Γράφει ο Σωτήρης Χάιδας
Η ταινία με τον προβοκατόρικο τίτλο «Η επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά», είναι αμιγώς ελληνική και πραγματεύεται ακριβώς αυτό που υπόσχεται ο βαρύγδουπος, αλλοπαρμένος τίτλος του: μια επίθεση από έναν μουσακά σε μέγεθος εξαώροφης πολυκατοικίας, στην καλοκαιρινή Αθήνα και όλα τα συνεπακόλουθα στις ζωές των κατοίκων που αυτό θα επιφέρει. Μια ταινία που αντί για 4 εβδομάδες που υπολογιζόταν να ολοκληρωθεί, πήρε τελικά 4 χρόνια, με τον νεαρό -τότε- Πάνο Κούτρα στο αμφιλεγόμενο ντεμπούτο του, αποτίνοντας φόρο τιμής στις cult ταινίες και παράλληλα σατιρίζοντας την καθεστηκυία τάξη της Ελλάδας και τους μεγαλόσχημους θεσμούς της.
Ο σκηνοθέτης του «Στρέλλα» και «Ξενία», χρωματίζει (κυριολεκτικά και μεταφορικά) από τότε τις ταινίες του με αποχρώσεις του Pride, σε μια εποχή που φάνταζε τολμηρό διάβημα μια τέτοια απόπειρα, τοποθετώντας τα μέσα σε μια διασκεδαστική, σουρεαλιστική b-movie, που παραδόξως η αξία της πολλαπλασιάζεται σε πλήρη αναλογία με τον χρόνο που απομακρύνεται από την πρεμιέρα της, ήτοι το ένδοξο 1999.
Το cult following που άρχισε να αποκτάει με σταδιακή άνοδο την οποία απολαμβάνει μέχρι και σήμερα, οφείλεται στην -εκ της φύσεώς της- φτηνή αλλά ειλικρινή κατασκευή της και την ελευθεριότητα που παρουσιάζει στις εποχές ευμάρειας, ασυδοσίας και πνευματικού ξεπεσμού της Ελλάδας τις οποίες μπορεί να μας φέρνει στο νου μια γρήγορη μνημονική ανάκληση, δίχως να λείπουν τα αιχμηρά κοινωνικοπολιτικά σχόλια, η λάβρα σάτιρα και τελικά η διαχρονικότητα στο σύνολο της χάρη στο μεράκι με το οποίο φτιάχτηκε.
Όλη η πόλη βρίσκεται σε κατάσταση πολιορκίας και θα γίνει μάρτυρας ενός πρωτοφανούς, αλλόκοτου εισβολέα, που με την πληθωρική του παρουσία έχει μονοπωλήσει το ενδιαφέρον των ξένων μέσων ενημέρωσης, διαταράσσοντας την πεπατημένη και ενεργοποιώντας το ηφαίστειο της κοιμισμένης Ελλάδας. Ένα φαγητό-σύμβολο γίνεται ο χειρότερος εχθρός του νεοέλληνα, ο πανζουρλισμός που προκύπτει κλυδωνίζει τις χάρτινες αξίες μαρτυρώντας ότι ακόμα και σε μια τέτοια απειλή η κοινωνία αρνείται να αποκοπεί από τις παθογένειές της.
H όψη του τρομακτική, η εμφάνιση του εξαιρετικά γνώριμη, με τα Μ.Μ.Ε να δράττονται της ευκαιρίας να τρομοκρατήσουν τους πολίτες ως ένα ισχυρότερο μορμολύκειο από το ίδιο το τέρας, η κρατική μηχανή σε ολιγωρία και οι κυβερνώντες να καθησυχάζουν αφελώς για να δικαιολογήσουν την ανικανότητά τους.
Οι εξωγήινοι σε μια επίσκεψή τους στη γη για να μελετήσουν τους κατοίκους της θα βρεθούν όλως τυχαίως στην αλαφροΐσκιωτη καλοκαιρινή Αθήνα της δεκαετίας του ‘90 και σε μια λανθασμένη προσπάθεια να μας εξετάσουν, θα ακτινοβολήσουν με τον ιπτάμενο δίσκο τους ένα πιάτο μουσακά μεγαλώνοντάς το χιλιάδες φορές, δημιουργώντας εκ παραδρομής ένα τέρας που σαρώνει τα πάντα στο διάβα του με την γλιτσερή του υφή και με την αποκρουστική του θέα, εξουδετερώνοντας άπαντας και μετατρέποντας την Αθήνα σε «κρανίου τόπο». Ταυτόχρονα, τα τρομολαγνικά Μ.Μ.Ε δεν θα χρειαστεί αυτή τη φορά να βγάλουν κάποια είδηση από την «κατάψυξη» και φυσικά θα βρουν πρόσφορο έδαφος για να εκμεταλλευτούν το συμβάν, λεηλατώντας το απόρρητο των κατοίκων και κάνοντας εμπόριο πόνου και της οδύνης που τόσο καλά κατέχουν.
Ένας λαοπλάνος πολιτικός αριβίστας προ των πυλών της εκλογής του, μια trans που αναζητάει τον αληθινό έρωτα που θα τον βρει στον διευθυντή του αστεροσκοπείου που εντόπισε πρώτος τον εν λόγω μουσακά-τέρας, μια αδίστακτη δημοσιογράφος που θα κάνει τα πάντα για παραπάνω τηλεθέαση και πολλοί άλλοι «χρωματιστοί», ζωντανοί χαρακτήρες που συμπληρώνουν ένα ετερόκλητο, αντιπροσωπευτικό μωσαϊκό μιας διαφορετικής εποχής που νοσταλγούμε σίγουρα για οικονομικούς λόγους αλλά καθόλου για πολιτισμικούς.
Ο Κούτρας κάνει μια έξυπνη αλληγορική οπτικοποίηση μιας προχωρημένης κοινωνίας που μοιάζει με κοντινό μέλλον, σε αντιδιαστολή με την καχεκτική ελληνική οικογένεια που παραδίνεται άνευ όρων στις επιταγές των μέσων ενημέρωσης και γκρεμίζεται από τα σαθρά θεμέλιά της.
Μια b-movie που δεν έτυχε θερμής αποδοχής από το ελληνικό κοινό όταν έκανε την πρεμιέρα της στις αίθουσες, αλλά άνοιξε πανιά για άλλες χώρες όπως την Γαλλία και φυσικά αυτήν του Ανατέλλοντος Ηλίου, στις οποίες γνώρισε διθυράμβους. Ενδιαφέρουσες, ξεκαρδιστικές ιστορίες που διαδραματίζονται παράλληλα μεταξύ τους και στο φόντο ο γιγάντιος μουσακάς που θα ελευθερώσει τον Ασκό του Αιόλου, ξεθάβοντας την «δυσωδία» της κοινωνίας και τιμωρώντας το ανθρώπινο είδος για την επίπλαστη ευδαιμονία και την αθεράπευτη αβελτηρία του.