Συνέντευξη στη Ζέτα Τζιώτη
Από τις 8 έως τις 31 Μαΐου του 2025 η Gallery Genesis στο νέο της χώρο στην οδό Ιπποκράτους 121, θα παρουσιάσει την έκθεση με τίτλο ‘Αστικά Εργαλεία’ | ‘Urban Tools’ του Βασίλη Καρακατσάνη, σε επιμέλεια του ιστορικού τέχνης Κώστα Πράπογλου.
Η έκθεση είναι ενταγμένη στο This is Athens – City Festival που διοργανώνει ο Δήμος Αθηναίων τον Μάιο του 2025.
Το έργο του Βασίλη Καρακατσάνη μας προσκαλεί σε ένα ταξίδι μέσα από το φάσμα της σύγχρονης ύπαρξης: ένα πολύπλοκο, συνεχώς εξελισσόμενο μείγμα αναμνήσεων, συλλογικών ιστοριών και κοινωνικών δυναμικών. Η έκθεση Αστικά Εργαλεία παρουσιάζει μια συναρπαστική διαπραγμάτευση ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, το προσωπικό και το μνημειώδες. Επτά ζωγραφικά έργα μεγάλης κλίμακας, μαζί με πλήθος μικρότερων έργων—όλα φτιαγμένα με ακρυλικό, λάδι και γκουάς σε καμβά—μας προτρέπουν σε μια βαθιά διερεύνηση της ζωής σε όλες τις αποχρώσεις και υφές της.
Στον πυρήνα της πρακτικής του Καρακατσάνη βρίσκεται μια υπερβατική εσωτερική διεργασία υπό το πρίσμα της μνήμης και της υλικότητας. Ο τίτλος της έκθεσης υπονοεί τους κρυμμένους μηχανισμούς που ορίζουν την ουσία ενός τόπου: τα διεισδυτικά, συχνά αθέατα εργαλεία που μας βοηθούν να πλοηγηθούμε, να ορίσουμε και να ερμηνεύσουμε τα περιβάλλοντα που κατοικούμε, καθώς και εκείνα που καθορίζουν και συνθέτουν την ίδια μας την ύπαρξη. Το αστικό τοπίο δεν αποτελεί μόνο το αντικείμενο του καλλιτέχνη· είναι το ίδιο το μέσο του. Κάθε πινελιά αποκαλύπτει την περίπλοκη σχέση μεταξύ της μοναδικότητάς του και των ιστοριών που κουβαλά. Σύμβολα προσωπικής και συλλογικής ταυτότητας, ιδεολογιών και συναισθημάτων είναι συνυφασμένα στον ιστό της καθημερινής πραγματικότητας.
Τα έργα που εκτίθενται ξεδιπλώνονται ως ανακλάσεις ενός μητροπολιτικού πνεύματος, καταγράφοντας τα υλικά υπολείμματα ενός δικτύου σε διαρκή μεταμόρφωση: τα αντικείμενα, τους ανθρώπους και τις υποδομές του.
-Βασίλη, τι είναι για σένα “τα αστικά εργαλεία” και πώς τα παρουσιάζεις στη δουλειά σου;
-Τα “αστικά εργαλεία” είναι οι λεπτομέρειες των αναμνήσεων μου, της παιδείας μου και του τρόπου ζωής μου. Αποτελούν τα μικρά που συνηγορούν το μεγάλο. Και αυτό το μεγάλο δεν είναι τίποτα άλλο, παρά ο κώδικας μιας ζωής που εξελίσσεται και δεν φοβάται να τροποποιηθεί.
-Τα “αστικά εργαλεία” είναι πάντα ορατά στα τελάρα σου;
-Είναι ορατά σε πρώτη ανάγνωση. Τα αντικείμενα αυτά αντιπροσωπεύουν μια εποχή που είναι διαχρονική σαν κώδικας. Κρύβουν όμως τη ζωή των χρηστών τους. Η ζωή αυτή δεν είναι μόνο ρόδινη, όπως τα αντικείμενα, αλλά εμπεριέχει όλα τα πάθη της ανθρώπινης ύπαρξης έστω και εάν έχει μάθει να χρησιμοποιεί σωστά τους κώδικες των αστικών τρόπων ζωής και συμπεριφοράς. Οι άνθρωποι είναι από πίσω.
-Ο Δρ. Κώστας Πράπογλου στο κείμενο του καταλόγου αναφέρει ότι οι έννοιες ενσυναίσθηση και αλαζονεία, αρετή και ανηθικότητα αποτελούν αντιφατικά στοιχεία που αναδύονται στη δουλειά σου. Πώς θα το ερμήνευες αυτό;
-Ο Πράπογλου διέκρινε αυτό που μόλις αναφέραμε. Δεν στάθηκε στην πρώτη ανάγνωση, αλλά στη δεύτερη και ίσως στην τρίτη. Οι ανθρώπινες σχέσεις σε ένα αστικό και καθωσπρέπει χώρο είναι αυτό που καταθέτω έχοντας την καλή και κακή εμπειρία τους. Στάθηκε σε αυτό και δεν έχασε ώρα με το προφανές, ίσως, της πρώτης εικόνας.
– Στη δουλειά σου βλέπουμε μια συχνή αναφορά στις σύγχρονες πόλεις και τις δομές τους. Ποιες πτυχές της αστικής ζωής σε εμπνέουν περισσότερο και πώς αυτές επηρεάζουν την καλλιτεχνική σου διαδικασία;
-Είμαι το κλασικό παιδί της πόλης. Μεγάλωσα στου Μακρυγιάννη μαθαίνοντας ποδήλατο σε ταράτσα πολυκατοικίας. Σε μια μεσοαστική οικογένεια με πατέρα από την Αλεξάνδρεια και μητέρα από την Αθήνα δίνοντας μου αγάπη και ελευθερία, που ήταν η πρώτη ύλη για να μπορώ να ονειρεύομαι χωρίς ενοχές. Μιλάμε για την δεκαετία του 60. Δημοτικό πήγα στο 70ο σχολείο της οδού Καλλισπέρη – Πρότυπο Μπούρα – όπως λεγόταν. Η γειτνίαση με το Ηρώδειο ήταν καθοριστική μιας και εκεί παίζαμε με πολλούς από τους συμμαθητές μου. Εκεί πρωτοείδα παπαρούνες και χαμομήλι. Ένιωσα τη μυρωδιά τους και την υφή τους. Το αστικό είναι ότι γυρίζοντας μετά στο σπίτι υπήρχε η μυρωδιά της μπεσαμέλ ή του γυαλιστικού του παρκέ και στη φοντανιέρα τα απαγορευμένα σοκολατάκια που προορίζονταν για τους επισκέπτες. Ανάμεσα σε αυτά μεγάλωσα.
Η περίοδος αυτή και τα χρόνια που ακολούθησαν μετά, λοιδόρησε και ενοχοποίησε τη μυρωδιά της μπεσαμέλ και του παρκέ, ως κάτι κακό, συντηρητικό, δεξιό. Πηγαίνοντας μετά στο γυμνάσιο σε ιδιωτικό σχολείο και μετακομίζοντας με την οικογένεια μου στην Κηφισιά η είσπραξη της απέχθειας ήταν ακόμη πιο έντονη. Οι σωστοί και προοδευτικοί πολίτες έπρεπε να είναι αριστεροί και αν είναι δυνατόν από την εργατική τάξη. Σαν τις Ελληνικές ταινίες της εποχής, με τον κακό εργοδότη και τα κακομαθημένα παιδιά του, σε αντιπαράθεση με τον καλό και τίμιο φτωχό εργάτη, που από τον τίμιο μαχαλά στο τέλος παντρευόταν την κόρη του πρώτου.
Ευτυχώς δεν έδωσα δεκάρα.
Αυτό με βοήθησε στο να μην δικαιολογηθώ. Πράγμα που ζητιόταν έντονα ακόμη και μέχρι τα φοιτητικά μου χρόνια, από ανθρώπους που ναι μεν δεν είχαν την τύχη μου, στην πορεία όμως είδα να την μιμούνται, με άγαρμπο ομολογουμένως τρόπο και να πηγαίνουν τα παιδιά τους στα ιδιωτικά σχολεία, μαζί με τη μπεσαμέλ και το παρκέ. Εκεί που πάνε οι εύποροι βουτυρομπεμπέδες και «αγοράζουν» το απολυτήριο.
Όλα τα παραπάνω είναι κομμάτι της έμπνευσης μου για την υποκρισία, που εύστοχα τονίζει ο Πράπογλου, όλων των κοινωνικών τάξεων. Προσωπικά θα συμπλήρωνα και της κούρασης μου σαν άνθρωπος, ζώντας την απόλυτη απομυθοποίηση τον περιχαρακωμένων όρων-ταμπελών, που ταλάνισαν τον τόπο μας.
Το αστείο είναι ότι η οικογένεια μου ήταν κεντροαριστερή, με πατέρα ιδιωτικό υπάλληλο και μητέρα νοικοκυρά.
-Τι ρόλο έχει παίξει η Σκύρος στην έμπνευσή σου;
-Σε αυτό το νησάκι βρέθηκα πριν είκοσι και κάτι χρόνια. Εκεί ξαναθυμήθηκα τις παπαρούνες και το χαμομήλι του Ηρωδείου. Απόκτησα ένα σπίτι 21 τετραγωνικών μέτρων με το ταρατσάκι του να βλέπει όλο το εσωτερικό του Χωριού. (Χώρα το λένε τώρα, αλλά προτιμώ το Χωριό που λένε οι Σκυριανές γιαγιάδες και παππούδες.)
Είναι το καταφύγιο μου, ο τόπος ηρεμίας μου και ταυτόχρονα ότι δεν έμαθα στην πόλη και στα σχολεία της. Η παράδοση χωρίς το φολκλόρ και οι δύσκολες αλλά γλυκές ανθρώπινες σχέσεις, του μικρού νοικοκυρεμένου τόπου. Νιώθω ευλογία για αυτή μου την επιλογή και παρατηρώ ότι σαν μπόλι έδωσε μια άλλη πτυχή στη ματιά μου τόσο προσωπικά όσο και στις ζωγραφικές μου αναζητήσεις. Ήθελα να έχω χωριό.
– Ποιες τεχνικές χρησιμοποιείς για να αποτυπώσεις τα “αστικά εργαλεία” και ποιο μήνυμα θες να περάσεις μέσα από αυτές τις διαδικασίες;
-Οι τεχνικές είναι αυτές που υπήρχαν πάντα. Ζωγραφική, κολλάζ, κατασκευές. Μήνυμα δεν μπορώ να περάσω. Και αυτό γιατί δεν ξέρω τόσα, ώστε να συμβουλέψω ή να καθοδηγήσω κανέναν.
Η ζωγραφική μου είναι τόσο προσωπική υπόθεση, που εκπλήσσομαι θετικά όταν συγκινεί και προβληματίζει τους θεατές, ειδικότερα τους έχοντες τη διάθεση και την οικονομική δυνατότητα να την αποκτήσουν και να την εντάξουν στην καθημερινότητα τους. Σέβομαι το πορτοφόλι των άλλων, όταν αυτό με στήριξε και μου εξασφάλισε την καλλιτεχνική μου ζωή εδώ και 42 χρόνια.
– Η δουλειά σου είναι γεμάτη με μια συγκεκριμένη γεωμετρία και δομή. Πώς καταφέρνεις να ισορροπήσεις το χρώμα με την πραγματικότητα του αστικού τοπίου;
-Εγώ ζωγραφίζω. Το τι γίνεται με όσα με ρωτάς δεν το ξέρω ειλικρινά. Δεν μπαίνω σε τέτοιου είδους σκέψεις, γιατί η ζωγραφική είναι μια μυστηριακή διαδικασία που θέλει πολύ προσοχή στο άγγιγμά της και στις θεωρητικές προσεγγίσεις.
– Υπάρχει μια έντονη αντίθεση ανάμεσα στην καθαρότητα των γραμμών και τη σύνθεσή τους. Πιστεύεις ότι αυτή η αντίθεση μπορεί να προκαλέσει ενσυναίσθηση στον θεατή για την πόλη και τα εργαλεία της;
-Η πρόθεσής μου είναι να νιώσω και να προκαλέσω εγώ τον εαυτό μου. Το εάν προκαλεί ενσυναίσθηση στον θεατή, θα το δούμε στα εγκαίνια και κατά τη διάρκεια της έκθεσης.
– Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζεις όταν δημιουργείς ένα έργο που πραγματεύεται την πόλη και τα εργαλεία της, σε σχέση με την ανάγκη να μεταφέρεις το πραγματικό σε μια καλλιτεχνική απεικόνιση;
-Η εύστοχη ερώτηση σου δίνει από μόνη της την απάντηση. Πιο είναι το πραγματικό; και με τα μάτια ποιου;
Η ζωγραφική μου είναι τόσο προσωπική υπόθεση, που εκπλήσσομαι θετικά όταν συγκινεί και προβληματίζει τους θεατές
– Πώς πιστεύεις ότι το έργο σου αντανακλά τη σύγχρονη κοινωνία και τις δυναμικές που διαμορφώνονται στις σύγχρονες πόλεις;
-Από τη στιγμή που εδώ και 68 χρόνια ζω, η οπτική μου, η έκφραση μου και η τοποθέτηση μου είναι εκ των πραγμάτων αντανάκλαση της σύγχρονης κοινωνίας. Απλά θα πρέπει να ξέρουμε ότι δεν είναι μία, αλλά πολλές οι αντανακλάσεις και αυτό ευτυχώς κατά τη γνώμη μου. Έχουμε διαφορετικούς ανθρώπους που ναι μεν ζουν παράλληλα σε μια χρονική περίοδο, βλέπουν και ερμηνεύουν όμως, διαφορετικά από τους άλλους. Εδώ έχουμε την ομορφιά της δημοκρατίας και ταυτόχρονα το τρωτό της σημείο.
Επομένως η δουλειά μου εκφράζει εμένα, μέσα από τις συνιστώσες πληροφορίες που έχω πάρει στη ζωή μου, το θυμικό μου, τον χαρακτήρα μου και τον γεωγραφικό χώρο που όλα τα παραπάνω διαδραματίζονται.
– Ποια είναι η γνώμη σου για τη σύγχρονη εννοιολογική τέχνη;
-Για να είμαι ειλικρινής και παρόλες τις μεταπτυχιακές μου σπουδές πάνω στη Θεωρία της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, δεν κατάλαβα την περιοριστικότητα αυτού που ονομάζεται εννοιολογικό. Και αυτό γιατί βασικό συστατικό της είναι η έννοια.
Εννοιολογική είναι κάθε μορφή τέχνης, κάθε έργο ανεξάρτητα από την εκφραστική του ταυτότητα, από τις παλαιολιθικές τοιχογραφίες στο σπήλαιο Σοβέ της Γαλλίας, έως τον Χένρι Φλιντ κάπου το ‘60, που επινόησε τον όρο και τα πάντα μετά από τότε μέχρι σήμερα.
Δεν μπορεί ο κάθε πικραμένος, ατάλαντος, ψωνισμένος να πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Και όλο αυτό από άτομα που δεν έχουν να πουν τίποτα.
Η έννοια που μεταφέρουν – δύο τούβλα με ένα κομμάτι ύφασμα στο πάτωμα -, είναι για μένα ερμηνεύσιμη μόνο από τον προτείνοντα τους και στην καλύτερη περίπτωση και από την παρέα του. Η αγορά της τέχνης το αποδέχεται για οικονομικό παιχνίδι και καλά κάνει εφόσον λειτουργεί βραχυπρόθεσμα.
Το μακροπρόθεσμα είναι το πρόβλημα.
Η τέχνη θέλει σεμνότητα, αυτή που όταν καταθέτεις την ψυχούλα σου, τις ελπίδες σου, τους φόβους σου και την ανεπάρκεια σου, δεν κουνάς το δάκτυλο στο κόσμο για να δείξεις ότι είσαι ο σπουδαίος αλλά δυσνόητος προφήτης.
Εννοιολογικό έργο μπορεί να είναι μία τσαλακωμένη χαρτοπετσέτα, αλλά από άνθρωπο που έχουν πονέσει τα χέρια του.
Εννοιολογικό έργο μπορεί να είναι ένα απλό ζωγραφισμένο λουλουδάκι, από έναν άνθρωπο που λάμπουν τα μάτια του περιμένοντας να του πεις μπράβο.
Εννοιολογική τέχνη είναι ο στοιβαγμένος κόσμος, πρωί στο λεωφορείο, που τρέχει για τη δουλειά του προσπαθώντας να επιβιώσει με αξιοπρέπεια. Εννοιολογική τέχνη είναι η γυναίκα που πρέπει να είναι μετά τη δουλειά της, μάνα, νοικοκυρά, ερωμένη.
Εννοιολογικό έργο είναι ο άντρας που κλαίει και φοβάται, παρόλη την απαγόρευση που έχει υποστεί από παιδάκι.
– Σχέδια για το μέλλον…
-Βρίσκομαι σε συζήτηση για την παρουσίαση της έκθεσης μου σε Θεσσαλονίκη και Λευκωσία τον ερχόμενο χρόνο, τον Σεπτέμβριο συμμετοχή μου στην Art Athina και για τον Οκτώβριο συμμετοχή σε μια πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση.
Who is Who
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1957 όπου ζει και εργάζεται.
Σπούδασε ζωγραφική, σκηνογραφία & τέχνη του βιβλίου, στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, Θεωρία της Τέχνης στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Βαρκελώνης & Συντήρηση Αρχιτεκτονικών Μνημείων στο Centro Europeo της Βενετίας, με υποτροφίες του ΙΚΥ, της Ισπανικής Κυβέρνησης & του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Έχει εκθέσει από το 1982 έως σήμερα, (104 ατομικές εκθέσεις) στην Ελλάδα, Κύπρο, Ισπανία, Ιταλία, Ινδονησία, Ισημερινό, Τουρκία, Δανία, H.A.E. & Γερμανία.
Συμμετείχε σε δεκάδες ομαδικές εκθέσεις, Art Fairs & διεθνείς εκθέσεις.
Έργα του βρίσκονται σε μουσεία, ιδιωτικές και δημόσιες συλλογές στην Ελλάδα & το εξωτερικό.
Info Έκθεσης
Βασίλης Καρακατσάνης
«Αστικά Εργαλεία’ | ‘Urban Tools’
Εγκαίνια: Πέμπτη 8 Μαΐου 2025 & ώρα 20:00
Διάρκεια: 8-31 Μαΐου 2025
gallery genesis
Ιπποκράτους 121, Αθήνα 11472
T: +30 2117100566
www.gallerygenesisathens.com
Ώρες λειτουργίας:
|Τρίτη – Πέμπτη – Παρασκευή 12:00 – 21:00
Σάββατο 12:00 – 15:00
Τετάρτη, Κυριακή και Δευτέρα κλειστά
Επιμέλεια και κείμενο καταλόγου: Κώστας Πράπογλου
Καλλιτεχνική επιμέλεια: Γιώργος Τζάνερης