Η εντυπωσιακή καριέρα του Γιώργου Λάνθιμου: Μία ανασκόπηση

Γράφει ο Γιώργος Δήμος

Στα 48 του χρόνια, ο Γιώργος Λάνθιμος, Έλληνας σκηνοθέτης και «auteur», όπως ονόμαζαν οι Γάλλοι κριτικοί του Cahiers du Cinéma τους δημιουργούς που διατηρούσαν τον πλήρη καλλιτεχνικό έλεγχο του έργου τους και ξεχώριζαν για το ιδιαίτερο σκηνοθετικό τους ύφος, δεν βρίσκεται πολύ μακριά από τα χνάρια του Αμερικανού, Στάνλεϊ Κιούμπρικ, ένα σκηνοθέτη που ο Λάνθιμος φαίνεται να έχει σε πολύ μεγάλη εκτίμηση.

Ξεκινώντας δυναμικά την καριέρα του, με ταινίες όπως την «Κινέττα» (2005) και τον «Κυνόδοντα» (2009), ο σκηνοθέτης μοιάζει να είχε εξαρχής στο νου του το να προβάλλει τις ταινίες του πέρα από τα σύνορα της χώρας, πρώτα απ’ όλα, επειδή γνώριζε πως στην Ελλάδα θα ήταν σχεδόν αδύνατο να εξασφαλίσει από τα εισιτήρια και μόνο τα χρήματα που χρειαζόταν για να γυρίσει την επόμενη ταινία του και ύστερα, επειδή υποπτευόταν πως με το status που είχε τότε ο ελληνικός κινηματογράφος στο παγκόσμιο στερέωμα, κινδύνευε να παραμείνει για πάντα στην αφάνεια. Όπως αποδείχτηκε, η σκέψη του ήταν σωστή και έτσι οι δύο αυτές ταινίες προβλήθηκαν σε φεστιβάλ του εξωτερικού (κατά κύριο λόγο, σε Αμερική και Γαλλία) και σημείωσαν επιτυχία, τόσο όσο αφορά το box office, όσο και τις κριτικές. Παρότι για τα ελληνικά στάνταρ, οι ταινίες αυτές «έσπασαν ταμεία», στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες ο Λάνθιμος κέρδισε «cult following», πράγμα που δεν αποκλείει ότι οι ταινίες του μπορεί να έχουν και εμπορική επιτυχία.

Στιγμιότυπο από την ταινία, «Κυνόδοντας» (2009). Πηγή εικόνας: press.ert.gr

Η καριέρα του Λάνθιμου ακολούθησε μια σταθερή πορεία με τις «Άλπεις», που πολλοί θεώρησαν πως αποτελεί θεματική συνέχεια του «Κυνόδοντα», μέχρι το 2015, όταν κυκλοφόρησε ο «Αστακός» (The Lobster), με πρωταγωνιστές τον Κόλιν Φάρελ και την Ρέιτσελ Βάις. Η δυστοπική αυτή «μαύρη κωμωδία» μπορεί να ήταν μία ευρωπαϊκή παργωγή, όμως, τόσο ο Ιρλανδός, Φάρελ, όσο και η Βρετανίδα, Βάις, ήταν ήδη ταυτισμένοι, εδώ και δεκαετίες, με παγκόσμιες «blockbuster» επιτυχίες του Χόλυγουντ. Κάπως έτσι, λοιπόν, ο σαραντάχρονος τότε σκηνοθέτης από την Αθήνα, απόφοιτος της Σχολής Κινηματογράφου και Τηλεόρασης Λυκούργου Σταυράκου (η οποία, σημειωτέων, έχει «βγάλει» και άλλα μεγάλα ονόματα διεθνούς φήμης, όπως τον Παντελή Βούλγαρη) έφτασε στο σημείο να γυρίζει ταινίες χολιγουντιανής κλίμακας.

Η φήμη του αυτή εδραιώθηκε πια για τα καλά με τις δύο επόμενες ταινίες του: «Ο Θάνατος του Ιερού Ελαφιού» (2017), με τη Νικόλ Κίντμαν και τον Φάρελ και «Η Ευνοούμενη» (2018). Ύστερα από την επιτυχία που σημείωσε η «Ευνοούμενη» (The Favourite), μια ταινία εποχής, επίσης με τη Ρέιτσελ Βάις, στο ρόλο της Σάρα Τσώρτσιλ, Δούκισσας του Μάρλμπορο, και την Έμμα Στόουν, στο ρόλο της Άμπιγκεϊλ Χιλ, εξαδέλφης της Σάρα και αντιζήλου της, ως πρωταγωνίστριες, ο Λάνθιμος άρχισε ξαφνικά να ασχολείται με μικρότερα πρότζεκτ, ξεκινώντας με το «Nimic» το 2019 και φέτος τη «Βληχή», στην οποία πρωταγωνιστεί και πάλι η νέα μούσα του, Έμμα Στόουν.

Η Αριάν Λαμπεντ στην ταινία, «Άλπεις» (2011). Πηγή εικόνας: www.imdb.com

Αν και παγκοσμίως αναγνωρισμένος πια και μόνιμος κάτοικος του Ηνωμένου Βασιλείου εδώ και χρόνια (όπου και παντρεύτηκε, το 2013, τη συμπρωταγωνίστριά του στο «Attenberg», 2010, της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγγάρη, Αριάν Λαμπέντ), ο Λάνθιμος δεν ξεχνάει ποτέ να προσθέσει έστω και ένα μικρό ελληνικό πολιτιστικό στοιχείο στις ταινίες του. Από το αταίριαστο με την υπόλοιπη φιλμογραφία ντεμπούτο του, «Ο Καλύτερός μου Φίλος» (1999), μια κωμωδία στην οποία πρωταγωνιστεί και έχει ουσιαστικά τον πλήρη έλεγχο της παραγωγής ο Λάκης Λαζόπουλος, ως τη βωβή, «Βληχή» (2022), που είναι γυρισμένη στα βουνά της Τήνου, οι ταινίες του σκηνοθέτη είναι βαθιά ελληνικές, ακόμα και όταν οι χαρακτήρες επικοινωνούν στα Αγγλικά.

Η «Κινέττα» και ο «Κυνόδοντας», που είναι άλλωστε ελληνικές παραγωγές, αφορούν προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, όπως είναι η παρακμή ενός θερινού resort κατά τη χειμερινή σεζόν και τη συναισθηματική και σεξουαλική καταπίεση που δημιουργεί η ελληνική οικογένεια στα παιδιά τη, επηρεάζοντας τόσο την αντίληψή τους για το πώς είναι ο έξω κόσμος, αλλά και την ψυχολογική τους ωρίμανση. Οι «Άλπεις», μια επίσης ελληνική παραγωγή, με περισσότερους, όμως, διαλόγους στα Αγγλικά είναι η ιστορία του «Κυνόδοντα» ανεστραμμένη. Οι χαρακτήρες δεν προσπαθούν εδώ να ξεφύγουν από τα δεσμά της οικογένειας, αλλά, για να απαλύνουν τον πόνο εκείνων που έχουν πρόσφατα χάσει κάποιον δικό τους, προσποιούνται πως είναι το αγαπημένο τους αυτό πρόσωπο για μερικές ώρες, δημιουργώντας έτσι την ψευδαίσθηση της ύπαρξης μιας ολόκληρης οικογένειας.

Στιγμιότυπο από την ταινία, «Ο Αστακός» (2015). Πηγή εικόνας: popcult.blog

Ο «Αστακός» πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα, τοποθετώντας τους χαρακτήρες σε ένα σεξουαλικά καταπιεσμένο μέλλον. Η αλληγορία εδώ μάλλον ανταποκρίνεται περισσότερο στην καθημερινότητα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο Λάνθιμος, παρόλα αυτά, προσθέτει και μερικούς Έλληνες χαρακτήρες, ενώ στο σάουντρακ παίζουν δύο στοιχειωτικά ερωτικά κομμάτια από το μακρινό παρελθόν, ένα του Αττίκ, ερμηνευμένο από τη Δανάη Στρατηγοπούλου («Από μέσα πεθαμένος») και ένα από την ταινία «Το Παιδί και το Δελφίνι» (1957) («Τι ’ναι αυτό που το λένε αγάπη»), που το ερμηνεύει η Σοφία Λόρεν σε σπαστά Ελληνικά.

Οι δύο μεγάλες παραγωγές του σκηνοθέτη, «Το Ιερό Ελάφι» και η «Ευνοούμενη», εστιάζουν περισσότερο στην εμμονή του Λάνθιμου με τον Κιούμπρικ (μοιάζουν με τα «Μάτια ερμητικά κλειστά», 1999 και το «Μπάρι Λίντον», 1976, αντίστοιχα) και δεν έχουν πολλά ελληνικά πολιτιστικά στοιχεία, όμως στο «Ιερό Ελάφι», για παράδειγμα, ο Φάρελ είναι καρδιοχειρουργός (η ιατρική είναι ένα αρχαίο ελληνικό επάγγελμα) και η πλοκή βασίζεται στην τραγωδία του Ευριπίδη, «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» (405 π.Χ.). Στην «Ευνοούμενη» τα στοιχεία αυτά είναι ακόμα ισχνότερα και το μόνο που παραπέμπει στην Ελλάδα είναι η «λεσβιακή σχέση» που έχει η Δούκισσα με τη Βασίλισσα, που, βάσει της ετυμολογίας της λέξης, είναι η «γυναίκα από τη Λέσβο», δηλαδή η λυρική ποιήτρια, Σαπφώ, που σύμφωνα με την παράδοση είχε σχέσεις με άτομα του ίδιου φύλου. Στη «Βληχή» ο Λάνθιμος επιστρέφει δυναμικά στις ρίζες του, τόσο γεωγραφικά, όσο και σε μυθολογικό επίπεδο, με την μετεμψύχωση της κεντρικής χαρακτήρα σε ζώο, κάτι που θυμίζει έντονα και την πλοκή του «Αστακού».

Το διαφημιστικό poster για την ταινία, «Βληχή» (2022). Πηγή εικόνας: el.wikipedia.org

Όπως ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, έτσι και ο Λάνθιμος έχει χρησιμοποιηθεί κατά καιρούς από πολιτικούς και δημοσιογράφους, σαν ένα τρανό παράδειγμα για το πως οι Έλληνες δημιουργοί δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τους υπόλοιπους ευρωπαίους και μπορούν να κερδίσουν διεθνή βραβεία και επαίνους για τη δουλειά τους. Ανεξάρτητα, όμως, από την προπαγάνδα και τις πολιτικές σκοπιμότητες, το έργο του Λάνθιμου μπορεί να σταθεί άνετα από μόνο του στο ευρωπαϊκό στερέωμα, όσο αφορά την ποιότητά του.

Αν και η πορεία του σκηνοθέτη φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, διαμετρικά αντίθετη από εκείνη του Κιούμπρικ, ο οποίος έφυγε από το Χόλυγουντ για να γυρίσει τις ταινίες που ήθελε στην Αγγλία, ενώ ο Λάνθιμος πήγε στην Αγγλία, όπου υπήρχαν περισσότερα χρήματα, ούτως ώστε να κάνει τις παραγωγές που δεν μπορούσε να πραγματοποιήσει ποτέ στην Ελλάδα, οι εργογραφίες των δύο δημιουργών έχουν κάποια συνάφεια μεταξύ τους. Ο Λάνθιμος, φυσικά, θαυμάζει το έργο του Κιούμπρικ και αναφέρεται συχνά σε αυτό, αλλά εκείνο που μοιάζει επίσης είναι το όραμα των δύο σκηνοθετών. Όπως και ο Κιούμπρικ, έτσι και ο Λάνθιμος δίνει μεγάλη σημασία στη λεπτομέρεια, με σκοπό να φτιάξει επιβλητικές και πολλές φορές μπαρόκ αισθητικής ταινίες, σε όποιο κινηματογραφικό είδος και αν ανήκουν. Τα στοιχεία αυτά είναι παρόντα ακόμα και στη μικρότερη σε κόστος και διάρκεια ταινία του Λάνθιμου, «Βληχή», που σημαίνει «βέλασμα» και ο τίτλος συνδέεται με τη σουρεαλιστική πλοκή της.

Δείτε το trailer της ταινίας στο YouTube:

Share this
Tags
Γιώργος Δήμος
Γιώργος Δήμος
Ο Γιώργος Δήμος γεννήθηκε το 1993 στην Αθήνα. Σπούδασε Δημιουργική Γραφή και Φιλοσοφία στο Pratt Institute, στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, όπου και έζησε για 8 χρόνια. Το 2019 επέστρεψε στην Ελλάδα και από τότε εκδίδει συστηματικά άρθρα σε περιοδικά, κυρίως σχετικά με τον κινηματογράφο, τη λογοτεχνία και τη φωτογραφία. Είναι μέλος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων για την Ανεξαρτησία και τη Διαφάνεια των ΜΜΕ.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

Αυθεντικές όψεις της Μονμάρτης από τον Μορίς Ουτριλό

Γράφει ο Κώστας Ευαγγελάτος, Ζωγράφος, λογοτέχνης, θεωρητικός της τέχνης.  Ο Μορίς Ουτριλό / Maurice Utrillo γεννήθηκε το 1883 στην Μονμάρτρη του Παρισιού. Ήταν ο γιος της...

Γιάννης Μετζικώφ: Το βλέμμα είναι η δύναμη μιας άηχης γλώσσας. Κανένας άνθρωπος δεν γλίτωσε από το βλέμμα του έρωτα και της αγάπης.

Γράφει η Μαργαρίτα Καρδαχάκη - Ιστορικός Τέχνης Επιμέλεια συνέντευξης: Ζέτα Τζιώτη  Με αφορμή τη νέα του έκθεση στην γκαλερί της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης, το artviews συνάντησε τον...

Λορέττα Γαΐτη: Εάν δεν φροντίζεις το έργο ενός καλλιτέχνη είναι σαν να πεθαίνει για δεύτερη φορά

Γράφει η Μαργαρίτα Καρδαχάκη - Ιστορικός Τέχνης Επιμέλεια συνέντευξης: Ζέτα Τζιώτη  Πριν από μερικές ημέρες οι πόρτες της Γκαλερί Σκουφά άνοιξαν στην καρδιά του Κολωνακίου για...

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

More like this