Μακμπέθ: To υπαρξιακό υπόβαθρο με το δάσος της ματαιότητας και την κάθαρση της ανανέωσης

Μια διπλή συζήτηση με τον Αχιλλέα Βατρικά και τον Ηλία Καρακωνσταντάκη που μας μυούν στον κόσμο του Μακμπέθ, μέσα από τα μάτια του Βασιλιά Ντάνκαν και του γιου του Μάλκολμ.

Ο Αχιλλέας Βατρικάς και ο Ηλίας Καρακωνσταντάκης μας μυούν στον κόσμο του Μακμπέθ, μέσα από τα μάτια του Βασιλιά Ντάνκαν και του γιου του Μάλκολμ. Μια διπλή συζήτηση, μεταξύ άλλων, για την ομάδα Νοσταλγία, τους ήρωες, τις διαχρονικές αξίες του έργου του Σαίξπηρ, την εξουσία και τη ματαίωση.

Συνέντευξη στην Ιωάννα Ιακωβίδη

Ο Μακμπέθ έχει υπαρξιακό υπόβαθρο με το δάσος της ματαιότητας να κινείται καταπάνω μας αλλά και την κάθαρση της ανανέωσης

Αχιλλέας Βατρικάς

-Αχιλλέα, ήταν το άνοιγμα των θεάτρων όπως περίμενες;

-Για να είμαι ειλικρινής, δεν περίμενα κάτι συγκεκριμένο. Απλώς περίμενα…και περίμενα…και περίμενα… Πότε με υπομονή, πότε με αγανάκτηση: άλλωστε, με τον τρόπο που λειτουργούν οι αίθουσες και οι θεατές είναι ευκολότερο να τηρηθούν οι όποιοι κανόνες ασφαλείας απ’ ό,τι σε άλλους τομείς που είχαν παραμείνει ανοιχτοί.

Δεν μπορούσαμε νομίζω να προβλέψουμε αν οι θαμώνες του θεάτρου (αλλά και οι συνάδελφοι) θα επέστρεφαν με λαχτάρα ή αν θα ήταν διστακτικοί ή αν θα είχαν “ξεχάσει” αυτή την ψυχαγωγία μετά από τόσους μήνες επιβεβλημένης αποχής και εγκλεισμού. Απ’ ό,τι φάνηκε, ίσχυσε το πρώτο, αρχικά τουλάχιστον. Αυτό είδα στη δική μας πρεμιέρα!
Είναι πάντως σοκαριστικό, αν μη τι άλλο, το γεγονός ότι σε αρκετά μεγάλο μέρος των περιόδων καραντίνας ανά την Ευρώπη η γενέτειρα της θεατρικής τέχνης ήταν η μόνη χώρα με λουκέτο στις σκηνές της. Τραγική ειρωνεία;

O Αχιλλέας Βατρικάς

-Ενσαρκώνεις τον βασιλιά Ντάνκαν ο οποίος προδίδεται και δολοφονείται από τον Μακμπέθ. Στην πλοκή του έργου παρουσιάζεται ως ένας χαρακτήρας στο απόγειό του. Πώς φτιάχνεις την προϊστορία του για να τον ενσαρκώσεις ως έναν τέτοιο βασιλιά, χαρούμενο, νικητή και ευγνώμων στον Μακμπέθ, ο οποίος δεν γνωρίζει ότι θα προδοθεί το ίδιο βράδυ;

-Η εύκολη απάντηση είναι: με υποκριτική! Απλώς το κάνω.
Όμως, καταλαβαίνω ότι περιμένετε μία πιο εμπεριστατωμένη απάντηση, οπότε ας μιλήσω πιο συγκεκριμένα: αν και η εκπαίδευσή μου στην Αμερική ως ηθοποιού ήταν βασισμένη στο σύστημα που στο θέατρο αποκαλούμε “μέθοδο” (και σ’ ένα κράμα Strasberg, Meisner, Stanislavski, M.Checkov) το οποίο, εκτός πολλών άλλων, προτείνει (αν όχι επιβάλλει) μια ενδελεχή ανάλυση χαρακτήρα και τη δημιουργία ενός όσο το δυνατόν λεπτομερούς βιογραφικού του ρόλου (που πηγάζει από και ορίζει τις επιλογές του χαρακτήρα μέσα στο έργο), εγώ προσωπικά συνήθως δεν χρησιμοποιώ πλέον αυτή την οδό!
Τα χρόνια εμπειρίας, οι εναλλαγές στις συνθήκες των παραγωγών, οι διαφορετικές σκηνοθετικές προσεγγίσεις, η εποχή και το είδος του έργου αυτού καθ’ εαυτού, η δική μας προσωπικότητα, κ.α., αναπόφευκτα οδηγούν σ’ ένα φιλτράρισμα του τί λειτουργεί για τον καθένα μας επί σκηνής.

Αντ’ αυτού, οι δικές μου επιλογές βασίζονται στο ένστικτο, στη διαίσθηση, στην πειθαρχία αλλά και στη δοκιμή, στην επιλογή αλλά και στη διαλογή, στην “τροφή” που παίρνω από τους συμπαίκτες μου… χωρίς βέβαια να ξεχνάμε και τις οδηγίες του σκηνοθέτη. Αυτό δεν σημαίνει ότι διαγράφω τα όπλα που μου έχει δώσει η εκπαίδευσή μου!
Στην περίπτωση των κλασσικών συγγραφέων ωστόσο, το Α και το Ω πιστεύω είναι ο λόγος και το κείμενο: ιδιαίτερα στον Σαίξπηρ, που μπορεί να θεωρηθεί ο πρώτος “λόγιος της ψυχής”, πριν από τη σύγχρονη επιστήμη, όλα όσα χρειάζεσαι βρίσκονται στις λέξεις!

-Μέσω ποιων δικών σου αξιών/αναζητήσεων συνδέεσαι προσωπικά με αυτό το έργο του Σαίξπηρ;

-Το έργο του Σαίξπηρ στο σύνολό του, τα έργα του βάρδου, είναι ανθρωποκεντρικά, έτσι δεν είναι; Έτσι τ’ αντιλαμβάνομαι εγώ εν πάση περιπτώσει, και βάσει αυτού, πιστεύω ότι μπορούμε να “δούμε” τον εαυτό μας μέσα σ’ αυτά. Συγκεκριμένα στον Μακμπέθ, ποιος θνητός που έχει φιλοδοξίες δεν ταυτίζεται με την πάλη του (έστω επιβεβλημένη από μια Ελισσαβετιανή αλλά διαχρονική πένα), πάλη μεταξύ κατακτήσεων και ηθικής, μεταξύ των “ορίων της έννομης τάξης” και του χάους, μεταξύ του σήμερα και του αύριο;

Έτσι κι εγώ, πόσο μάλλον εγώ, έχοντας επιλέξει σταδιοδρομία σ’ έναν χώρο που κατεξοχήν προσδιορίζεται και επικυρώνεται από επιτυχίες, αναγνώριση της αξίας σου και των ικανοτήτων σου, προβολή, εύσημα, κλπ. Αν ο Μακμπέθ δεν ήταν στρατιωτικός (όπως ο δικός μου πατέρας), αλλά καλλιτέχνης (όπως εγώ) δεν θα συναντούσε στον αντίποδα αυτών των ευλογιών τις μάγισσες του θεμιτού κι αθέμιτου ανταγωνισμού, της ζήλειας, του φθόνου, της αποτυχίας, εν τέλει της ανυπαρξίας;

Πέραν όμως από τον βασικό ήρωα (ή αντιήρωα), οχυρωμένο από υποσχέσεις και επιλογές, το έργο έχει υπαρξιακό υπόβαθρο με το δάσος της ματαιότητας να κινείται καταπάνω μας αλλά και την κάθαρση της ανανέωσης. Ακόμη λοιπόν κι ένας αδιάφορος σε φιλοδοξίες “δεν μπορεί να μην μοιραστεί τον πόνο”.

O Αχιλλέας Βατρικάς

-Από τη δική σου σκοπιά, ποια είναι η σκηνοθετική προσέγγιση της Τώνιας Ράλλη στο κλασσικό αυτό έργο;

-Η Τώνια (Ράλλη) αγαπά τους κλασσικούς! Η Τώνια αγαπά τη μουσική! Για την Τώνια οι κλασσικοί, ΕΙΝΑΙ μουσική, νομίζω. Είτε καταπιάνεται με τον αγαπημένο της Σαίξπηρ, είτε μεταφέρει “μεγάλα” μυθιστορήματα στη σκηνή πάντα βρίσκει τη μουσική του κειμένου και πάντα το ντύνει με μουσική (του Θέμου Σκανδάμη στην προκειμένη), συχνά και ζωντανή, επί σκηνής. Σα ν’ ακούω τώρα τη φωνή της να μας θυμίζει για πολλοστή φορά ότι βλέπει όλο το έργο σαν μια παρτιτούρα με νότες! Άλλωστε, ο σαιξπηρικός λόγος είναι ποιητικός. Και πιστεύω ότι η ματιά της πάντα ψάχνει αυτή την ποίηση, χωρίς όμως να χάνει τον στόχο που είναι η ιστορία ή τον σεβασμό προς τον λόγο που είναι το παν, που λέει ακριβώς αυτά που θέλει να πει και στον οποίο μπορούμε πάντα να βασιστούμε ως ηθοποιοί.

Παρόλα αυτά, η Τώνια δεν θα θυσιάσει την αμεσότητα, ή την απλότητα όπου αυτή εξυπηρετεί τη ροή της ιστορίας. Αυτό που αγαπώ εγώ περισσότερο από καθετί στη σκηνοθετική προσέγγιση της Τώνιας (αφού περάσουμε τον ύφαλο της ανάλυσης και κατανόησης του έργου, του αυτοσχεδιασμού, της απομνημόνευσης, των κεκτημένων επιλογών που πρέπει να φύγουν), είναι αυτό που εγώ αναγνωρίζω ως μαγεία στις παραστάσεις της: το στοιχείο του συμβολισμού, πρωτίστως οπτικού αλλά και προφορικού, αρκετά έντονο θα έλεγα, το ευχάριστο πάντρεμα του σύνθετου με το λιτό ή του άγριου με το απαλό, οι αντιθέσεις που συμφωνούν.

Είναι επίσης η φρέσκια ματιά, χωρίς υποβιβασμό του κλασσικού υπέρ του μοντέρνου ψυχαναγκαστικά, ντε και καλά (μοντερνιά, το λέμε). Είναι και η εφευρετικότητα, η χρήση αναπάντεχων μέσων. Είναι κάτι που δεν περιμένεις.
Είναι όμορφο!

Ίσως η Τώνια να βλέπει εμάς τους 9 ηθοποιούς (οι περισσότεροι εκ των οποίων μεταλλάσσονται σε πολλούς χαρακτήρες) σαν νότες που χοροπηδούν από δω κι από κει, με το μπατόν της Κικής Μπάκα (χορογράφος) στο κάθετο πεντάγραμμο που φτιάχνουν οι σκάλες ή τα δέντρα της Μαγιού Τρικεριώτη (σκηνογράφος) φτιάχνοντας μια συμφωνία: της Τώνιας Ράλλη!

-Έχεις συνεργαστεί σταθερά με την ομάδα Νοσταλγία σε πολλές παραγωγές της. Μίλησέ μας για αυτή την καλλιτεχνική σχέση.

-Πράγματι, αυτή είναι η ένατη κατά σειρά παραγωγή της Νοσταλγίας στην οποία συμμετέχω! Η πρώτη “επαφή” μας ήταν ωστόσο πριν πολλά χρόνια (πιθανόν πάνω από 20), όταν ζούσα ακόμη στην Νέα Υόρκη. Σε κάποιο ταξίδι τότε στην Αθήνα τους είχα στείλει ένα βιογραφικό. Χρόνια μετά, αφού είχα επιστρέψει από το εξωτερικό, επελέγην να συμμετάσχω σε μια ακρόαση (για άλλο έργο του Σαίξπηρ σε σκηνοθεσία της Τώνιας).

Μου είχε κάνει εντύπωση ότι θυμόταν το “παιδί απ’ την Αμερική”! Δεν συνεργαστήκαμε τελικά σ’ εκείνη τη συγκυρία, αλλά στο επόμενο σαιξπηρικό εγχείρημά της που περιελάμβανε ηχογραφήσεις και γυρίσματα μου πρότεινε έναν ρόλο: αυτή ήταν και η πρώτη μας συνεργασία! Από κει με “περιέλαβε” ο Γιώργος Σίμωνας για τις επόμενες έξι καινοτόμες τολμηρές παραστάσεις του και με μύησε σε κόσμους συναρπαστικούς! Στις δύο τελευταίες παραγωγές της ομάδας, η Τώνια πήρε το αίμα της πίσω προκαλώντας με με Όσκαρ Ουάιλντ και τώρα άλλον έναν Σαίξπηρ!

Οι δυο τους είναι βέβαια πολύ πολύ διαφορετικοί στην οπτική τους αλλά και στο υλικό που “αγγίζουν” και απ’ το οποίο εμπνέονται, αλλά κατά κάποιο τρόπο συνδράμουν στη μοναδική σφραγίδα της Νοσταλγίας.
Αυτό που έχω να πω είναι ότι σ’ έναν επαγγελματικό χώρο εφήμερων σχέσεων, απόρριψης, απογοήτευσης, ανασφάλειας, η Τώνια και ο Γιώργος και ο Στάθης (πρώην μέλος της ομάδας) με δέχθηκαν πριν λίγα χρόνια στο σπίτι τους, στο Rabbithole, και έκτοτε, εδώ και πόσες σαιζόν, με κάνουν να αισθάνομαι το θέατρο στην Γερμανικού 20 και δικό μου σπίτι και να το αγαπώ.

Είναι ό,τι πιο κοντινό θα μπορούσα να ζήσω σε θίασο ρεπερτορίου, ένα είδος θιάσου που έχει εκλείψει και ίσως ανήκει σε άλλες εποχές. Πέραν όμως από ρόλους ζωής (Αντεροβγάλτης) και ρόλους ανατρεπτικούς (Η Σημασία να Είσαι Σοβαρός), τους νοσταλγούς αυτούς τους έχω φίλους!

O Αχιλλέας Βατρικάς

-Έχεις άλλα θεατρικά σχέδια αυτή την περίοδο; Τι σε ενδιαφέρει να επιδιώξεις;

-Όπως συνέβη σε πολλούς συναδέλφους και με πολλά σχήματα, η νηνεμία της πανδημίας δεν επέτρεψε σε πολλά σχέδια ν’ ανοίξουν πανιά και άλλα βρέθηκαν ξεκομμένα στ’ ανοιχτά.
Ευτυχώς για τον Μακμπέθ, φυλάξαμε τις προμήθειες που είχαμε μαζέψει για το ταξίδι πριν ενάμιση περίπου χρόνο (!) και βάλαμε πλώρη, δριμύτεροι.

Ο χρόνος των κλειστών θεάτρων έφερε για μένα κάποιες κινηματογραφικές συμμετοχές (π.χ. Σμύρνη μου Αγαπημένη), αδημονώντας για την προβολή των ταινιών.
Στα επί σκηνής, θα ήθελα στο εγγύς μέλλον να ξυπνήσουμε από τη χειμερία νάρκη της, μια αγαπημένη μου παράσταση με αντιναζιστική θεματολογία, το “Παραλήπτης Άγνωστος” της Kathrine Kressman Taylor, που ξεκίνησε από το Κ.Ε.Τ. στην Κυψέλη και περιόδευσε ανά την Ελλάδα. Νομίζω ήρθε καιρός για την επιστροφή της στην Αθήνα!

Την προσωρινή λίστα επιθυμιών μου συμπληρώνουν η εμπειρία σε κάποιο ΔΗΠΕΘΕ και βεβαίως ένα θερινό σχήμα αρχαίου δράματος.

Hλίας Καρακωνσταντάκης

-Ηλία, είναι η πρώτη σου συνεργασία με την Ομάδα Νοσταλγία. Ποιες είναι οι εντυπώσεις σου και πώς θα περιέγραφες το σαιξπηρικό σύμπαν της Τώνιας Ράλλη;

-Νιώθω τυχερός για αυτή τη συνεργασία γιατί από την πρώτη στιγμή και η Τώνια και τα άλλα μέλη του θιάσου με αγκάλιασαν και με καθοδήγησαν με αγάπη στον τρόπο δουλειάς τους. Δεν ένιωσα ξένο σώμα και αυτό είναι σημαντικό για έναν νέο καλλιτέχνη που μπαίνει μέσα σε μία ήδη έτοιμη ομάδα με ανθρώπους που γνωρίζονται και συνεργάζονται χρόνια. Όσο και αν είναι δουλειά, δεν παύει να είναι δουλειά έκθεσης που αυτό από μόνο του είναι δύσκολο.

Το Σαιξπηρικό σύμπαν της Τώνιας είναι βαθύ. Το λέω γιατί έχει μελετήσει εις βάθος το έργο και του έχει δώσει ανθρώπινη μορφή και κατανόηση. Έχουμε δει να ανεβαίνει ευφάνταστος Σαίξπηρ από μοναδικές παραστάσεις που όμως το κοινό ίσως δεν καταφέρνει να ταυτιστεί ή να πλησιάσει τον ψυχισμό των χαρακτήρων και να προβληματιστεί. Σε αυτό το έργο και με τον τρόπο που η Τώνια το έχει μελετήσει και μας το έχει μεταδώσει, υπάρχει η ανθρώπινη πλευρά που ο θεατής μπορεί να κατανοήσει και να σκεφτεί τον ανθρώπινο ψυχισμό σε όλες τις μεταβολές που μπορεί να έχει.

O Hλίας Καρακωνσταντάκης

-Πώς είναι ο Μάλκολμ ως χαρακτήρας;

-Ο Μάλκολμ είναι ένα πλάσμα που έχει μεγαλώσει με όλες τις ανέσεις και τον ηρωισμό που μπορεί να φέρει η ετικέτα “γιος του βασιλιά”. Γιος ενός καλού βασιλιά και αυτό φαίνεται από τον τρόπο που μιλούν οι ακόλουθοι του. Έχει όμορφες ποιότητες και είναι καλής πάστας άνθρωπος. Είναι δυναμικός και ρεαλιστής. Μπορεί να κατανοήσει τον κόσμο γύρω του και να βοηθήσει με όσα μέσα διαθέτει.

Στην πορεία του έργου βλέπουμε τις μεταβολές και τη σκοτεινή του πλευρά, που όμως αυτή η πλευρά αναδύεται μέσα από πτώση και απογοήτευση. Είναι δύσκολο να πρέπει να δεχτείς μία κατάσταση που άλλοι έχουν ορίσει για εσένα. Ειδικά όταν τα πράγματα δεν έχουν γυρισμό με την ύπαρξη ενός θανάτου, που επί της ουσίας είναι και η κλοπή του πιο πολύτιμου. Έπειτα, το ότι νιώθει να απειλείται από την ίδια την οικογένεια του μπορεί να κάνει άγριο θηρίο και τον πιο πράο άνθρωπο.

Σε μία σκηνή του έργου, ο Μάλκολμ ομολογεί τη δική του σκοτεινή φύση, την ακαταλληλότητά του για το θρόνο και τις κίβδηλες προθέσεις του. Μετά, αποσύρει τις μομφές προς τον εαυτό του ως ψευδείς. Πώς λειτουργεί αυτή η σκηνή και πώς προσέγγισες ερμηνευτικά αυτό το εύρος διακυμάνσεων;

Σε αυτό βοήθησε πολύ η καθοδήγηση της Τώνιας και η έρευνα που έγινε στις πρόβες με διαδρομές μέσα στο κείμενο και στα κρυφά όσο και φανερά μονοπάτια που έχει η γραφή του Σαίξπηρ. Η προδοσία που έχει ζήσει, έχει φουντώσει μέσα του μια οργή και μία διάθεση για καταστροφή που και για αυτόν μέχρι χθες ήταν ξένη. Δεν ξέρει ποιον να εμπιστευτεί και ενώ έχει τη θέληση, έχει ξεχάσει τον τρόπο.

Σε αυτή τη σκηνή απελευθερώνεται όλος ο ψυχισμός του απέναντι σε έναν άνθρωπο που ακόμα εμπιστεύεται άλλα φοβάται παράλληλα, και με όλα τα μέσα προσπαθεί να καταλάβει αν αυτός που μέχρι χθες ήταν φίλος, είναι ακόμα ή έχει αλλάξει μέτωπο. Στο τέλος, καταλαβαίνει ότι αυτός στον οποίο απευθύνεται, ίσως είναι και ο μόνος που ακόμα είναι πιστός. Είναι μια σκηνή που αν δεν δανείσεις γενναιόδωρα και δεν συσχετίσεις δικά σου κομμάτια στον χαρακτήρα από δικές σου προσωπικές απώλειες και προδοσίες, δεν μπορείς να κατανοήσεις ούτε σαν ηθοποιός τη σκηνή σε βάθος.

-Μια φράση του έργου που ξεχωρίζεις;

-Είναι γεμάτο το έργο από τέτοιες, αν πρέπει να διαλέξω μια:
“H σιγουριά είναι ο πρωταρχικός εχθρός των θνητών.”
Ειδικά σε έναν κόσμο που νιώθουμε να τα έχουμε όλα σίγουρα αλλά αν τα κοιτάξεις καλύτερα θα δεις ότι είναι το απόλυτο τίποτα. Πώς όμως να δεχτείς και τη ματαίωση;

Ο Mάλκολμ φέρνει την κάθαρση του έργου, την εκδίκηση, ένα νέο κύκλο τυραννίας;
Είναι ένα βαθειά πολιτικό έργο. Εμπεριέχει τα πάντα. Ο άνθρωπος που έχει την εξουσία είναι ο μόνος που ξέρει πως να τη διαχειριστεί. Υπάρχουν πολλές οπτικές που μπορεί να απαντήσει κανείς στην ερώτηση αυτή. Δεν ξέρουμε πώς εξελίσσεται ο Μάλκολμ ως βασιλιάς μετά το τέλος του έργου. Θα μπορούσε λοιπόν κανείς να πει ότι ο θάνατος του Μακμπέθ και η στέψη του νεαρού Μάλκολμ φέρνει είτε την κάθαρση με έναν καλό βασιλιά είτε την τυραννία με ένα δυνάστη βασιλιά. Πώς μπορεί να διαχειριστεί την εκδίκηση ο νεαρός Μάλκολμ ή την εξουσία που έχει επιστρέψει ξανά σε αυτόν;

O Hλίας Καρακωνσταντάκης

Ταυτότητα παράστασης

Σκηνοθεσία: Τώνια Ράλλη
Μετάφραση: Δημήτρης Δημητριάδης
Θίασος ηθοποιών: Αχιλλέας Βατρικάς (Ντάνκαν), Γιώργος Κισσανδράκης / Hλίας Καρακωνσταντάκης (Μάλκολμ), Ίριδα Μάρα (Πρώτη Μάγισσα), Νάντια Μαργαρίτη (Δεύτερη Μάγισσα), Έλενα Μεγγρέλη (Τρίτη Μάγισσα), Τατιάνα-Άννα Πίττα (Λαίδη Μακμπέθ), Γιώργος Σίμωνας (Μπάνκο), Συμεών Τσακίρης (Μακμπέθ), Γιώργος Φριντζήλας (Μακντάφ)
Σκηνογραφία: Μαγιού Τρικεριώτη
Κοστούμια: Grace Gely
Κίνηση: Κική Μπάκα
Μουσική σύνθεση: Θέμος Σκανδάμης
Μουσική παραγωγή: Κώστας Στεργίου
Φωτισμοί: Μάριος Κουτσουρέλης
Φωτογραφία – βίντεο: Παναγιώτης Λαμπής
Μάσκες – ειδικά εφέ: Αλέξανδρος Λόγγος, Κωνσταντίνα Τσιάκα
Βοηθός σκηνογράφου: Δήμητρα Χίου
Graphic Design: Ηλίας Πανταλέων

Διάρκεια: 130’

Μια παραγωγή της ομάδας Νοσταλγία

Κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή στις 21:00 (εκτός Σαββάτου 30/10)

Έως 21 Νοεμβρίου 2021 στο RABBITHOLE (Γερμανικού 20, Μεταξουργείο)

Εισιτήρια: 15€ (γενική είσοδος), 10€ (φοιτητικό / μειωμένο)
Οnline προπώληση μέσω viva.gr: https://www.viva.gr/tickets/venues/rabbithole/
Κρατήσεις, πληροφορίες: 210 52 49 903 | Ώρες ταμείου: 18:00 – 21:00
Επικοινωνία: Δάφνη Ανέστη, 697 7618 434, [email protected]

Περισσότερες πληροφορίες:
https://www.nostalghia-theatre.com
https://www.rabbitholespace.com

Το Rabbithole θα λειτουργήσει ως αμιγής χώρος και η είσοδος των θεατών θα γίνεται σύμφωνα με τους κανονισμούς που ορίζει το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού.

O Αχιλλέας Βατρικάς

Η τραγωδία “Μάκβεθ” είναι η μικρότερη σε όγκο τραγωδία του Σαίξπηρ. Βασίζεται κυρίως σε χρονικό της ιστορίας της Σκοτίας του Ραφαήλ Χόλινσετ (1577). Γράφτηκε το 1605 ή 1606 παίχτηκε για πρώτη φορά το 1610 και δημοσιεύθηκε το 1623. Πολλοί κριτικοί πιστεύουν πως ο Σαίξπηρ συμβουλεύτηκε το έργο του Ρέτζιναντ Σκωτ “Ανακάλυψη της Μαγείας” (1584). Πάντως ο ποιητής δεν μετέβαλε τίποτα από το “χρονικό” του Χόλινσετ από άποψη πλοκής, χαρακτήρων, “λύσης” του δράματος, αγωνίες φιλοδοξίας και ψυχικού πάθους.

Ο Μάκβεθ, όπως και όλα τα δράματα του Σαίξπηρ, βρήκε μεγάλους ερμηνευτές σχεδόν σε όλα τα κράτη της πολιτισμένης Ευρώπης. Σπουδαιότερες παραστάσεις της τραγωδίας αυτής δόθηκε στο Λονδίνο 29 Δεκεμβρίου 1880 (Ερρίκος Έρβιν – Έλλεν Τέρρυ), στο Παρίσι επίσης το 1880 (με τη Σάρα Μπερνάρ).

Ο Τζουζέπε Βέρντι το 1847 παρουσίασε την ομώνυμη όπερα Μάκβεθ.

Share this
Tags
Βανέσσα
Βανέσσα
Η Βανέσσα Πανοπούλου σπουδάζει στην Αρχιτεκτονική Χανίων και είναι υπεύθυνη για την επιμέλεια και την ροή άρθρων του ηλεκτρονικού μαγκαζίνο artviews. Στον ελεύθερο χρόνο της ασχολείται με την δημιουργική γραφή και την αφηρημένη εξπρεσιονιστική ζωγραφική με ακρυλικά.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

Σύγχρονες εικαστικές προσεγγίσεις για τον Λόρδο Βύρωνα

Γράφει ο Κώστας Ευαγγελάτος, Ζωγράφος, λογοτέχνης, θεωρητικός της τέχνης Στην κοσμοϊστορική συγκυρία της εξεγερμένης Ελλάδας του 1821 υπήρξε πολύτιμη η συμβολή κορυφαίων προσωπικοτήτων του πνευματικού κόσμου,...

Κάτια Βαρβάκη: Η Τέχνη είναι σαν το ξέφρενο φτερούγισμα μιας λιβελούλας 

Στις μέρες μας, που έννοια της Τέχνης έχει προσαρμοστεί στην ευρύτητα των δυνατοτήτων των ψηφιακών μέσων, η Κάτια Βαρβάκη, με σπουδές ζωγραφικής στην Ανωτάτη...

To Kallichoron Art Boutique Hotel της Αστυπάλαιας γίνεται 10 χρονών και το γιορτάζει

Στις 5 Απριλίου 2024, το ξενοδοχείο Kallichoron Art Boutique Hotel στην Αστυπάλαια, συμπλήρωσε 10 χρόνια από την έναρξη της λειτουργίας του. Αυτά τα 10 χρόνια...

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

More like this