“Maybe I am not very human. What I wanted to do was to paint sunlight on the side of a house”
Γράφει η Λιάνα Ζωζά
Ο Edward Hopper (1882 – 1967) γεννήθηκε μια καλοκαιρινή μέρα (22 Ιουλίου) στο Upper Nyack της Νέας Υόρκης και αυτό το εκτυφλωτικό καλοκαιρινό φως τον ακολούθησε και αποτυπώθηκε σε πολλά από τα έργα του σε όλη την καλλιτεχνική του πορεία.
Μεγάλωσε σε ένα άνετο οικογενειακό περιβάλλον που παρείχε τόσο στον ίδιο όσο και στην αδελφή του, τη δυνατότητα της μόρφωσης σε δημόσια και ιδιωτικά σχολεία και έτσι από μικρή ηλικία έδειξε την αγάπη του για τη ζωγραφική. Δουλεύει με διάφορα υλικά, όπως στυλό και μελάνι, κάρβουνο, ακουαρέλα και λάδια, κυρίως σκηνές από τη φύση, αλλά και cartoonsμε πολιτικούς σχολιασμούς. Το πρώτο του υπογεγραμμένο έργο με τίτλο Rowboat in Rocky Cove, το δημιούργησε το 1895.
Με τους γονείς του να τον ενθαρρύνουν να ασχοληθεί με τη ζωγραφική, αλλά και την εικονογράφηση για λόγους επαγγελματικής αποκατάστασης, ο Hopper, το 1900 μετακομίζει στη Νέα Υόρκη. Εκεί σπουδάζει για έξι χρόνια Καλές Τέχνες και επηρεασμένος και από τη επαφή που είχε μέσω του πατέρα του με τη ρώσικη και γαλλική κουλτούρα αποφασίζει το 1906 να ταξιδέψει στο Παρίσι, όπου ανακαλύπτει την ποίηση του Beaudelaire που τον επηρεάζει βαθιά και συνεχίζει να τη διαβάζει για ο υπόλοιπο της ζωής του.
Το ίδιο συμβαίνει και με τη ζωή στην Ευρώπη που κατά τη διαμονή του διακρίνει πως διέπεται από διαπροσωπικές σχέσεις σε αντίθεση με τη σκληρή μοναχική πραγματικότητα της αμερικάνικης καθημερινότητας. Έτσι μέχρι το 1910 επιστρέφει με άλλα τρία ταξίδια και μελετά την ευρωπαϊκή ζωγραφική με ιδιαίτερη προτίμηση στα έργα των Goya και Velasquez.
Ξαναγυρίζει όμως, στη Νέα Υόρκη και σε αντίθεση με τους καλλιτέχνες της εποχής και τα φανταχτερά έργα τους, όπου παρουσιάζεται μια κραυγαλέα εντυπωσιακή και χαρούμενη αμερικάνικη ζωή, αρχίζει να αποτυπώνει την άλλη πλευρά μέσα από τις αινιγματικές μοναχικές φιγούρες του που τις τοποθετεί σε μελαγχολικά σκηνικά μεγαλουπόλεων ή στην ανία της αμερικάνικης επαρχίας.
Στο έργο του Rooms by the sea, 1951, η ανθρώπινη παρουσία είναι ανύπαρκτη και ο Hopper συνεχίζει να πειραματίζεται με το έντονο καλοκαιρινό φως πάνω στον τοίχο του δωματίου. Η ιστορία πίσω από το έργο είναι, πως το συγκεκριμένο δωμάτιο βρίσκεται στο studio του ζωγράφου στο Cape Cod της Μασαχουσέτης, όπου περνούσε τα περισσότερα καλοκαίρια του ζωγραφίζοντας. Η θέα του ωκεανού είναι πραγματική και αυτή που είχε από την πίσω πόρτα του studioαν και το έργο δημιουργήθηκε με σαφείς υπαινιγμούς στη σιωπή και τη μοναξιά της σκηνής και όχι στην πραγματική απεικόνιση της.
Ταξιδεύοντας στην Αμερική με ένα μεταχειρισμένο Dodge, δημιουργεί εικόνες παρμένες από τα μοτέλ, τα βενζινάδικα και τα παραθαλάσσια τοπία που συναντά στο roadtrip του. Η μοναχική γυναικεία φιγούρα στο High Noon, 1949, στέκεται στην πόρτα και κοιτάζει, αν και δεν έχουμε ιδέα για ποιο λόγο. Περιμένει κάποιον; Ή απλά κοιτάζει έξω ρεμβάζοντας στον ήλιο; Δεν υπάρχει καμία ένδειξη οποιασδήποτε δραστηριότητας. Στέκεται ακίνητη στην πόρτα ενός μεγάλου σπιτιού που λούζεται στο έντονο καλοκαιρινό φως που δημιουργεί σκιές, σχεδόν δραματικές, στη στέγη και τους τοίχους.
Ο Hopper, στα έργα του χρησιμοποιεί το “φως” κινηματογραφικά, επηρεάζοντας στη συνέχεια όχι μόνο εικαστικούς, αλλά και σκηνοθέτες, όπως ο Alfred Hitchcock, ο Wim Wenders, ο Dario Argento, ο Sam Mendes και ο Ridley Scott.
Ποιος θα μπορούσε, άλλωστε να αρνηθεί πως το έργο South Carolina Morning, 1955, με την υπέροχη γυναικεία φιγούρα με το κόκκινο φόρεμα δεν θα μπορούσε να είναι σκηνή κινηματογραφικής ταινίας;
Η γνωστή γυναικεία φιγούρα στα έργα του Hopper, παίρνει άλλη διάσταση στο Summertime, 1943. Λειτουργεί σχολιαστικά στη διαφαινόμενη ανάπτυξη μετά τον πόλεμο. Η κοπέλα με το διάφανο φόρεμα στέκεται στο απόλυτο καλοκαιρινό φως με διάθεση χαλαρή και σύγχρονη εμφάνιση που παραπέμπει στην ευημερία του έθνους που καταφέρνει να ανακάμψει από τις δυσκολίες.
Έχει ενδιαφέρον να δούμε το συγκεκριμένο έργο παράλληλα με το New York Pavements, 1924, που δημιουργήθηκε δύο δεκαετίες νωρίτερα σε ένα εκπληκτικά όμοιο αστικό περιβάλλον. Τόσο όμοιο που θα μπορούσε το μωρό του πρώτου έργου να έχει μεγαλώσει και να είναι η νεαρή κοπέλα το δεύτερου.
Εξάλλου, ο Hopper συνηθίζει στα έργα του το παιχνίδι με τις ταυτότητες των ανθρώπων που απεικονίζονται σε αυτά, αφήνοντας τον θεατή να φτιάξει τη δική του ιστορία. Έτσι και στο Summertime, υπάρχει άλλη μια πιθανή αναφορά στο έργο του Evening Wind, 1921, μέσα από τις κουρτίνες που ανεμίζουν και στα δύο παράθυρα, εξωτερικά στο ένα – εσωτερικά στο δεύτερο, δημιουργώντας έναν ποιητικό, θα μπορούσαμε να πούμε, διάλογο ανάμεσα στα δύο κορίτσια.
Ένα έργο που δεν θα μπορούσε να λείπει μιας και υπάρχουν έντονες αναφορές στο καλοκαιρινό φως του Hopper, είναι το Summer Interior, 1909, στο οποίο παρατηρούμε διαφορετικό τρόπο αντιμετώπισης του έργου όσον αφορά την τεχνοτροπία και τις φόρμες του. Επίσης, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα έργα του, ο ζωγράφος δεν εστιάζει στο χώρο, αλλά στην ίδια τη γυναικεία φιγούρα που αποσπά το βλέμμα του θεατή με τη στάση στην οποία βρίσκεται.
Ακολουθήστε μας στα social media:
Facebook: https://www.facebook.com/rtvs
Instagram: https://www.instagram.com/rtvs/