Συνέντευξη στη Ζέτα Τζιώτη
Η γκαλερί Εικαστικός Κύκλος ΔΛ παρουσιάζει τη διατομική έκθεση της Μαρίας Σταμάτη και του Κώστα Βίττη με τίτλο Without Which, Not / Sine Qua Non.
Ο κοινός εννοιολογικός άξονας που ενώνει το έργο των δύο εικαστικών, σε μία ενδιαφέρουσα και προκλητική συνύπαρξη, είναι η επιθυμία τους να αναγνώ-σουν και να εν-νοηματώσουν … τα όρια της Έκφρασης. Της διαδικασίας που ο άνθρωπος αποκτά επίγνωση του εαυτού του και επικοινωνεί με τους άλλους.
Σ´ ένα εγκάρσιο ταξίδι στα έγκατα της ανθρώπινης ύπαρξης, του υποσυνείδητου, των μεταβάσεων, των αλλαγών και αλληλουχιών που έπονται κι επιτελούνται σε μία διαδρομή αυτοπροσδιορισμού που διαμορφώνει την έκφραση του ατόμου εσωτερικά και εξωτερικά.
Η Μαρία Σταμάτη με αφετηρία την “εκφραστική ζωγραφική” και το λόγο, αναπτύσσει τα έργα της στο χώρο, συνθέτοντας εγκαταστάσεις, όπου πολύ συχνά προσθέτει νήματα και ύφασμα ή δαντέλα, οικοδομικό πλέγμα, κατασκευές και πλέξιγκλας, δημιουργεί υπαρξιακά παλίμψηστα με διαστρωματώσεις υλικών, εννοιών και συμβολισμών.
Ο Κώστας Βίττης συνθέτει το δικό του αφήγημα με φωτογραφικές αλληγορίες και συμβολικές εικόνες, που προέρχονται από τις σκέψεις, τις παρατηρήσεις και τις προσωπικές του εμπειρίες και εκφράζουν τον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης.
Με αφορμή την έκθεση μιλήσαμε με τους καλλιτέχνες για το έργο τους, για την μεταξύ τους σχέση, τη συνεργασία τους και την δυνατότητα να συνυπάρξουν δύο πολύ διαφορετικές δουλειές στον ίδιο χώρο με μεγάλη επιτυχία.
Η επιμέλεια της έκθεσης είναι της Έφης Μιχάλαρου.
-Μαρία, όπως γνωρίζουμε, πολλά από τα έργα της έκθεσης, και όχι μόνο, δημιουργήθηκαν την περίοδο του εγκλεισμού. Για σας και για πολλούς ανθρώπους στο χώρο της τέχνης, ήταν μία πολύ παραγωγική περίοδος. Θα θέλατε να μας εκφράσετε τα συναισθήματα σας, για αυτή την πρωτόγνωρη για όλους μας κατάσταση και τα στάδια που πέρασαν ώστε να μετουσιωθούν στα έργα που βλέπουμε σήμερα;
-Μ.Σ. Η περίοδος του εγκλεισμού έφερε πολλά προβλήματα, στην ερώτησή σας όμως, ως προς την δημιουργική διαδικασία ήταν πολύ παραγωγικό διάστημα που οφείλεται σε διαφόρους παράγοντες, κυρίως στην πολυτέλεια του χρόνου που επέτρεπε την χαλαρή παρατήρηση, τον αδιάκοπο πειραματισμό την επανεξέταση…το άφημα σ΄ένα κύμα που όσο χαλαρό ή έντονο μπορεί να ήταν, ήταν περιπέτεια και ανακάλυψη.
-Κώστα, τι σημαίνει για σας η μεταξύ σας συνεργασία, σε ποιο σημείο τα έργα σας που είναι τόσο διαφορετικά, όπως και τα μέσα που χρησιμοποιείται, συγκλίνουν;
-Κ.Β. Προσωπικά, η εικαστική μου δουλειά, υποκινείται από μια υπαρξιακή ανάγκη να εκφράσω τον εαυτό μου, να συνδεθώ με τους άλλους και να κατανοήσω τις πολλές και συχνά ασυμβίβαστες πλευρές του εγώ, σ’ ένα ταξίδι αυτο-ανακάλυψης και αυτοέκφρασης. Η εικαστική συνεργασία με τη Μαρία Σταμάτη ήρθε αβίαστα εδώ και 9 χρόνια και μας οδηγεί σε πολύ όμορφες διαδρομές.
Στο «Without which, not / Sine qua non» ο καθένας από εμάς, χρησιμοποιεί το δικό του διαφορετικό εικαστικό και εκφραστικό μέσο, κάτω από ένα κοινό εννοιολογικό άξονα, που διερευνά τα συναισθήματα και τα όρια της ανθρώπινης έκφρασης και ενώνει δυναμικά το έργο μας.
-Σχέδιο, Ζωγραφική, Εκφραστική Ζωγραφική όπως την χαρακτηρίζετε, Λόγος-Ποίηση (γράφετε ποίηση και έχουν εκδοθεί ποιήματά σας) διαγράφεται μία πορεία, μέχρι να δημιουργηθούν οι εγκαταστάσεις. Ποια η σχέση σας με το χώρο και η σημασία του, στο έργο σας;
-Μ.Σ. Οι εγκαταστάσεις δημιουργούνται από την ανάγκη του έργου να ολοκληρωθεί και να αποδοθεί το νόημά του. Μ’ ενδιαφέρει επίσης περισσότερο η βιωματική προσέγγιση που επιτυγχάνεται μέσα από τις εγκαταστάσεις κι ακόμα σε μια εποχή που η εικόνα είναι ο απόλυτος κυρίαρχος … Η ύπαρξη του έργου στον χώρο είναι και μία διαμαρτυρία.
-Αντίστοιχα εσείς χρησιμοποιείται πολλά διαφορετικά επίπεδα στις φωτογραφίες σας, που συντείνουν στην ποιητική των εικόνων, θα θέλατε να μας πείτε πως και από που προκύπτουν;
-Κ.Β. Η συγκεκριμένη δουλειά, είναι μια σχολαστική πειραματική εργασία πάνω στη σύγχρονη προσωπογραφία. Μέσα από αυτή την πειραματική διαδικασία, προκύπτουν και τα διαφορετικά επίπεδα στις φωτογραφικές μου συνθέσεις, τα οποία δίνουν απεριόριστες δυνατότητες έκφρασης στο σύγχρονο πορτρέτο και διευκολύνουν την εν-συναίσθηση και την οικειότητα με το θεατή.
-Μέσα από τα έργα σας, δημιουργείτε οικειότητα με τον θεατή, είναι συνειδητή η ασυνείδητη διαδικασία και από που απορρέει;
-Μ.Σ. Ίσως επειδή με ενδιαφέρει ο άνθρωπος στην απλή καθημερινή του ζωή, τι μας συμβαίνει και μας τι απασχολεί.
-Παρόλο που οι φωτογραφίες σας είναι έγχρωμες, το ροζ είναι εκείνο που παίζει κυρίαρχο ρόλο, γιατί το χρησιμοποιείται τόσο έντονα και τι εκπροσωπεί;
-Κ.Β. Το ροζ χρώμα όπως και πολλά άλλα στοιχεία στη συγκεκριμένη δουλειά χρησιμεύουν για να αποδυναμώσουν τη ρεαλιστική βάση της φωτογραφίας, προσδίδοντας έναν ονειρικό, υποκειμενικό τόνο που διευκολύνει την ανάγνωση από το θεατή.
-Ενώ η δουλειά σας είναι ανεικονική, οι εικόνες και οι μνήμες που αναδύονται από την χρήση των υλικών, όπως: τα νήματα, οι δαντέλες και το οικοδομικό πλέγμα, υλικά τόσο διαφορετικά μεταξύ τους, που όμως μέσα από την διαφορετικότητα και την αντίθεση, εν-νοηματοδοτούν μία νέα θέαση του κόσμου…
-Μ.Σ. Τα έργα μου είναι παλίμψηστα εννοιών, υλικών και συμβολισμών. Αυτές οι διαστρωματώσεις επεξεργάζονται πολύμορφα και προσπαθούν να αποδώσουν πολυεπίπεδα τις σκέψεις, τους προβληματισμούς, τα ερωτήματα και τις αναγνώσεις του σύγχρονου ανθρώπου. Ένα έργο, με την ύπαρξή του, ίσως, θέτει ένα ερώτημα, ίσως, γίνει η αφορμή να ξανασκεφτούμε και να δώσουμε διαφορετικές απαντήσεις σχετικά με κάτι που είμασταν σίγουροι ότι γνωρίζουμε καλά. Με νοιάζουν αυτές οι αφορμές.
ο καθένας από εμάς, χρησιμοποιεί το δικό του διαφορετικό εικαστικό και εκφραστικό μέσο, κάτω από ένα κοινό εννοιολογικό άξονα, που διερευνά τα συναισθήματα και τα όρια της ανθρώπινης έκφρασης και ενώνει δυναμικά το έργο μας
-Δύο γυναικεία πρόσωπα, πολλά ρούχα, πολύ καλά προσεγμένο γυμνό κι ακόμη περισσότερες εκφράσεις… ποια η σημασιολογία τους;
-Κ.Β. Η συγκεκριμένη δουλειά είναι ένα φωτο-ψυχογραφικό δοκίμιο της ανθρώπινης κατάστασης: ομορφιά, στοργή, επιθυμία, ερωτισμός και αγάπη, αλλά και εγωισμός, αμφισβήτηση, πόνος και μοναξιά.
Τα ρούχα που αποτελούν και το κυρίαρχο στοιχείο αυτής της δουλειάς, παραπέμπουν στα συναισθήματα, και τις κομβικές επιλογές μας που απηχούν τους διαφορετικούς και συχνά δυσβάσταχτα απαιτητικούς ρόλους τους οποίους ενσαρκώνουμε στην κοινωνική και ιδιωτική μας ζωή, ενώ το γυμνό σώμα που περικλείει την ανθρώπινη ψυχή, αναδύεται στο έργο μου, μέσα από σωρούς ρούχων αντικατοπτρίζοντας τις απεριόριστες δυνατότητες που έχουμε να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να αναδυθεί και να εξελιχθεί απαλλαγμένος από το βάρος των επιλογών μας, υποσυνείδητων και συνειδητών. Η δεύτερη γυναικεία φιγούρα, εμφανίζεται σε ορισμένα μόνο έργα υποδηλώνοντας μια άλλη πλευρά του εαυτού μας.
-Μαρία, συνυπάρχετε με τον Κώστα Βίττη, μέσα από δύο πολύ διαφορετικές δουλειές, ήταν πρόκληση αυτή η συνύπαρξη και ποιο είναι το σημείο συνάντησης μεταξύ σας;
-Μ.Σ. Ναι, ήταν πρόκληση να προσπαθήσουμε, μέσα από τον τρόπο του ο καθένας, να δουλέψουμε πάνω στην έννοια της Έκφρασης.
-Τελειώνοντας την συνέντευξή μας και αφού σας ευχαριστήσουμε, θα θέλαμε να περιηγηθούμε μαζί, στους διαφορετικούς χώρους και τόπους που υπάρχουν στο έργο σας και την ατμόσφαιρα που δημιουργείται που αλλού είναι απόλυτα ρεαλιστική που αλλού ονειρική…
-Κ.Β. Το κάθε έργο, παίζει με ρεαλιστικά και μη στοιχεία, χωρίς να επιχειρεί να οριοθετήσει το χώρο και τον τόπο ή να δώσει απαντήσεις σε οποιοδήποτε ζήτημα, αλλά μάλλον να προκαλέσει και να προσκαλέσει το θεατή να με ακολουθήσει πέρα από την επιφάνεια, θέτοντας ερωτήματα και προβληματισμούς σχετικά με τη συγκρουσιακή φύση του εγώ και τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την οικειότητα, του τρόπου που επικοινωνούμε με τους άλλους ή εκφράζουμε τις επιθυμίες μας, τον έρωτα, και την αγάπη, μ’ ένα πιο βαθύ και ουσιαστικό τρόπο.