ενδιαφέρον να συνδέονται μεταξύ τους, όχι όμως με διάθεση να συμπληρώσει η μια την άλλη αλλά με αφορμή την αίσθηση που δημιουργεί σε έναν ζωγράφο η ποίηση ή σε έναν ποιητή η ζωγραφική.
-Μιλήστε μας για την τελευταία σας δουλειά που αφορά στην εικονογράφηση ποιητικής συλλογής του Καβάφη.
-Μου ζητήθηκε από τον Γιάννη Σουλιώτη που επέλεξε, επιμελήθηκε και έγραψε την εισαγωγή για τα ερωτικά ποιήματα του Καβάφη να τα εικονογραφήσω.
Το βιβλίο θα κυκλοφορήσει από της εκδόσεις Αρμός. Με τον Γιάννη Σουλιώτη συνεργαστήκαμε στο παρελθόν για το βραβευμένο βιβλίο Αντίνοος του Fernando Pessoa, το οποίο μετέφρασε και στην συνέχεια εικονογράφησα.
Για τα ερωτικά ποιήματα του Καβάφη δημιούργησα 25 σχέδια με μελάνι χρησιμοποιώντας μια ιδιαίτερη τεχνική σε σχέση με το πως εφαρμόζεται το μελάνι στο χαρτί. Σκοπός μου δεν ήταν να εικονογραφήσω τα ποιήματα αλλά να μεταφέρω σε σχέδιο αυτή την αίσθηση που ο Καβάφης μας δημιουργεί με το ανθρώπινο σώμα. Το απόλυτο, κυρίαρχο καλός του ανθρωπίνου σώματος που πάντα αφήνει να υποβόσκει η ευαίσθητη και φθαρτή φύση του. Η λαμπερή, σφριγηλή, ακαταμάχητη αίσθηση της νεότητας που σκιάζεται από τον χρόνο που την παραμονεύει…
Ο Καβάφης, για μένα, είναι ο ποιητής που ισορροπεί το νόημα της ύπαρξης
-Ποιο από όλα τα ποιήματα σάς αγγίζει περισσότερο;
-Είναι πολύ δύσκολο για μένα να ξεχωρίσω ένα ποίημα του Καβάφη. “Πολλά τα καλοκαιρινά πρωϊὰ και η πόλη που μας ακολουθεί, την ομορφιά που έτσι πολύ ατενίσαμε και τα ωραία λουλούδια και άσπρα” είναι στοίχοι που για μένα έκαναν και κάνουν την ζωή μου πιο υποφερτή και της έδωσαν νόημα.
Ο Καβάφης, για μένα, είναι ο ποιητής που ισορροπεί το νόημα της ύπαρξης. Καταφέρνει να βάλει – έστω και για μια στιγμή – τάξη, σε ένα παράλογο σύμπαν. Μας βοηθά να νιώσουμε με έναν μαγικό τρόπο ότι η ευτυχία, η ομορφιά, η νεότητα, ο έρωτας αλλά και ο πόνος, η θλίψη, και η φθορά δεν μετριούνται ποσοτικά αλλά αισθητικά.