Γράφει η Μουσικός – Μουσικολόγος, Ελένη Μοσχοβούδη
Η Κρατική Σχολή Ορχηστρικής Τέχνης εκπαιδεύει καλλιτέχνες και παιδαγωγούς. Μέσα στους στόχους αυτής της εκπαίδευσης είναι η γνωριμία των σημερινών σπουδαστών με τους ανθρώπους που αφιέρωσαν τη ζωή τους στην Τέχνη, στο Χορό, στη Μουσική και στο παιδί.
Η Πολυξένη Ματέυ σπούδασε μέσα στη μουσική. Έπαιξε υπέροχα πιάνο σε όλη της τη ζωή. Πίστεψε στη δύναμη της ρυθμικής, της μουσικοκινητικής αγωγής και της σωματικής έκφρασης και τα δίδαξε σε μικρούς και μεγάλους με αφοσίωση και ενθουσιασμό. Φύση ανήσυχη, ελεύθερη και αποφασιστική, αγάπησε με πάθος την πατρίδα της και την ελληνική γλώσσα.
Ένας σύγχρονος Ιταλός ποιητής, ο Loris Malaguzzi, λέει πως το παιδί έχει εκατό γλώσσες, αλλά το σχολείο και η κοινωνία του κλέβουν τις ενενήντα εννιά από αυτές και «χωρίζουν το κεφάλι από το σώμα του.»
Η Πολυξένη Ματέυ γνώριζε από πολύ νωρίς πόσο πολύτιμο είναι αυτές οι εκατό γλώσσες να αναπτύσσονται όλες μαζί. Ήξερε να εκμηδενίζει την απόσταση ανάμεσα στη δουλειά και το παιχνίδι, στην πραγματικότητα και τη φαντασία, στη λογική και το όνειρο. Περπάτησε τη ζωή της συντροφιά με τις «Μούσες», ακούραστη να εμπνέει, να εμψυχώνει, να ενθαρρύνει, να παρακινεί.
Το 1902 γεννιέται στην Αθήνα. Από το 1906-1914 φοιτεί στο Γερμανικό Σχολείο της Αθήνας. Τα έτη 1914-1915 μετά το κλείσιμο του Γερμανικού Σχολείου και με την κήρυξη του Α’ Παγκόσμιου πολέμου, παρακολουθεί κατ’ οίκον διδασκαλία προκειμένου να ενταχθεί στο ελληνικό γυμνάσιο. Στο Ωδείο Αθηνών, όπου η Πολυξένη σπούδαζε πιάνο από το 1908 (τάξη Αρ. Καζάζη, Wassenhoven και Freemann), παρακολουθεί μια πρώτη επίδειξη της μεθόδου Dalcroze.
«Τα κορίτσια φορούσαν μαγιώ, μακρυά ως τα γόνατα, και αυτό είχε σχολιαστεί πολύ δυσμενώς από πολλούς. Εμένα πάντως μου είχε κάνει πολλή εντύπωση αυτή η επίδειξη: πρώτη φορά έβλεπα, ότι η μουσική μπορεί να ‘πραγματοποιείται’ (être réalisée) με το σώμα.»
Τα έτη 1917-1918 καθοριστική υπήρξε η γνωριμία της Πολυξένης με τον Μανόλη Τριανταφυλλίδη, καθώς σήμανε την έναρξη μιας μεγάλης φιλίας και της έδειξε την εθνική σημασία της ελληνικής γλώσσας.
Τα έτη 1922-23, παρακολουθεί μαθήματα πιάνου στο Konservatorium και μαθήματα Μουσικολογίας και Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας καθώς και μαθήματα γυμναστικής ρυθμικής Dalcroze. Μαζί με τον Αντίοχο Ευαγγελάτο παρίστανται στην πρώτη εκτέλεση του Petrouchka του Stravinsky.
Το 1925 η Πολυξένη παίρνει το Δίπλωμα του Ωδείου με καθηγητή τον Weinreich. Έχει ήδη εμπειρία στη μουσική δωματίου και συνοδεύει τάξεις ωδικής, βιολιού και βιολοντσέλου, ενώ δίνει συναυλίες με τον βιολοντσελίστα Metzmacher.
Στις 15 Μαΐου 1926, παντρεύεται με τον Georg Alexander Mathey, ζωγράφο και καθηγητή στην Ακαδημία Γραφικών Τεχνών και Βιβλίου της Λειψίας.
Το 1928 το ζεύγος Ματέυ εγκαθίσταται στο Βερολίνο. Στο κοσμοπολίτικο περιβάλλον της πόλης συναντούν συχνά τον Δ. Μητρόπουλο, τον Ν. Σκαλκώτα, την Α. Τριάντη, τον Thomas Mann, Moholy – Nagy και πολλούς άλλους σημαντικούς δημιουργούς, συνθέτες και λογοτέχνες.
Στις 6 Απριλίου 1930 παίζει σε Α’ εκτέλεση το κοντσέρτο για πιάνο, βιολί και ορχήστρα του Σκαλκώτα στην Singakademie του Βερολίνου. Το χειρόγραφο που είχε χαρίσει ο ίδιος ο συνθέτης στην Πολυξένη, κάηκε στους φοβερούς βομβαρδισμούς του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου.
Τον Σεπτέμβριο 1935 σημαντικός σταθμός στέκεται η γνωριμία της με τον Karl Orff: είναι η εποχή που ο συνθέτης γράφει τα Carmina Burana. Πηγαίνει στο Μόναχο και φοιτά στην Güntherschule κίνηση και μουσική. Έναν χρόνο αργότερα, τον Ιούνιο 1936, παίρνει το δίπλωμα της Γυμναστικής και Ρυθμικής “Deutsche Gymnastik, Wahlfach Musik und Bewenung”. Η ίδια λέει:
«‘Ένιωθα ότι το επάγγελμα του πιανίστα δε με ικανοποιούσε. Έτσι πήγα στο Μόναχο, στη θρυλική πια σχολή Günther, για να ασχοληθώ με έναν κλάδο που ανέκαθεν με τραβούσε: Μουσική και Κίνηση.»
Η αντίληψη του K. Orff όπως μάς τη γνωρίζει ο ίδιος μέσα από το μουσικό – παιδαγωγικό έργο του: «Το πρώτο πράγμα που σκεφτόμουν ήταν η δημιουργία μιας ρυθμικής εκπαίδευσης, παράλληλα η κυρίαρχη στο μυαλό μου ιδέα, ότι η μουσική και η κίνηση πρέπει να διδάσκονται ταυτόχρονα, συνδέθηκε με την παραπάνω σκέψη».
Ο Γιώργος Χατζηνίκος, διακεκριμένος Έλληνας σολίστ του πιάνου, ορχηστρικός και χορωδιακός διευθυντής, δάσκαλος και συγγραφέας, επονομαζόμενος και “Φιλόσοφος της Μουσικής”, με διεθνή καριέρα που εκτάθηκε για περισσότερα από 70 χρόνια, σχολιάζει πως η Ματέυ όχι μόνο διείσδυσε βαθύτατα στη φιλοσοφία του «Schulwerk», αλλά εισάγοντας το στην Ελλάδα το πλούτισε ταυτόχρονα και με τους ελληνικούς ρυθμούς, καθώς όπως γνωρίζουμε και από τον Κ. Orff αλλά και από τον B. Bartok, τα παιδιά πρέπει να αρχίζουν να διδάσκονται μουσική πρωτίστως στη γλώσσα τους και με θέματα από τη μουσική τους παράδοση.
Σύμφωνα με τον Χατζηνίκο, το έργο της Π. Ματέυ «Ρυθμός» θα έπρεπε κανονικά να διανέμεται από το Υπουργείο συστηματικά και τακτικά για να καθοδηγούνται εκείνοι που καλούνται να αναλάβουν την καίρια και σημαντική δουλειά των μουσικών σχολείων, αλλά και όλοι οι εκπαιδευτικοί λειτουργοί, ώστε να αφυπνιστεί συνολικά η συνείδηση, η εκτίμηση και ο σεβασμός για την πανάρχαια, αλλά αγνοημένη θεμελιώδη σημασία της μουσικής γενικότερα.
1 Ιουλίου 1937, αναλαμβάνει την κίνηση του Χορού για τον Ιππόλυτο του Ευριπίδη στο Βασιλικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη και μουσική Δ. Μητρόπουλου. Ερμηνεύουν οι Κατίνα Παξινού και Αλέξης Μινωτής.
«Για την είσοδο του χορού είχε γράψει ο Μητρόπουλος ένα ωραίο κομμάτι σε αργό ¾. Εγώ έμπαζα τις κοπέλες μέσα από τις δύο εισόδους του θεάτρου με αργά τροχαϊκά βήματα (…), ειδικά για το χορό έγραψε ο τύπος: ‘Αίσχος, αίσχος, τσάμικος κάτω από την Ακρόπολη’. Σήμερα είναι δύσκολο να συλλάβει κανείς ότι ο ελληνικός χορός θεωρούνταν κάτι τόσο παρακατιανό και τόσο περιφρονητέο, ώστε ήταν ‘αίσχος’ να χορεύεται κάτι που έμοιαζε μ’ αυτόν κάτω από την Ακρόπολη!!»
1 Νοεμβρίου 1938, δίνει μαθήματα Γερμανικής Γυμναστικής και Ρυθμικής Αγωγής στο Γερμανικό Σχολείο, και Ρυθμικής στο Ωδείο Αθηνών. Την ίδια χρονιά κτίζεται το ιδιόκτητο οίκημα στην οδό Δημοχάρους 27, σε στυλ Bauhaus, όπου κατοικεί η οικογένεια και στεγάζεται η νεοϊδρυθείσα Σχολή Ρυθμικής Γυμναστικής Πολυξένης Ματέυ – Ρουσοπούλου.
Η σχολή Ματέυ ήταν σχολή χορού, οι μαθήτριές της όμως μιλούσαν για πιο ουσιαστικές σπουδές, για ολοκλήρωση προσωπικότητας, για φιλοσοφική θεώρηση της ζωής, για φως, πίστη και δύναμη.
Μετά την επίθεση της 28ης Οκτωβρίου, το φθινόπωρο 1940, η Γερμανική Πρεσβεία καλεί τους Γερμανούς υπηκόους που βρίσκονταν στην Ελλάδα να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Ο άντρας της Πολυξένης αποφασίζει να φύγει, αλλά η ίδια δεν τον ακολουθεί:
«…στην κατοχή, η σχολή μου έκλεισε και στην αίθουσα στέγασα μια οικογένεια βομβόπληκτων από τον Πειραιά.»
Η Πολυξένη δε χάνει την ευκαιρία να υπηρετήσει τον απελευθερωτικό αγώνα της χώρας της.
Τον Οκτώβριο 1945, η Σχολή της ξαναρχίζει τη λειτουργία της, στην αρχή με πολύ λίγες μαθήτριες, που όμως σε σύντομο χρονικό διάστημα αυξάνονται στον αριθμό. Το 1946, αρχίζουν τακτικές εκπομπές με την παιδική ομάδα «Ώρα του παιδιού» του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας, που θα κρατήσουν 8 χρόνια. Το 1947, τα μαθήματα χορού στη Σχολή Ματέυ αναλαμβάνει η Υβόννη ντε Κίρικο, διπλωματούχος χορού του Κονσερβατορίου της Βιέννης.
Από το 1950 ως το 1956 λειτούργησε στη σχολή Επαγγελματικό Τμήμα τριετούς φοίτησης για την κατάρτιση δασκάλων «Ρυθμικής και Χορού» που εξασφάλιζε πτυχίο εγκεκριμένο από το Υπουργείο Παιδείας.
Το 1957 ο K. Orff επισκέπτεται την Ελλάδα και συνεργάζεται με την Π. Ματέυ για την εφαρμογή του Συστήματος Orff στην Ελλάδα: «Έντονη σχετική εργασία στις τάξεις της Σχολής και μετά λίγον καιρό στάλθηκαν οι πρώτες μαγνητοταινίες με ελληνικά τραγούδια, ενορχηστρωμένα με όργανα Orff, στον Βαυαρικό Ραδιοσταθμό και μεταδόθηκαν σε ειδική εκπομπή: «Το σύστημα Orff σε όλον τον κόσμο».
Η Πολυξένη Ματέυ εκλέγεται Πρόεδρος της Ενώσεως Καλλιτεχνών Χορού, αξίωμα από το οποίο θα παραιτηθεί ύστερα από δύο έτη. Την ίδια χρονιά ταξιδεύει στις Ινδίες. Στη Σχολή το 1960 εφαρμόζει μια καινοτομία: παράλληλα με τα μαθήματα σωματικής αγωγής και μουσικής διδάσκονται και θεωρητικά μαθήματα, προσιτά και στο ευρύτερο κοινό.
Λίγους μήνες πριν βγει ο 20ός αιώνας, στις 26 Σεπτεμβρίου 1999, έσβησε στα 97 της χρόνια μια σπουδαία γυναίκα. Η μουσική και η ποίηση τη συντρόφευαν ως το τέλος. Θυμόταν και απήγγειλε απ’ έξω κατεβατά ολόκληρα από Όμηρο, Αινεία, Γκαίτε, Σίλλερ και άλλους.
Σημαντικά είναι τα λόγια της Άννας Ματέυ, εγγονή της Πολυξένης Ματέυ και αποφοίτου της Κ. Σ. Ο. Τ. : «Είναι η Σχολή που δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία της Κούλας Πράτσικα και με το να δωρήσει στο Κράτος το οίκημα στην οδό Ομήρου 55, στο οποίο λειτούργησε η ιδιωτική της Σχολή πάνω από 40 χρόνια. Η χειρονομία αυτή της Κούλας ήταν μεγάλης σημασίας γιατί ανάγκασε το Κράτος να ασχοληθεί σοβαρά με την ανώτερη χορευτική εκπαίδευση. Κρατική Μουσική Ακαδημία και Σχολή Μπαλέτου προσαρτημένη στη Λυρική Σκηνή δεν έχουμε ακόμη! Φοβάμαι ότι πολλά χρόνια θα έχουμε ακόμη αυτό το θλιβερό προνόμιο, να είμαστε το μόνο μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κρατών που δεν έχει Μουσική Ακαδημία…»
*Η βιβλιογραφία που χρησιμοποιήθηκε αντλήθηκε κυρίως από το αρχείο της Κρατικής Σχολής Ορχηστρικής Τέχνης για την Πολυξένη Ματέυ, ( Αθήνα 1998) και από το έργο του Γ. Χατζηνίκου: «Το ρετσιτατίβο στις όπερες του Mozart, πυξίδα για την αναγέννηση της μουσικής αντίληψης», (Αθήνα 2007).