Η avant-garde Γιαπωνέζα εικαστικός, Yayoi Kusama, είναι όπως η ίδια δηλώνει μια σύγχρονη “Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων”, με τη μόνη διαφορά πως η ίδια δημιουργεί τα θαύματα.
Γράφει η Λιάνα Ζωζά
Γεννήθηκε στην Ιαπωνία το 1929 και μετακόμισε στη Νεα Υόρκη το 1957, όπου θεωρήθηκε πρόδρομος της pop art επηρεάζοντας σημαντικούς εκπροσώπους της, όπως ο Andy Warhol. Ένα από τα δρώμενα που την έκαναν γνωστή στην καλλιτεχνική σκηνή, αλλά και στο ευρύ κοινό, ήταν όταν στα τέλη της δεκαετίας του ’60 οργάνωσε μια σειρά από performances, στις οποίες ζωγράφιζε χρωματιστές βούλες πάνω στους γυμνούς συμμετέχοντες. Μια από αυτές, το Grand Orgy to Awaken the Dead (1969), πραγματοποιήθηκε στο MOMA.
Το 1973 επιστρέφει στην Ιαπωνία με κλονισμένη υγεία και το 1977 επιλέγει σαν μόνιμη κατοικία της ένα άσυλο για ψυχικά ασθενείς, λέγοντας: “ Αν δεν ήταν για την τέχνη, θα είχα αυτοκτονήσει πριν από πολύ καιρό”. Συνεχίζει, όμως να δημιουργεί και να γράφει ασταμάτητα.
Αφοσιωμένη και πολυπράγμων έχει να δώσει σημαντικά δείγματα σε πολλούς τομείς της τέχνης επιλέγοντας να δουλεύει με πολλά και διαφορετικά υλικά. Ζωγραφίζει, σχεδιάζει, κάνει γλυπτά, εντυπωσιακές εγκαταστάσεις, κινηματογραφεί, αλλά παράλληλα ασχολείται με τη συγγραφή σουρεαλιστικών μυθιστορημάτων και διηγημάτων, την ποίηση και σχεδιάζει για οίκους μόδας.
Μέσα από το έργο της η Yayoi Kusama, έργο καθαρά εννοιολογικό, πραγματεύεται ιδέες, όπως ο φεμινισμός, ο μινιμαλισμός, ο σουρεαλισμός, η pop art και o αφηρημένος εξπρεσιονισμός, εμπλουτίζοντας τες πάντα με αυτοβιογραφικό, ψυχολογικό και σεξουαλικό περιεχόμενο. Παιδικά βιώματα την οδηγούν σε μια δια βίου περιφρόνηση για τη σεξουαλικότητα και ιδιαίτερα για το αρσενικό σώμα και τον φαλλό και εξηγεί: “ Δεν μου αρέσει το σεξ. Έχω μια εμμονή με το σεξ. Όταν ήμουν παιδί, ο πατέρας μου είχε ερωμένες και εγω έπρεπε να το βιώσω όλο αυτό, γιατί η μητέρα μου με έστελνε να τον κατασκοπεύω. Δεν ήθελα για χρόνια να έχω σεξουαλική επαφή με κανέναν … Η σεξουαλική εμμονή και ο φόβος του σεξ συγκατοικούν δίπλα δίπλα, μέσα μου”.
Οι κουκίδες της, τα γνωστά πουά, που συνοδεύουν πάντα το έργο της, όπως και τα λουλούδια, τα έντονα χρώματα και οι λάμψεις ήρθαν να τη συναντήσουν με τη μορφή των παραισθήσεων, όταν ήταν δέκα χρονών και συνεχίζουν να τη συνοδεύουν, σχεδόν εμμονικά, μέχρι σήμερα. Η ίδια το ονομάζει “self-obliteration”. Αυτο – εξαφάνιση ή αυτο – καταστροφή?
Ο χώρος της τέχνης δεν της χαρίζεται, με αποτέλεσμα να την “ξεχάσει” κατά την πολύχρονη παραμονή της στην Ιαπωνία. Επιστρέφει δυναμικά με νέες δράσεις και μια εντυπωσιακή συμμετοχή στην Biennale της Βενετίας (1993) με την εγκατάσταση Pumkin, μιας κολοκύθας που παίρνει για τη Yayoi Kusama, τη θέση της αυτοπροσωπογραφίας ή του alter ego της και στη συνέχεια χρησιμοποιείται σαν σύμβολο και σε άλλα έργα της.
Σε αντίθεση με την εγκατάσταση I’m Here, but Nothing (2000–2008), στην οποία σε ένα απλά επιπλωμένο δωμάτιο που αποτελείται από τραπέζι και καρέκλες, τοποθετεί σκηνικά και μπουκάλια, πολυθρόνες και χαλιά, ενω οι τοίχοι του είναι καλυμένοι με άπειρα πουά που λάμπουν στο UV φως. Το αποτέλεσμα είναι η αίσθηση ενός ατελείωτου, άπειρου χώρου, όπου τόσο η ανθρώπινη παρουσία όσο και ο ίδιος ο χώρος έχουν εξαλειφθεί.
Το 1963, ξεκίνησε να δημιουργεί τις εγκαταστάσεις της με τίτλο “Infinity Mirrors”, οι οποίες εξελλίσονται μέσα στα χρόνια, με καινούρια στοιχεία και νέα οπτική, αλλά πάντα κάτω από τον ίδιο τίτλο και την ίδια ιδέα.
Με αφετηρία το Hirshhorn Museum (Φεβρουάριος 2017) και συνεχίζοντας το ταξίδι τους σε σημαντικά μουσεία και γκαλερί ανά τον κόσμο, έξι είδικά διαμορφωμένα “Infinity Rooms” καλούν τον θεατή να εξερευνήσει τόσο τον εσωτερικό κόσμο της δημιουργού, όσο και την έννοια του απείρου που εμφανίζεται μπροστά του με την εισοδό του, στα εικονικά αυτά δωμάτια.
Η πολύχρονη εικαστική καριέρα της Yayoi Kusama, που καλύπτει 65 χρόνια συνεχούς και εξελλικτικής πορείας στην τέχνη, της έδωσε τη δυνατότητα να πάρει όλα τα ερεθίσματα που της χρειαζόταν και να δημιουργήσει τα mirror rooms της. Μπαίνοντας σε αυτά ο επισκέπτης βλέπει την αντανάκλασή του στα φανταστικά τοπία που έχουν δημιουργηθεί, ενώ παράλληλα παρακολουθεί από τα μαγευτικά και οικεία σχέδια, τα πρώιμα ζωγραφικά έργα με τους κυταρρικούς σχηματισμούς μέχρι και τα σουρεαλιστικά γλυπτά της δημιουργού που αναπτύσσονται σε περίεργους σχηματισμούς.
Σε αυτές τις εγκαταστάσεις συνομιλούν πάνω από 90 χαρακτηριστικά έργα συμπεριλαμβανομένων μεγάλων και έντονων χρωματικά έργων ζωγραφικής, γλυπτικής, έργων σε χαρτί, καθώς και σπάνιων αρχειακών υλικών.
Λειτουργώντας για μια ακόμη φορά, εντελώς ανατρεπτικά και ανάμεσα στο σχεδιασμό των μεγαλεπήβολων εικαστικών της project, αποφασίζει να σχεδιάσει μια ολόκληρη συλλογή από ρούχα μέχρι τσάντες για τον οίκο Louis Vuitton (2012).
Επίσης, προλαβαίνει να εικονογραφίσει και μια από τις πολυαγαπημένες και πολυδιαβασμένες ιστορίες για παιδιά, αλλά και για μεγάλα παιδιά την “Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων” που παίρνει άλλη διάσταση μέσα από τα μάτια της Yayoi Kusama και μετατρέπεται σε ζωντανό έργο τέχνης. Οι εικόνες που δημιουργεί είναι πολύχρωμες, φωτεινές, αστραφτερές σχεδόν ψυχεδελικές, ακριβώς σαν τις μαγικές εικόνες των παιδιών που εξερευνούν και ανακαλύπτουν τον κόσμο.