Γράφει ο Γιώργος Δήμος
Ο Ιταλός φωτογράφος Davide Sorrenti γεννήθηκε το 1976 στη Νάπολη, σε μια οικογένεια ταλαντούχων φωτογράφων, που έγιναν γνωστοί στο χώρο ως οι «Κορλεόνε» της φωτογραφίας μόδας. Οι Sorrenti μετακόμισαν στη Νέα Υόρκη στις αρχές της δεκαετίας του 1980, εν μέρει επειδή ο Davide, ο οποίος υπέφερε εκ γενετής από μεσογειακή αναιμία, χρειαζόταν συχνά μεταγγίσεις αίματος και ιδιαίτερη ιατρική φροντίδα.
Η πάθησή του αυτή ήταν που τον οδήγησε στη χρήση σκληρών ναρκωτικών, κατά τη δεκαετία του 1990 και τελικά στον πρόωρο θάνατό του, το 1997, σε ηλικία 21 ετών. Οι φωτογραφίες που τράβηξε ο μεγαλύτερος αδερφός του, Mario Sorrenti, κατά τη διάρκεια μίας νύχτας, ως έφηβος, συνδεδεμένος με τη «μηχανή» μετάγγισης αίματος, συγκεντρώθηκαν (μετά το θάνατό του Davide) στο βιβλίο φωτογραφίας του Mario, με τίτλο, «The machine» (2001). Τα ακριβά πάρτι και τα ναρκωτικά, η υψηλού προφίλ σχέση του με τη μούσα του, Τζέιμι Κινγκ, αλλά και οι φωτογραφίες που είχε τραβήξει με αυτήν ως μοντέλο, οι οποίες, μαζί με την καμπάνια του Calvin Klein, «Obsession» (1993) (δια χειρός του Mario Sorrenti, με την Κέιτ Μος ως μοντέλο), αποτέλεσαν την απαρχή του trend που ονομάστηκε «heroin chic», έκαναν το όνομα του Davide Sorrenti διάσημο, ενώ ο ίδιος πέρασε στο πάνθεον των ταλαντούχων καλλιτεχνών που έφυγαν από τη ζωή στο άνθος της ηλικίας τους και στο ξεκίνημα της λαμπερής τους καριέρας.
Εκτός από τον Davide και τον Mario, διάσημοι φωτογράφοι στο χώρο της μόδας ήταν και η μητέρα του Francesca, αλλά και η αδερφή του, Vanina. Οι «Κορλεόνε» της φωτογραφίας μόδας ήρθαν, λοιπόν, στη Νέα Υόρκη με λίγα λεφτά και έγιναν διάσημοι, σε μια εποχή που η πόλη μόλις που είχε ξεκινήσει να ανακάμπτει από την οικονομική κρίση που την είχε χτυπήσει κατά τη δεκαετία του 1970.
Την εποχή που το AIDS και το έγκλημα μάστιζαν, από τη μία πλευρά, τους δρόμους του Μανχάταν, ενώ από την άλλη οι τράπεζες και το χρηματιστήριο συναντούσαν μια άνθηση άνευ προηγουμένου, η «γενιά Χ», στην οποία άνηκε τόσο ο Davide, όσο και τα άτομα του κύκλου του, υπήρξε εκείνη με τα περισσότερα «trust fund kids», έφηβους, δηλαδή, με μεγάλα ποσά στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς και μια πόλη με εκατοντάδες κέντρα διασκέδασης για να τα ξοδέψουν. Ο Sorrenti έγινε διάσημος ως «γκάνγκστερ του ιδιωτικού σχολείου», κάτι ανάλογο με τους σημερινούς trapper, που τότε, όμως, ήταν κάτι καινούριο.
Το «heroin chic» δεν ήταν μια μόδα που εμφανίστηκε ξαφνικά τη δεκαετία του 1990. Οι φωτογραφίες του Λάρι Κλαρκ και της Ναν Γκόλντιν αποτέλεσαν αδιαμφισβήτητες επιρροές των Sorrenti και των άλλων φωτογράφων μόδας που υιοθέτησαν την αισθητική αυτή. Εκείνο που συγκλόνισε τότε το κοινό και προκάλεσε σάλο στον κόσμο των ΜΜΕ ήταν ότι, τόσο ο Davide, όσο και τα μοντέλα του ήταν ανήλικοι. Η Τζέιμι Κινγκ, μάλιστα, έχει πει σε συνέντευξή της πως είχε ξεκινήσει την ηρωίνη σε ηλικία μόλις 14 ετών.
Οι φωτογραφίες του Sorrenti είναι μεν σκανδαλώδεις, όμως διέπονται από μία μελαγχολική ομορφιά, τόσο χάρη στα χρώματα, όσο και στις φωτοσκιάσεις που επιλέγει. Ένας από τους λόγους που η δουλειά του είχε τέτοια απήχηση είναι ότι, την ίδια εποχή, το νεανικό κοινό άκουγε φανατικά τη μουσική των Sonic Youth, των Nirvana, των Hole και των Alice in Chains. Οι περιπέτειες της Πάρις Χίλτον ή της Νικόλ Ρίτσι, τις επόμενες δεκαετίες, μοιάζουν σαν κακή απομίμηση εκείνων της παρέας του Sorrenti.
Μετά το θάνατο του Kurt Cobain, το 1994, και τελικά του ίδιου του Sorrenti, ο οποίος μπορεί να μην πέθανε από υπερβολική δόση ηρωίνης (το ιατρικό πόρισμα ήταν πως πέθανε από ηπατική ανεπάρκεια, που σχετίζονταν με τη θαλασσαιμία), αλλά η χρήση που έκανε συνέβαλε σε αυτό, η πολιτεία αποφάσισε να παρέμβει και να πάρει μέτρα κατά της «ωραιοποίησης των ναρκωτικών». Ο πρόεδρος των Η.Π.Α., Μπιλ Κλίντον, καταδίκασε το «heroin chic» και το θεώρησε υπαίτιο για την αύξηση των θανάτων από ναρκωτικά στη χώρα. Σταδιακά, μετά το 1997, ο κόσμος της μόδας αποστασιοποιήθηκε από αυτή την αισθητική, η οποία πέρασε σιγά-σιγά στην ιστορία.
Ρίχνοντας μια ματιά πίσω στη δουλειά του Davide Sorrenti, σήμερα μπορεί κανείς να διακρίνει που αρχίζει και που τελειώνει η «μόδα» της εποχής και που βρίσκεται η προσωπικότητα του καλλιτέχνη. Ο Sorrenti συνεχίζει να αποτελεί πηγή έμπνευσης για πολλούς φωτογράφους και να μαγνητίζει το κοινό γιατί δεν υπήρξε ποτέ διαφημιστής της χρήσης ναρκωτικών, όπως υποστήριζαν οι εφημερίδες της εποχής, αλλά ένα τραυματισμένο παιδί, που έβρισκε διαφυγή από τα προβλήματά του στους «τεχνητούς παραδείσους» τους. Στο πρόσωπό του, το κοινό βρίσκει την ίδια τυραννισμένη νιότη που βλέπει σε εκείνα του Cobain, του Sid Vicious, της Janis Joplin και της Amy Winehouse. Η ζωή και η σύντομη καριέρα του αποτέλεσαν τη βάση για το ντοκιμαντέρ, «See Know Evil» (2018).