Γράφει η Μαράη Γεωργούση, Δρ. Ιστορικός Τέχνης
Ο Κόνσταμπλ υπήρξε ένας από τους σημαντικούς Άγγλους ζωγράφους, γεννήθηκε στο Ηστ Μπέργκχολτ, ένα μικρό χωριό της ευρύτερης αγροτικής περιοχής του Σάφολκ το 1776 και πέθανε στο Λονδίνο το 1837 σε ηλικία 61 ετών. Ο πατέρας του ήταν εύπορος κτηματίας ιδιοκτήτης πολλών ανεμόμυλων κοντά στις όχθες του Στούαρ, στα σύνορα του Έσσεξ και του Σάφολκ.
Επιθυμούσε ο γιός του να αναλάβει την εκμετάλλευση της οικογενειακής γης συνεχίζοντας την παράδοση της οικογένειας. Ωστόσο εν τέλει ενέδωσε στην έντονη επιθυμία του παιδιού του να ακολουθήσει την καλλιτεχνική του κλίση.
Το 1799, ο Κόνσταμπλ σπουδάζει ζωγραφική στη Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου, με καθηγητή τον Τζόζεφ Φάρινγκτον. Περισσότερο τον γοήτευε η τοπιογραφία, ωστόσο δοκίμασε τις δυνάμεις του και στην προσωπογραφία, τα θρησκευτικά θέματα, τις θαλασσογραφίες.
Στα πρώτα αξιόλογα έργα του από την σειρά, που δημιούργησε την εποχή των σπουδών του, συγκαταλέγονται εκείνα που ήταν δουλεμένα με λάδι εκ του φυσικού, στα οποία αποδίδει την ύπαιθρο του Σάφολκ με τρόπο φυσικότερο σε σχέση με το παρελθόν. Το 1809 ερωτεύεται την Μαρία Μπίκνελ ανώτερης κοινωνικής τάξης, ενώ ο πάστορας του Ανατολικού Μπέργκχολτ και παππούς της δημιουργεί εμπόδια στην σχέση τους για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Έτσι ο Κόνσταμπλ ζει ιδιαίτερα περιορισμένα οικονομικά, στην εξοχή σχεδόν σαν ερημίτης για κάποιον καιρό. Μετά τον θάνατο του πατέρα του το 1816 κληρονομεί μια σεβαστή περιουσία, που του επιτρέπει να παντρευτεί τη Μαρία Μπίκνελ. Η χαρά του αντανακλάται άμεσα και στην τέχνη του.
Ο Μύλος του Φλάτφορντ στην όχθη του Στούαρ (βρίσκεται στην Πινακοθήκη Τέητ, Λονδίνο) είναι αντιπροσωπευτικός του γαλήνιου ύφους, που υιοθέτησε εκείνη την περίοδο και προάγγελος των φιλόδοξων συνθέσεων που ακολούθησαν.
Ο πίνακάς του το Άσπρο άλογο (συλλογή Φρίκ, Νέα Υόρκη) παρουσιάστηκε στην Βασιλική Ακαδημία το 1819 και σημείωσε μεγάλη επιτυχία, για πρώτη φορά το κοινό τον προτιμά από τον Τέρνερ. Εκλέγεται αμέσως εταίρος της Ακαδημίας και αγοράζει ένα σπίτι στο Χάμστεντ, όπου και περνά τα καλοκαίρια του. Εκεί δουλεύει συστηματικά κάνοντας σπουδές επάνω σε σύννεφα, ουρανούς, που θα προλειάνουν το έδαφος, ώστε να σχεδιάσει έργα μεγάλων διαστάσεων.
Αλλάζοντας θέμα εκθέτει στην Ακαδημία το περίφημο έργο ο Καθεδρικός Ναός του Σώλσμπερυ, όπως αυτός φαίνεται από τον κήπο της Επισκοπής. Το χρώμα στην σύνθεση αυτή φεγγοβολά στον ήλιο, πάνω στα φύλλα, στους κορμούς, στα μικρά δέντρα, είναι διάφανο στις μακριές σκιές, που απλώνονται στο λιβάδι, ενώ αλλάζει τονικότητα στη βλάστηση και ακτινοβολεί ξανά την δύναμή του στα ποικίλματα και στις επιφάνειες του ναού και του πύργου.
Ένταση δίνεται στον ουρανό, με τις παλλόμενες λευκές και εύπλαστες μάζες, που μοιάζουν να εξατμίζονται στο φως, άλλοτε ρόδινες ή χρυσαφί, άλλοτε ελαφρά σκιασμένες, την στιγμή που η χαρούμενη ακολουθία τους αναμετριέται με το διάφανο γαλάζιο του απείρου.
Ο Κόνσταμπλ στέλνει στο Σαλόν του Παρισιού του 1824 τους πίνακές του: Κάρο με το άχυρο και Άποψη του Στούαρ κοντά στο Ντέντχαμ (Μουσείο και Βιβλιοθήκη Χένρυ Ε. Χάντινγκτον, Σαν Μαρίνο, Καλιφόρνια).
Τα δύο αυτά έργα του, σημείωσαν τεράστια επιτυχία στους κύκλους των Γάλλων ζωγράφων και απέσπασαν το χρυσό μετάλλιο. Την ίδια χρονιά ταξιδεύει στο Μπράιτον με τα παιδιά του και την γυναίκα του που υποφέρει από φυματίωση. Εκεί συνεχίζει να δουλεύει με λάδι και μελετά το διαφορετικό φως στην παραλία του Μπράιτον. Η τέχνη του παίρνει μια μορφή περισσότερο θυελλώδη την οποία και σταθεροποιεί μετά τον θάνατο της γυναίκας του το 1828 και ενώ έμεινε μόνος με τα 7 παιδιά του. Το 1829 εκλέχθηκε τακτικό μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας με πλήρη δικαιώματα.
Ο Μύλος του Φλάτφορντ στην όχθη του Στούαρ, έργο που βρίσκεται στην Πινακοθήκη Tate στο Λονδίνο είναι αντιπροσωπευτικός του γαλήνιου ύφους
Οι τελευταίοι πίνακές του φανερώνουν εξπρεσιονιστικές τάσεις. Τότε δημοσίευσε μια σειρά χαρακτικών έργων από τα 6 διασημότερα λάδια του. Όλα τα έργα της ωριμότητάς του καθρεπτίζουν την καθημερινή αγροτική ζωή μιας εύφορης υπαίθρου. Η βραδύτητα της εξέλιξης της δουλειάς του και η ομοιομορφία των θεμάτων του ήταν προϊόν επίπονης εργασίας του καλλιτέχνη και πρωτότυπο χαρακτηριστικό του ίδιου. Δεν αντέγραψε τις εκφρασμένες ιδέες άλλων προγενέστερων ζωγράφων, αλλά παρουσίασε την δική του προσωπική ματιά του κόσμου. Η πινελιά του αν και εξαιρετικά ρευστή φανερώνει μέσα από την τελειότητα του αποτελέσματος την απόλυτη συγκέντρωσή του.
Δημιούργησε έργα που προηγήθηκαν της εποχής τους και απέδωσε σχολαστικά τις λεπτομέρειες. Εγκατέλειψε γρήγορα τους σκοτεινούς τόνους και αναζήτησε την φρεσκάδα των φυσικών χρωμάτων φιλοτεχνώντας έργα παλλόμενα και πιο ελεύθερα. Υπήρξε ένας πειθαρχημένος εκπρόσωπος ενός πρωτότυπου νατουραλισμού.